Επιστήμονες από τη Βρετανία, προειδοποιούν πώς η κετογονική διατροφή μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην υγεία.
Παρακολουθώντας ομάδα εθελοντών με λίγα περιττά κιλά, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ναι μεν μπορεί να χάσουν σωματικό λίπος, αλλά:
- Αυξάνεται η κακή (LDL) χοληστερόλη τους
- Αυξάνεται η απολιποπρωτεΐνη Β στο αίμα τους
- Μειώνονται ορισμένα βακτήρια του εντέρου
Οι αλλαγές αυτές μακροπρόθεσμα μπορεί να αυξήσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο και να αποδυναμώσουν το ανοσοποιητικό.
Τη σχετική μελέτη πραγματοποίησαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Bath, σε συνεργασία με συναδέλφους τους από άλλα ακαδημαϊκά κέντρα. Τα ευρήματά της δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Cell Reports Medicine.
Τι περιέχει
Η κετογονική διατροφή περιορίζει δραστικά την κατανάλωση υδατανθράκων. Τους αντικαθιστά με λιπαρά από τρόφιμα, όπως:
- Κρέας
- Γαλακτοκομικά
- Τυριά
- Αυγά
- Άλλα τρόφιμα όπως ψάρια και αβοκάντο
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πώς όσοι ακολουθούν τις επιταγές της όντως αδυνατίζουν.
Ωστόσο η διατροφή τους μπορεί να τους προκαλέσει άλλα προβλήματα υγείας, όπως:
- Ανεπάρκειες σε θρεπτικά συστατικά
- Πεπτικά προβλήματα
- Νεφρολιθίαση (πέτρα στο νεφρό)
- Προβλήματα στα οστά (μακροπρόθεσμα)
Η νέα μελέτη
Στη νέα μελέτη οι επιστήμονες θέλησαν να εξακριβώσουν αν μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης και άλλους δείκτες της υγείας.
Η LDL χοληστερόλη αποκαλείται και «κακή χοληστερόλη» επειδή προκαλεί στενώσεις στις αρτηρίες του σώματος (συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς).
Στη νέα μελέτη εντάχθηκαν 53 εθελοντές που είχαν βάρος στα ανώτερα επίπεδα του φυσιολογικού ή ήσαν υπέρβαροι. Το ένα τρίτο εξ αυτών ακολούθησε κετογονική διατροφή.
Άλλοι τόσοι ακολούθησαν μία διατροφή με χαμηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα. Οι υπόλοιποι ακολούθησαν μία πιο κλασική διατροφή (χρησίμευσαν ως ομάδα ελέγχου με την οποία συγκρίθηκαν οι άλλες δύο).
Οι συμμετέχοντες έκαναν δίαιτα επί έναν μήνα. Πριν και μετά από αυτήν οι επιστήμονες τους υπέβαλλαν σε εξετάσεις.
Όπως διαπίστωσαν, οι εθελοντές που είχαν ακολουθήσει κετογονική διατροφή είχαν χάσει κατά μέσον όρο 1,6 κιλά λίπους.
Είχαν όμως και:
- 16% υψηλότερα επίπεδα LDL χοληστερόλης
- 26% υψηλότερα επίπεδα απολιποπρωτεΐνης Β (είναι μία πρωτεΐνη που συμμετέχει στην απόφραξη των αρτηριών)
Αντίστοιχα, οι εθελοντές που έτρωγαν λίγα σάκχαρα είχαν χάσει μόνο 1 κιλό σωματικού λίπους. Είχαν όμως 10% χαμηλότερα επίπεδα LDL χοληστερόλης στο αίμα τους. Η δε απολιποπρωτεΐνη Β τους είχε παραμείνει αναλλοίωτη.