Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2024 -

Στον Β' ΠΠ πιλότος βομβαρδιστικών C-54 αντί για βόμβες έριχνε … καραμέλες! (φωτό, βίντεο)



Η Γερμανία μετά τον Β' Π.Π ήταν χωρισμένη σε ζώνες. Αρχικά τρεις και αργότερα τέσσερις, υπό την διοίκηση της Σοβιετικής Ένωσης, της Βρετανίας, της Αμερικής και της Γαλλίας. Με τον ίδιο τρόπο, έπρεπε να διαμοιραστεί σε τέσσερα τμήματα μεταξύ των συμμαχικών δυνάμεων.

Το 1948 η συνεργασία των συμμαχικών δυνάμεων τελείωσε όταν η Σοβιετική Ένωση ανέστειλε τη συμμετοχή της στο Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου. Και τότε οι Σοβιετικοί θέλησαν να σαμποτάρουν τη ζωή στο Δυτικό Βερολίνο ώστε οι Γερμανοί να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη γερμανική πρωτεύουσα.

Από τον Ιούνιο του 1948 έως το Μάιο του 1949 ο Σοβιετικός ηγέτης Ιωσήφ Στάλιν έθεσε σε εφαρμογή τον αποκλεισμό του Βερολίνου, δίνοντας εντολή στα στρατεύματά του να φράξουν τόσο τις οδικές όσο και τις σιδηροδρομικές προσβάσεις στο δυτικό Βερολίνο και να διακόψουν την τροφοδοσία της πόλης. Και δεν ήταν μόνο το φαγητό. Έκοψε επίσης το ρεύμα και την παροχή φυσικού αερίου, προσπαθώντας να φέρουν τους Βερολινέζους σε κατάσταση ασφυξίας.

Η πρώτη μεγάλη κρίση των Σοβιετικών με τη Δύση ήταν πλέον γεγονός, με τον Ψυχρό Πόλεμο να δείχνει τα απειλητικά του δόντια. Αμερική και Ηνωμένο Βασίλειο αντέδρασαν, θέτοντας σε εφαρμογή μια αερογέφυρα σωτηρίας. Μέσα σε αυτό το κλίμα υπήρξε ένα άνθρωπος που «άνθισε» και έδωσε ζωή και χαμόγελο στους Γερμανούς. Ο πιλότος Γκέιλ Χάλβορσεν έδωσε στον όρο «βομβαρδίζω» μια άλλη διάσταση. Γιατί οι βομβαρδισμοί του δεν στόχευαν στην αφαίρεση της ζωής, αλλά στο χαμόγελο. Πώς το έκανε αυτό; «Βομβαρδίζοντας» τα στερημένα παιδιά με γλυκά, κυρίως με καραμέλες…

Η «Επιχείρηση Vittles», όπως ονομάστηκε η αερογέφυρα κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο, κατά τη διάρκεια της οποίας μεταφέρθηκαν 1,8 εκατ. τόνοι εφοδίων (τρόφιμα, κάρβουνο ακόμα και βιομηχανικός εξοπλισμός).

Ο Γκέιλ έμεινε γνωστός στην ιστορία ως «Ο βομβιστής με τα γλυκά» ή αλλιώς ο «θείος που κουνούσε τα φτερά του». Γεννημένος στην Γιούτα το 1920 είχε πάντα την επιθυμία να πετάξει. Πήρε το δίπλωμα του πιλότου το 1941 και το 1942 εντάχθηκε στην Πολεμική Αεροπορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Συμμετέχοντας στην αερογέφυρα σωτηρίας είχε ένα σκοπό: να ανυψώσει το ηθικό των Βερολινέζων, κυρίως όμως να κάνει χαρούμενα τα παιδιά.

Πιλοτάροντας C-54 μετέφερε τρόφιμα στην πόλη που λιμοκτονούσε, ενώ όταν δεν ήταν σε υπηρεσία, κρατώντας μια κάμερα στο χέρι, του άρεσε να περπατά στο Βερολίνο αιχμαλωτίζοντας στιγμές της καθημερινότητας. Μία τέτοια μέρα, ενώ τράβαγε σε βίντεο τα αεροπλάνα που απογειώνονταν και προσγειώνοντας στο Tempelhof, το κύριο αεροδρόμιο που χρησιμοποιούνταν στην επιχείρηση, το μάτι του έπεσε σε μια ομάδα 30 παιδιών, που έστεκαν πίσω από ένα φράχτη με συρματόπλεγμα. Τα πλησίασε. Τα λόγια του συγκινούν. «Μου είπαν "όταν ο καιρός είναι κακός και δεν μπορείς να προσγειωθείς, μην στενοχωριέσαι για εμάς. Μπορούμε να ζήσουμε με λίγο φαγητό. Αν όμως χάσουμε την ελευθερία μας, ίσως να μην την αποκτήσουμε ποτέ ξανά"».

