Πάντα αναρωτιόμασταν γιατί η Άνοιξη αποτελεί την εποχή κατά την οποία οι αλλεργίες παρουσιάζουν την απόλυτη έξαρση.
Ως γνωστόν η Άνοιξη, είναι η μόνη εποχή του χρόνου που φυσιολογικά συνδέεται με την εμφάνιση εποχικών αλλεργιών.
Τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο αυτό έχει λάβει σημαντικές διαστάσεις, είτε διότι οι συγκεντρώσεις γύρης στην ατμόσφαιρα είναι πολύ υψηλότερες σε σχέση µε το παρελθόν, είτε διότι το ανοσοποιητικό μας σύστημα πλέον δεν βρίσκεται και στην καλύτερη δυνατή κατάστασή του.
Τι λοιπόν προκαλεί τις αλλεργίες της Άνοιξης;
Το πιο συχνό αίτιο που πυροδοτεί τις εποχικές αλλεργίες είναι η γύρη, μικροσκοπικοί κόκκοι της οποίας απελευθερώνονται στον αέρα από τα δέντρα, τα λουλούδια και το γρασίδι. Η είσοδος της γύρης στην ρινική οδό κάποιου ο οποίος είναι αλλεργικός προκαλεί την αντίδραση του ανοσοποιητικού του συστήματος. Το ανοσοποιητικό σύστημα λανθασμένα βλέπει τη γύρη σαν ξένο εισβολέα, για αυτό και απελευθερώνει αντισώματα (τις ουσίες που φυσιολογικά αναγνωρίζουν και επιτίθενται σε βακτήρια και ιούς). Τα αντισώματα επιτίθενται στα αλλεργιογόνα τα οποία απελευθερώνουν στο αίμα χημικές ουσίες, οι οποίες ονομάζονται ισταµίνες. Οι ισταµίνες προκαλούν ρινική καταρροή και φαγούρα στα µάτια.
Με μία πρώτη σκέψη ας αναλύσουμε την ετυμολογία των λέξεων αλλεργία – αλλεργικό, η οποία προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις ἄλλος και ἔργον. Αυτές ακριβώς προσδιορίζουν και τη φυσιολογία των διαφόρων αλλεργιών: Το άλλος (=διαφορετικός από το φυσιολογικό) και έργον (=δράση του οργανισμού).
Δηλαδή αλλεργία (άλλη + εργία) σημαίνει «λάθος ή άλλη δράση» του ανοσοποιητικού από εκείνη που είναι προγραμματισμένο να επιτελέσει. Τα τελευταία χρόνια γνωρίζουμε τον απόλυτο ρόλο και τη σπουδαιότητα της βιταμίνης D στη ρύθμιση των λειτουργιών του ανοσοποιητικού. Είναι γνωστό ότι η βασική της ιδιότητα αποτελεί η εκλεκτική ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος. Με αυτό το δεδομένο και λόγω αυτής της ιδιαιτερότητας είναι περίπου αναμενόμενη η κομβική εμπλοκή της βιταμίνης D στις ανοιξιάτικες αλλεργίες.
