Η χοληστερόλη είναι μια ουσία που βρίσκεται φυσιολογικά στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού. Βρίσκεται επίσης σε διάφορες τροφές, κυρίως στο κόκκινο κρέας, στα πουλερικά και στα γαλακτοκομικά με πλήρη λιπαρά.
Μια μικρή ποσότητα χοληστερόλης είναι απαραίτητη ώστε να διατηρούνται τα αποθέματα βιταμίνης D στο σώμα, να μην διαταράσσονται τα επίπεδα ορμονών και να διενεργείται ομαλά η πέψη.
Οι εξετάσεις μετρούν την LDL, την HDL, την VLDL και την ολική χοληστερόλη.
- Λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL)
Η LDL, η οποία συχνά αποκαλείται «κακή» χοληστερόλη, συσσωρεύεται στα τοιχώματα των αρτηριών και μπορεί να προκαλέσει καρδιοπάθεια και άλλες σοβαρές επιπλοκές. Εάν αποκοπεί από το τοίχωμα της αρτηρίας, μια μάζα LDL χοληστερόλης μπορεί να προκαλέσει θρόμβωση. Η LDL δεν πρέπει να ξεπερνά τα 100 χιλιοστόγραμμα ανά δεκατόλιτρο αίματος (mg/dL). Η τιμή μεταξύ 100-129 mg/dL κρίνεται ανεκτή, η τιμή 130-159 mg/dL οριακά υψηλή, η τιμή 160-189 mg/dL υψηλή, ενώ η τιμή 190 mg/dL και άνω επικίνδυνα υψηλή.
- Λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL)
Η HDL, η οποία συχνά αποκαλείται «καλή» χοληστερόλη, βοηθά να απομακρυνθεί η LDL από το κυκλοφορικό σύστημα ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος καρδιοπάθειας. Για την HDL, ιδανική θεωρείται η τιμή 60 mg/dL και άνω. Εάν η HDL βρίσκεται κάτω από 40 mg/dL, τότε θεωρείται πολύ χαμηλή.
- Λιποπρωτεΐνη πολύ χαμηλής πυκνότητας (VLDL)
Η VLDL περιλαμβάνει τα λιπαρά που μεταφέρονται στο αίμα από τις τροφές που καταναλώνουμε σε συνδυασμό με περίσσειες θερμίδες που μετατρέπονται σε τριγλυκερίδια. Όπως και η LDL, η VLDL συνδέεται με τη συσσώρευση πλάκας στις αρτηρίες και αυξάνει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου, εμφράγματος και εγκεφαλικού. Η VLDL δεν πρέπει να ξεπερνά τα 30 mg/dL.
- Ολική χοληστερόλη
Η ολική χοληστερόλη υπολογίζεται προσθέτοντας την HDL, την LDL και 20% των τριγλυκεριδίων. Η τιμή της δεν πρέπει να ξεπερνά τα 200 mg/dL. Η τιμή 200-239 mg/dL θεωρείται οριακά υψηλή, ενώ υψηλή κρίνεται η ολική χοληστερόλη όταν ξεπερνά τα 240 mg/dL.
Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τα επίπεδα της χοληστερόλης είναι η διατροφή, τα επίπεδα σωματικής άσκησης, το φύλο, το βάρος, η ηλικία και η κληρονομικότητα.