Πρόκειται για μία ιστορία που πραγματικά σε κάνει να απορείς...
Η Σούζαν Σμιθ έδεσε τα δύο παιδιά της στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου της, το έσπρωξε μέσα μια λίμνη και τα άφησε να πνιγούν. Τα δύο αγόρια ήταν μόλις 14 μηνών και 3 ετών τότε.
Δύο δεκαετίες μετά από αυτό το πρωτοφανές έγκλημα που σόκαρε την Βόρεια Καρολίνα και όλη την Αμερική, η Σμιθ αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή της με μία χειρόγραφη επιστολή της στην εφημερίδα «The State».
«Δεν είμαι το τέρας που νομίζει η κοινωνία. Απέχω πολύ από αυτό. Κάτι πήγε πολύ λάθος εκείνη τη νύχτα. Δεν ήμουν ο εαυτός μου.»
Αρχικά η Σμιθ είχε εμφανιστεί στα ΜΜΕ ως η τραγική φιγούρα μίας μητέρας που απεγνωσμένα ζητούσε βοήθεια για να βρει τα δύο παιδιά της, ισχυριζόμενη ότι ένας μαύρος άνδρας τα είχε απαγάγει αφού έκλεψε το αυτοκίνητό της.
Ενώ υποδυόταν τον ρόλο της, έλεγε σε μία συνέντευξη Τύπου το 1994: «Δεν μπορώ καν να σας περιγράψω το πώς αισθάνομαι.
Εννοώ ότι η καρδιά πονάει τόσο πολύ. Δεν μπορώ να κοιμηθώ, να φάω. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα αλλά τους σκέφτομαι.» Και όλα αυτά ενώ έκλαιγε, δήθεν για τα αγνοούμενα παιδιά της.
Η αλήθεια όμως ήταν πολύ πιο σκοτεινή και τρομακτική. Λίγες μέρες μετά η ίδια ομολόγησε στην αστυνομία ότι αυτή δολοφόνησε τα ίδια της τα παιδιά.
Στο γράμμα της η 43χρονη πλέον παιδοκτόνος λέει ότι αφού έπνιξε τα δύο αγόρια της είχε σκοπό να αυτοκτονήσει επειδή δεν ήξερε το πώς να πει σε όλους ότι οι γιοι της ήταν νεκροί.
«Ήθελα να αυτοκτονήσω και να αφήσω ένα σημείωμα στο οποίο θα έλεγα τι έγινε. Δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να αντικρίσω την οικογένειά μου μετά από την αποκάλυψη της αλήθειας.»
Η Σμιθ στο γράμμα της επιμένει ότι είναι μία καλή μητέρα που αγαπούσε τα παιδιά της και αρνείται τους ισχυρισμούς ότι τα σκότωσε επειδή ήθελε απλώς να είναι με έναν άνδρα με τον οποίο είχε παράλληλη σχέση. «Δεν υπήρχε κίνητρο και δεν ήταν σχεδιασμένο. Δεν ήμουν καλά στο μυαλό μου.»
«Αυτό είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι της ιστορίας», καταλήγει.