Περισσότερες από 500 γονιδιακές περιοχές που επηρεάζουν το επίπεδο της αρτηριακής πίεσης των ανθρώπων, ανακάλυψε μια διεθνής κοινοπραξία επιστημόνων, μεταξύ των οποίων και έξι Έλληνες, στο πλαίσιο της μεγαλύτερης μέχρι σήμερα μελέτης πάνω στο γενετικό υπόβαθρο της πίεσης.
Η νέα έρευνα, που μελέτησε στοιχεία για πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους παγκοσμίως και έφερε στο φως 535 νέες περιοχές γονιδίων, υπερτριπλασιάζει σε πάνω από 1.000 τον αριθμό των γνωστών γενετικών παραγόντων που εμπλέκονται στην αρτηριακή πίεση.
Οι επιστήμονες πιστεύουν, παρόλα αυτά, ότι έχουν ανακαλύψει μόνο το ένα τρίτο περίπου της κληρονομικότητας της πίεσης του αίματος και ότι συνεπώς πολλοί ακόμη γενετικοί παράγοντες μένουν να ανακαλυφθούν στο μέλλον.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τους βρετανούς καθηγητές Μαρκ Κόλφιλντ του Πανεπιστημίου Queen Mary και Πολ Έλιοτ του Imperial College του Λονδίνου, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γενετικής Nature Genetics.
Πρώτος συγγραφέας της μελέτης ήταν ο επίκουρος καθηγητής Ευάγγελος Ευαγγέλου του Τμήματος Επιδημιολογίας & Βιοστατιστικής του Imperial και της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Συμμετείχαν επίσης πέντε ακόμη Έλληνες ερευνητές της Ελλάδας και της διασποράς: η επίκουρη καθηγήτρια επιδημιολογίας Ιωάννα Τζουλάκη, ο Γιώργος Ντρίτσος και η Νίκη Δήμου (Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), η Μαρίνα Ευαγγέλου (Imperial) και η Ελευθερία Ζεγγίνη (Wellcome Trust Sanger Institute Βρετανίας).
Οι άνθρωποι με τον μεγαλύτερο γενετικό κίνδυνο (δηλαδή τους περισσότερους γενετικούς παράγοντες κινδύνου στο γονιδίωμά τους) είχαν κατά μέσο όρο 3,3 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα υπέρτασης και μιάμιση φορά μεγαλύτερη πιθανότητα καρδιαγγειακού προβλήματος, σε σχέση με όσους είχαν τον μικρότερο γενετικό κίνδυνο (τους λιγότερους γενετικούς παράγοντες κινδύνου στο DNA τους).
Επίσης διαπιστώθηκε ότι ορισμένα γονίδια που εμπλέκονται στην υπέρταση, σχετίζονται και με άλλες παθήσεις, όπως το γονίδιο APOE που είναι ήδη γνωστό ότι αποτελεί παράγοντα κινδύνου για στεφανιαία νόσο και για Αλτσχάιμερ και το οποίο για πρώτη φορά βρέθηκε να έχει σχέση και με την αρτηριακή πίεση.
Η υπέρταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για εγκεφαλικό και για καρδιοπάθεια και ευθύνεται για περίπου 7,8 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο. Εκτός από τους παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής (παχυσαρκία, κάπνισμα, αλκοόλ, μεγάλη κατανάλωση αλατιού κ.α.), η υπέρταση έχει επίσης μια σημαντική γενετική-κληρονομική διάσταση.
«Πρόκειται για τη σημαντικότερη πρόοδο που έχει γίνει στο γενετικό υπόβαθρο της αρτηριακής πίεσης μέχρι σήμερα, γεγονός που δημιουργεί νέες ευκαιρίες για την ανάπτυξη μελλοντικών φαρμάκων», δήλωσε ο δρ Κόλφιλντ. «Με τις νέες πληροφορίες, μπορούμε πλέον να υπολογίσουμε καλύτερα το γενετικό κίνδυνο ενός ανθρώπου να εμφανίσει υπέρταση αργότερα στη ζωή του. Εντοπίζοντας αυτούς τους ασθενείς που έχουν τον μεγαλύτερο γενετικό κίνδυνο, θα είμαστε σε θέση να τους βοηθήσουμε να αλλάξουν έγκαιρα τον τρόπο ζωής τους, έτσι ώστε να μειωθεί η πιθανότητα εμφάνισης της υπέρταση, καθώς επίσης θα δώσουμε την ευκαιρία στους γιατρούς να κάνουν πιο έγκαιρες και πιο στοχευμένες θεραπείες».