Αμερικανοί επιστήμονες ανέπτυξαν ένα νέο τεστ, που είναι αρκετά ευαίσθητο για να ανιχνεύσει τον ιό HIV στο σώμα, ακόμα και όταν αυτό βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση. Μάλιστα, το διαγνωστικό τεστ είναι ταχύτερο αλλά και φθηνότερο από κάθε άλλο διαθέσιμο μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσαν στο Nature Medicine, οι ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ, με επικεφαλής τον καθηγητή Φαλγκούνι Γκούπτα του Τμήματος Λοιμωδών Νόσων και Μικροβιολογίας, το τεστ αποκαλύπτει ότι η ποσότητα του ιού που παραμένει σε «ύπνωση» σε ασθενείς, οι οποίοι φαίνεται να έχουν σχεδόν θεραπευθεί, στην πραγματικότητα είναι έως 70 μεγαλύτερη από τις προηγούμενες εκτιμήσεις.
Ο ιός HIV-1 εξαπλώνεται μολύνοντας τα λεμφοκύτταρα CD4+ T του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι υπάρχουσες αντιρετροϊκές θεραπείες έχουν πετύχει μέχρι του σημείου οι φορείς του ιού να έχουν στον οργανισμό τους μόνο ένα ιό ανά ένα εκατομμύριο κύτταρα CD4+ T.
Όμως, από τη στιγμή που η θεραπεία «δουλεύει» σε έναν ασθενή, είναι κρίσιμο να προσδιορισθεί από τους γιατρούς μέσω ενός τεστ πόσο πιθανό είναι ο ασθενής να υποτροπιάσει μόλις σταματήσει η θεραπεία. Συνεπώς το τεστ πρέπει να είναι ικανό να δείξει κατά πόσο ο ιός που ανιχνεύει, μπορεί να αναπαραχθεί.
Έως σήμερα το καλύτερο τεστ που υπάρχει γι' αυτό το σκοπό, το Q-VOA έχει αρκετά μειονεκτήματα, καθώς υποτιμά το μέγεθος του κρυμμένου HIV, απαιτεί πολύ αίμα, είναι χρονοβόρο και ακριβό.
Το τεστ ΤΖΑ ανιχνεύει ένα γονίδιο που ενεργοποιείται, όταν ο ιός HIV πολλαπλασιάζεται μέσα στο σώμα και παράγει αποτελέσματα σε μια εβδομάδα αντί για δύο που χρειάζεται το Q-VOA και με το ένα τρίτο μόνο του κόστους, ενώ απαιτεί επίσης λιγότερο όγκο αίματος.
«Χρησιμοποιώντας το νέο τεστ, δείξαμε ότι ασθενείς χωρίς συμπτώματα που κάνουν αντιρετροϊκή θεραπεία, διαθέτουν πολύ μεγαλύτερο απόθεμα του ιού HIV σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις, έως 70 φορές μεγαλύτερο σε σχέση με αυτό που ανιχνεύει το τεστ Q-VOA», εξηγεί ο Δρ Γκούπτα.
Επειδή τα τεστ ΤΖΑ και Q-VOA χρησιμοποιούν διαφορετικό τρόπο για να μετρήσουν την παρουσία του HIV στο σώμα, οι ερευνητές θεωρούν σκόπιμο να χρησιμοποιούνται και τα δύο παράλληλα στο μέλλον.