Κανένα παγκόσμιο ρεκόρ δεν θα μπορεί να βελτιωθεί περισσότερο από 0,05% μετά το 2027.
Αυτό ήταν το συμπέρασμα, όπως αναφέρει δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας Marca, στο οποίο κατέληξε μια ομάδα γάλλων επιστημόνων, εμπειρογνωμόνων στον τομέα της βιολογίας και της αθλητιατρικής, που για οκτώμισι χρόνια μελέτησαν 3.263 παγκόσμια ρεκόρ.
Η μελέτη τους, δημοσιεύθηκε με τον τίτλο «το τέλος του «Citius», αναφέρει την εξέλιξη των παγκόσμιων ρεκόρ, παρατηρώντας τι έχει συμβεί στο στίβο και στην κολύμβηση στους τρεις τελευταίους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η υπέροχη εικόνα στο Πεκίνο το 2008, όπου «έσπασαν» 58 Ολυμπιακά και 33 παγκόσμια ρεκόρ, αποδείχθηκε παραπλανητική. Τα ραντεβού στο Λονδίνο το 2012 (22 Ολυμπιακά και 15 παγκόσμια ρεκόρ) και στο Ρίο το 2016 (32 Ολυμπιακά ρεκόρ και 15 παγκόσμια) προσγείωσαν στην πραγματικότητα.
Πάντως τα ρεκόρ των δύο τελευταίων διοργανώσεων παραμένουν περισσότερα από εκείνα της Αθήνας το 2004 (18 παγκόσμια ρεκόρ και 27 Ολυμπιακά).
Από το τέλος των τελευταίων Αγώνων που έγιναν στην Ασία, στίβος και κολύμβηση, που ενσαρκώνουν όσο κανένα άλλο άθλημα τις δυνατότητες του ανθρώπινου σώματος και το Ολυμπιακό πνεύμα, σύμφωνα με το δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας, τα ρεκόρ έχουν υποστεί μια γενικευμένη επιβράδυνση.
Αν συγκρίνουμε το μέσο όρο των παγκοσμίων ρεκόρ στο χρόνο, τόσο στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όσο και στις άλλες επίσημες διοργανώσεις σε κάθε ένα από τα 46 Ολυμπιακά αγωνίσματα μεταξύ του 1988 και του 2008 με τα παγκόσμια ρεκόρ μεταξύ 2009 και 2016, διαπιστώνεται ότι το ανθρώπινο σώμα έχει φτάσει στα όριά του.