Σύμφωνα με το Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσεων (CDC), ο μέσος όρος προσδόκιμου ζωής των γυναικών στις ΗΠΑ, είναι στα 81 έτη, ενώ για τους άνδρες, είναι στα 76 έτη.
Σε όλον τον κόσμο, οι γυναίκες ζουν περισσότερο από τους άνδρες, κατά μέσο όρο.
Απάντηση στο ερώτημα γιατί συμβαίνει αυτό, δίνει η Βιρτζίνια Ζαρούλι, καθηγήτρια δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Δανίας.
Ο ρόλος των βιολογικών παραγόντων
Δύο από τις βασικούς παράγοντες, είναι βιολογικοί, αναφέρει.
Η πρώτη αιτία έχει να κάνει με διαφορές στις ορμόνες φύλου, τουλάχιστον σε cisgender άτομα (εκείνοι των οποίων το φύλο ταιριάζει με το βιολογικό φύλο που τους αποδόθηκε στη γέννηση). Οι cisgender γυναίκες παράγουν παραπάνω οιστρογόνα και λιγότερη τεστοστερόνη από τους cisgender άνδρες. Τα οιστρογόνα παρέχουν προστασία απέναντι σε ένα μεγάλο εύρος ασθενειών, όπως καρδιακές παθήσεις, σύμφωνα με μελέτη του 2017.
Από την άλλη πλευρά, υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης, συνδέονται με αυξημένους κινδύνους για κάποιες ασθένειες όπως καρκίνος του ενδομητρίου και του μαστού στις γυναίκες και καρκίνος του προστάτη στους άνδρες, σύμφωνα με έρευνα του 2020.
Η τεστοστερόνη έχει σχετιστεί και με υψηλά επίπεδα επιθετικότητας, που μπορεί να αυξήσουν τις πιθανότητες θανάτου σε νεαρότερη ηλικία, αναφέρει η Ζαρούλι.
Υπάρχει ακόμα και ένα γενετικό συστατικό «στο παιχνίδι». Οι άνθρωποι έχουν δύο χρωμοσώματα φύλου. Το «Χ» και το «Υ».
Οι cis γυναίκες έχουν δύο «Χ» χρωμοσώματα και οι cis γυναίκες ένα «Χ» και ένα «Υ».
«Εάν το καλοσκεφτείτε, το χρωμόσωμα "Υ" είναι ένα χρωμόσωμα "Χ" με ένα πόδι να του λείπει. Λείπει γενετικό υλικό», τονίζει η καθηγήτρια και συμπληρώνει:
«Οι γυναίκες έχουν αυτό το διπλό "Χ" χρωμόσωμα -έξτρα γενετικό υλικό- που τους επιτρέπει, πχ., να έχουν ένα εναλλακτικό σχέδιο εάν υπάρχει μια κακή μετάλλαξη σε ένα από τα δύο "Χ" χρωμοσώματα. Το άλλο "Χ", μπορεί να τις αφήσει να ζήσουν έτσι κι αλλιώς».
Αυτή είναι η ιστορία για ασθένειες όπως η αιμοφιλία, ένα είδος διαταραχής της αιμορραγίας και μυϊκή δυστροφία, που προκαλεί προοδευτική αδυναμία.
Αυτό το βιολογικό πλεονέκτημα, δίνει στις γυναίκες -κατά μέσο όρο- έναν χρόνο μεγαλύτερου προσδόκιμου ζωής, όταν είναι νεαρές ενήλικες σε σχέση με τους άνδρες, σύμφωνα με έρευνα του 2003 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Population and Development Review σε πάνω από 11.000 καθολικές καλόγριες και καλόγερους που έζησαν μεταξύ 1890 και 1995.
Η Ζαρούλι τονίζει ότι με καθαρά θρησκευτικούς όρους, άνδρες και γυναίκες έχουν παρόμοιο τρόπο ζωής και τα δύο φύλα αποφεύγουν επικίνδυνες συμπεριφορές. Ως εκ τούτου, η διαφορά τους στη μακροζωία είναι πιθανώς βιολογική. Ωστόσο, η μελέτη δεν κάνει αναφορά στο προσδόκιμο ζωής από τη γέννηση αλλά από την νεανική ενηλικίωση, οπότε η διαφορά στο συνολικό προσδόκιμο ζωής, είναι πιθανώς μεγαλύτερη.
Σύμφωνα με την καθηγήτρια, η βιολογία δίνει στις γυναίκες περίπου δύο επιπλέον χρόνια ζωής, ανά μέσο όρο.
«Κατά μέσο όρο, οι γυναίκες ζουν τέσσερα ή πέντε χρόνια παραπάνω από τους άνδρες», δηλώνει η Ζαρούλι. Οπότε τι είναι αυτό που αντιπροσωπεύει το υπόλοιπο πλεονέκτημα επιβίωσής τους;
Όπως αναφέρει, οι κοινωνικοί παράγοντες παίζουν μεγάλο ρόλο. Οι άνδρες συνήθως καπνίζουν περισσότερο και πίνουν αλκοόλ πιο συχνά από τις γυναίκες.
Οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να εμπιστευθούν την υγιεινή διατροφή σε αντίθεση με τους άνδρες, όπως έδειξε έρευνα του 2020. Και μάλιστα, το 33% των γυναικών είναι πιο πιθανό να επισκεφθεί έναν γιατρό, με εξαίρεση τις περιπτώσεις εγκυμοσύνης, από ότι οι άνδρες, σύμφωνα με μελέτη του CDC του 2021.
Το χάσμα στο προσδόκιμο ζωής δεν ήταν πάντα τόσο ευρύ όπως σήμερα. Αρχεία θνητότητας δείχνουν ότι οι γυναίκες δεν ζούσαν πάντα περισσότερο από τους άνδρες μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, σύμφωνα με σχετικές αναφορές.
Μέχρι τότε, μολυσματικές ασθένειες «χτυπούσαν» εξίσου και τα δύο φύλα ενώ συχνά οι γυναίκες πέθαιναν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
Από τα μέσα του '70, το κενό ανάμεσα ανάμεσα στο πιθανό και στο καταγεγραμμένο προσδόκιμο ζωής, άρχισε να αυξάνεται για τις γυναίκες εξαιτίας του καπνίσματος, όπως δείχνει μελέτη του 2011.