Συγκινημένος ο Γκέιλ έψαξε στις τσέπες του. Βρήκε δύο τσίχλες και τις έδωσε στα παιδιά, τα οποία τις έκοψαν σε πολύ μικρά κομμάτια και τις μοιράστηκαν. Όσα δεν πρόλαβαν να φάνε, μύριζαν απλώς το περιτύλιγμα.

«Το παρελθόν του Χίτλερ και το μέλλον του Στάλιν ήταν ο εφιάλτης τους. Φρίκαρα, έχασα το χρόνο» είχε πει σε συνέντευξή του στο HistoryNet. Και τότε αποφάσισε ότι έπρεπε να κάνει κάτι γι’ αυτά τα στερημένα παιδιά. Τους υποσχέθηκε λοιπόν ότι την επόμενη μέρα θα τους πέταγε από τα αεροπλάνο γλυκά. «Πώς θα ξέρουμε ότι είσαι εσύ στο αεροπλάνο;» τον ρώτησαν γεμάτα απορία. Εκείνος τους είπε «θα κουνήσω τα φτερά του αεροπλάνου». Και αυτό έκανε…

Ο πιλότος ξεκίνησε τη δική του προσωπική αποστολή χωρίς αρχικά να πάρει άδεια από τους ανωτέρους του. Μαζί με τον συγκυβερνήτη και το μηχανικό του αεροσκάφους συγκέντρωσαν την απαραίτητη ποσότητα με τις καραμέλες. Το φορτίο ήταν όμως βαρύ και ο Γκέιλ έπρεπε να σκεφτεί έναν τρόπο ώστε να αποφευχθούν τραυματισμοί παιδιών κατά την πτώση στο έδαφος. Έφτιαξε λοιπόν μικρά αλεξίπτωτα από μαντήλια πάνω στα οποία έδεσε τα σακουλάκια με τις καραμέλες! Μία φορά την εβδομάδα για τρεις εβδομάδες ο Γκέιλ πέταγε γλυκά και κάθε φορά το πλήθος των παιδιών που συγκεντρώνονταν για να γλυκαθούν όλο και μεγάλωνε.

Οι ανώτεροι του γρήγορα έμαθαν τι είχε συμβεί και δεν δίστασαν στιγμή να στηρίξουν την προσπάθειά του. Τα δέματα με τις προμήθειες από την Αμερική γίνονταν καθημερινά όλο και περισσότερα και η επιχείρηση πτώσης γλυκών άρχισε να γίνεται σε καθημερινή βάση. Ο στόχος του Χάλβορσεν είχε επιτευχθεί. Κάθε παιδί στο Βερολίνο είχε να φάει σοκολάτες και καραμέλες και τα γράμματα με τα χαμόγελα και τις ευχαριστίες κατέκλυζαν την καρδιά του καλοσυνάτου πιλότου.

Συνολικά κατά τη διάρκεια της επιχείρησης έπεσαν στο έδαφος 21 τόνοι γλυκών. Μετά τη συνταξιοδότηση του το 1974 ο Γκέιλ, που παντρεύτηκε δύο φορές, απέκτησε πέντε παιδιά και 24 εγγόνια, συνέχισε να προσφέρει ως εθελοντής στην τοπική κοινότητα της Γιούτας, ενώ συμμετείχε και σε διάφορες παγκόσμιες δράσεις. Εκεί ζει μέχρι και σήμερα μαζί με την αγαπημένη του Lorraine, απέχοντας τρία χρόνια από τη συμπλήρωση ενός αιώνα ζωής.

Ο 97χρονος έχει τιμηθεί με διάφορους τίτλους για τη δράση του τόσο στην Αμερική όσο και στη Γερμανία. Η ουσία των πράξεων του όμως συνοψίζεται στην απάντηση που έδωσε στο δημοσιογράφο του HistoryNet το 2009 όταν τον ρώτησε πώς ένιωθε κάθε φορά που πέταγε τα γλυκά από το αεροπλάνο. «Χωρίς ελπίδα η ψυχή πεθαίνει». Μέσα σε πέντε λέξεις όλο το νόημα της ζωής…