Εποχικά επίπεδα βιταμίνη D και ανοιξιάτικες αλλεργίες
H βιταμίνη D σχετίζεται ως ανοσορρυθμιστικός παράγοντας με την προστασία (και) από τις ανοιξιάτικες αλλεργίες (Van Belle et al. 2011). Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Κρήτη, μία περιοχή με υψηλή ηλιοφάνεια τους περισσότερους μήνες του χρόνου, τα άτομα παρουσιάζουν μικρότερη πιθανότητα να εμφανίσουν τα σχετικά συμπτώματα. Πέρα όμως από το θεωρητικό υπόβαθρο υπάρχουν και οι επιστημονικές επισημάνσεις, οι οποίες τονίζουν ότι οι ανοιξιάτικες αλλεργίες μπορούν να οφείλονται στα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D στο σώμα. Πως συμβαίνει αυτό;
Κατά παράδοξο τρόπο στην μελέτη της διακύμανσης των εποχιακών (μηνιαίων) επιπέδων της βιταμίνης D, όλες οι επιστημονικές αναφορές συμφωνούν, ότι ο Μάρτιος αποτελεί το μήνα κατά τον οποίο τα επίπεδα της βρίσκονται στο ναδίρ, δηλαδή στα χαμηλότερα επίπεδα μεταξύ όλων των μηνών (Papadakis etal. 2015). Απολύτως λοιπόν λογικά μέχρι την άνοιξη (Μάρτιο και Απρίλιο) και εφόσον το χειμερινό ηλιακό φως δεν επαρκεί για την σύνθεση της βιταμίνης D στο δέρμα (Holicketal. 1994), προοδευτικά τα επίπεδα της βιταμίνης D βρίσκονται στα χαμηλότερα ετήσια επίπεδά τους. Στην περίπτωση των αλλεργιών παρατηρείται το φαινόμενο γνωστό ως delayed response ή delayed reaction (καθυστερημένη απάντηση ή αντίδραση), το οποίο εξηγεί το γιατί η έξαρση των συμπτωμάτων εμφανίζεται σχετικά καθυστερημένα. Σύμφωνα με τη σχετική θεωρεία, η αλλεργική αντίδραση λαμβάνει χώρα μετά από αρκετές ημέρες είτε έκθεσης σε έναν επαγωγέα, είτε ύπαρξης ενός πραγματικού αιτίου που δεν είναι άλλο από τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D (Prietletal. 2013).
Το μουρουνέλαιο στην αντιμετώπιση των ανοιξιάτικων αλλεργιών
Πολλοί διατείνονται ότι για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων των ανοιξιάτικων αλλεργιών είναι απαραίτητη η φαρμακευτική αγωγή. Ωστόσο υπάρχει και η άλλη άποψη που προσωπικά πιστεύω ότι είναι και η ορθότερη. Σύμφωνα με αυτή, είναι σημαντική η αντιμετώπιση της βάσης του προβλήματος που δεν είναι άλλη από το ίδιο το ανοσοποιητικό μας. Προς την κατεύθυνση αυτή συμβάλει αποτελεσματικά το μουρουνέλαιο.
Το μουρουνέλαιο, πέρα από την πλούσια περιεκτικότητα του σε βιταμίνη D (10 μg/5ml) αποτελεί εξαιρετική πηγή ωμέγα-3 λιπαρών (DHA 600 mg/5ml και ΕΡΑ 400 mg/5ml). Τα ωμέγα-3 λιπαρά είναι γνωστά για τις σπουδαίες αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές τους, οι οποίες είναι άκρως απαραίτητες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ανοιξιάτικων αλλεργιών.
Όμως το δεδομένο αυτό έχει και συνεργική σημασία αφού ως γνωστόν η βιταμίνη D είναι μία λιποδιαλυτή βιταμίνη, η οποία απορροφάται στο μέγιστο όταν συνυπάρχει με περιβάλλον λίπους, γεγονός το οποίο συμβαίνει απόλυτα στην περίπτωση του μουρουνέλαιου. Αυτό ακριβώς αποτελεί και το πιο σημαντικό διατροφικό πλεονέκτημα του μουρουνέλαιου, δηλαδή το ότι πραγματικά περιέχει έναν μοναδικό συνδυασμό συνύπαρξης βιταμίνης D και ω-3 λιπαρών, τον οποίο δεν θα βρείτε σε κανένα συμπλήρωμα διατροφής.
Έτσι η θρεπτική υπεροχή του συγκεκριμένου συνδυασμού έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι προσφέρει ταυτόχρονα Ανοσορρυθμιστική και Αντιφλεγμονώδη προστασία. Εάν στην εξίσωση προσθέσετε και το γεγονός της επίσης πλούσιας περιεκτικότητάς του σε βιταμίνη Α (250 μg/5ml) και βιταμίνη Ε (10 mg/5ml) για την αντιοξειδωτική προστασία των ωμέγα-3, θα καταλάβετε το γιατί θωρακίζει αποτελεσματικά το αμυντικό σύστημα και προσφέρει σπουδαία Ανοσοποιητική Θωράκιση.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία του 1960 χρησιμοποιήθηκε εκτενώς για την ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, τόσο των παιδιών όσο και των ενηλίκων, χαρακτηρίζοντας διατροφικά τα άτομα της συγκεκριμένης γενιάς.