Ακριβότερη γίνεται πλέον η οικειοθελής αποκάλυψη εισοδημάτων από τους φορολογούμενους, οι οποίοι θα αποφασίσουν να υποβάλουν τις σχετικές δηλώσεις προκειμένου βέβαια να αποφύγουν τις αυστηρές ποινικές κυρώσεις που θα αντιμετωπίσουν στην περίπτωση που αποκαλυφθούν από τον έλεγχο.
Ειδικότερα, μετά την 1η Ιουνίου 2017, ο πρόσθετος φόρος υπολογίζεται με 18% επί του κυρίου για τις δηλώσεις οικειοθελούς αποκάλυψης εισοδήματος, στην περίπτωση που πριν από την υποβολή των δηλώσεων δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων και σε 36% εάν έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων.
Υπενθυμίζεται ότι με τις διατάξεις του νόμου 4474/2017 παρατάθηκε η προθεσμία υποβολής των ανωτέρω δηλώσεων έως και τις 30 Σεπτεμβρίου, λόγω κυρίως της σημαντικής ανταπόκρισης που υπήρξε από τους υπόχρεους έως και τις 31 Μαΐου οπότε και έληξε η αρχική προθεσμία ένταξης στη ρύθμιση.
Στη διευκρινιστική εγκύκλιο (ΠΟΛ. 1095/30.6.2017) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, με την οποία κοινοποιήθηκαν αρμοδίως οι διατάξεις του άρθρου 30 του ν. 4474/2017, για δηλώσεις που υποβάλλονται από την 1η Ιουνίου 2017 και μέχρι τη λήξη της προθεσμίας προβλέπεται ότι οι φορολογούμενοι για τους οποίους δεν έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου μπορούν να υποβάλουν και μετά τις 31 Μαΐου 2017 και μέχρι τη λήξη της παραταθείσας προθεσμίας τις δηλώσεις του άρθρου 57 του ανωτέρω νόμου και ο πρόσθετος φόρος ορίζεται σε 12% του κύριου φόρου, αντί του 10% που ίσχυε έως τις 31 Μαΐου 2017.
Ο ίδιος πρόσθετος φόρος 12% του κύριου φόρου επιβάλλεται και για περιπτώσεις φορολογουμένων:
α) για τους οποίους μέχρι την υποβολή των δηλώσεων έχει εκδοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών
β) οι οποίοι υποβάλλουν δηλώσεις εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση της εντολής ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών και εφόσον η σχετική εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών κοινοποιείται μετά την 1η Ιουνίου 2017.
Εφόσον η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών έχει κοινοποιηθεί (μετά την κατάθεση του ν. 4446/2016 τη Βουλή) μέχρι και τις 31 Μαΐου 2017 και η δήλωση υποβάλλεται εντός 90 ημερών από την κοινοποίηση, το ποσοστό του πρόσθετου φόρου ανέρχεται σε 10% του κύριου και όχι σε 12%, καθώς η εν λόγω κατηγορία φορολογουμένων καταλαμβάνεται από την αρχική διάρκεια της ρύθμισης του σχετικού νόμου.
Εφόσον, όμως, οι δηλώσεις της εν λόγω κατηγορίας φορολογουμένων υποβληθούν από την 1η Ιουνίου 2017 και μετά την πάροδο των ενενήντα ημερών, ο πρόσθετος φόρος υπολογίζεται σε 18% του κύριου, στην περίπτωση που πριν από την υποβολή των δηλώσεων δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων και σε 36%, εάν έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων.
Στην περίπτωση που κατά την κατάθεση του ν. 4446/2016 στη Βουλή είχε κοινοποιηθεί εντολή ελέγχου ή πρόσκληση παροχής πληροφοριών και η δήλωση υποβάλλεται από την 1η Ιουνίου 2017 και μετά, τα ποσοστά των πρόσθετων φόρων ορίζονται σε 18% εφόσον πριν από την υποβολή της δήλωσης δεν έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων και 36% στην περίπτωση που έχει κοινοποιηθεί.
Οι εισπράξεις
Εν τω μεταξύ, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αποφάσισε να παρατείνει έως το τέλος Σεπτεμβρίου τη ρύθμιση για την εθελοντική αποκάλυψη λόγω των «κερδοφόρων» αποτελεσμάτων που είχε για το Δημόσιο στην πρώτη φάση εφαρμογής της. Είναι αξιοσημείωτο ότι μέχρι τις αρχές Ιουνίου, με βάση και τα επίσημα στοιχεία της ΑΑΔΕ, είχαν δηλωθεί με τη ρύθμιση αποκάλυψης αδήλωτων εισοδημάτων περίπου 3,7 δισ. ευρώ και από την εκκαθάριση του 80% των αιτήσεων εθελοντικής αποκάλυψης είχαν βεβαιωθεί 316 εκατ. ευρώ και είχαν εισπραχθεί περίπου 200 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, από τα πρόσφατα στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτουν, μεταξύ άλλων, τα εξής:
* Στη ρύθμιση έχουν ενταχθεί 53.000 φορολογούμενοι.
* Το ποσό που έχουν αποκαλύψει-αποδεχθεί ανέρχεται στα 3,67 δισ. ευρώ.
* Έχουν εισπραχθεί περίπου 200 εκατ. ευρώ.
* Τα ποσά που αποκαλύπτονται κυμαίνονται από 100.000 έως 300.000 ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υπόχρεοι οι οποίοι θα ενταχθούν στη ρύθμιση πρέπει να πληρώσουν τον φόρο που προκύπτει σε 30 ημέρες ή διαφορετικά να υπαχθούν στη ρύθμιση των 12 ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις 24 δόσεων.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια η εφορία διατηρεί πάντα το δικαίωμα ελέγχου, εκτός των στοιχείων που θα αποκαλύψουν εθελοντικά οι φορολογούμενοι.