Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024 -

Βίκτωρ Ουγκό ο Γάλλος μυθιστοριογράφος ποιητής και δραματουργός στο doodle της Google



Στο doodle της google σήμερα η φιγούρα του Victor Hugo. Η μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης  τιμά τον Γάλλο μυθιστοριογράφος ποιητή και δραματουργό.

«Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς»

O ποιο σημαντικός και προβεβλημένος εκπρόσωπος του κινήματος του γαλλικού ρομαντισμού.

Το σημερινό Doodle περιγράφει μερικά από τα πιο γνωστά έργα του, όπως η Notre Dame de Paris (1831) και τη συλλογή ποιημάτων Les Contemplations (1856).

Ο  ποιητής του νέου κόσμου, ο προφητικός, παραισθησιακός φιλόσοφος και μυθοπλάστης μιας ριζικά νέας εποχής.

Από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του αντιλήφθηκε το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικάκαθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες. Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό. Την τελευταία περίοδο της ζωής του γνώρισε τη λατρεία του γαλλικού έθνους, ταυτιζόμενος με την ίδια τη Γαλλία, όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του Lettre à une femme (Γράμμα σε μία γυναίκα): "Je ne sais plus mon nom, je m'appelle Patrie!" (Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς).

Οικογένεια και η ζωή του

Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν του Νομού Φρανς-Κοντέ (Franche-Comté) της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιος του Ιωσήφ Ουγκώ και της Σοφί Τρεμπισέ. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το 1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.

Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι.

Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας. Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Φεγιαντίν(Feuillantines). Όμως η πτώση του Ναπολέοντα στέρησε την οικογένεια Ουγκώ από την άνετη και πλούσια ζωή.

Ο πατέρας, που είχε φτάσει τον βαθμό του κόμητος, τέθηκε υπό περιορισμό στο Μπλουά και του περιόρισαν το εισόδημα μόλις σε 40 λίρες το χρόνο. Η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στο Παρίσι, όπου μόλις που τα έβγαζαν πέρα με τα λίγα χρήματα που είχαν.

Ο Βίκτωρ Ουγκώ διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου (Collège Louis-le Grand).

Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Η πρώιμη φιλοδοξία του τον έσπρωξε να γράψει σε ηλικία μόλις 14 ετών σε μία εφημερίδα της εποχής: "Je veux être Chateaubriand ou rien" (Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα).

Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για κάποιο ποίημά του και το 1819 βραβεύτηκε από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse). Ο Σατωβριάνδος αποκάλεσε τον Ουγκώ "εξαιρετική φυσιογνωμία", προφητεύοντας έτσι το μεγάλο μέλλον του νεαρού συγγραφέα. Αυτά τα γεγονότα έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιος του στην Πολυτεχνική Σχολή.

Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή. Άλλωστε τα βραβεία ποιήσεως που κέρδισε, του έδωσαν θάρρος να συνεχίσει.

Αν και επί ένα έτος ήταν αναγκασμένος να μένει σε μία σοφίτα επί της οδού Ντι Ντραγκόν, παρέα με ποντίκια, έγραφε ωστόσο με μεγάλη επιμέλεια, επιμονή και αυτοπεποίθηση, αρετές που δεν του έλειψαν ποτέ στη ζωή του.

Από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του αντιλήφθηκε το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικά καθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες. Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό.

Ο νεαρός ποιητής θαμπώνεται λοιπόν από τον Φρανσουά-Ρενέ ντε Σατομπριάν και δηλώνει: «Θέλω να είμαι ή Σατωβριάνδος ή τίποτα!». Η πρώτη ποιητική συλλογή του Ουγκό κυκλοφορεί το 1824, προοιωνίζοντας το μέλλον του στα λογοτεχνικά πράγματα της Γαλλίας. Κι έτσι σε ηλικία μόλις 20 ετών, ο νεαρός ποιητής βρίσκεται να λαμβάνει βασιλικό επίδομα από τον Λουδοβίκο ΙΗ΄, για να αφιερωθεί απερίσπαστος στο συγγραφικό του έργο.

Κι έτσι το δεύτερο ποιητικό του πόνημα, οι «Ωδές και Μπαλάντες», θα κυκλοφορήσει δύο χρόνια αργότερα, το 1826, εγκαθιδρύοντας τον φέρελπι συγγραφέα στο λογοτεχνικό στερέωμα της Γαλλίας ως μάστορα της λυρικής και δημιουργικής γραφής.

Ο Βίκτορ Ουγκό συνδέθηκε ερωτικά με την παιδική του φίλη Adele Foucher και παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις της μητέρας του, συνέχισε να τη βλέπει κρυφά. Όταν λοιπόν η σκληροπυρηνική Σοφί πέθανε το 1821, ο δρόμος ήταν ανοιχτός για τον Ουγκό να κάνει τη σχέση του δημόσια.

Το ζευγάρι παντρεύεται την επόμενη χρονιά και το 1823 υποδέχεται τον πρώτο του γιο, ο οποίος θα πεθάνει ωστόσο σε παιδική ηλικία. Ο Ουγκό απέκτησε άλλα τέσσερα παιδιά και παρέμεινε στο πλευρό της συζύγου του μέχρι τον θάνατό της, το 1868…

Το 1829, ο Ουγκό δημοσιεύει το μυθιστόρημα «Η τελευταία μέρα ενός θανατοποινίτη», που βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα, το οποίο αποδεικνύεται εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία! Ο ίδιος φιγουράρει πια ως ανατόμος των κοινωνικών συνθηκών και μέγας πολέμιος της θανατικής ποινής.

Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία όμως ως μυθιστορηματογράφος θα έρθει λίγο αργότερα, όταν θα χαρίσει στην ανθρωπότητα την «Παναγία των Παρισίων», η οποία δημοσιεύεται το 1831 και μεταφράζεται σχεδόν αμέσως σε πλήθος γλωσσών!

Ταυτοχρόνως, το βιβλίο μετατρέπει τον καθεδρικό ναό του Παρισιού, τη Νοτρ Νταμ, σε τουριστικό αξιοθέατο και καταλήγει σε μια ανανέωση του ενδιαφέροντος για την εκτίμηση αλλά και τη διατήρηση των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς…

Την ίδια εποχή, ο Ουγκό αρχίζει να δουλεύει πάνω στο σημαντικότερο έργο του, αυτό που θα τον εκτοξεύσει στη λογοτεχνική κορυφή των κλασικών συγγραφέων: «Οι Άθλιοι» χρειάστηκαν 17 σχεδόν χρόνια για να ολοκληρωθούν και εκδίδονται το 1872!

Το έργο συγκεντρώνει διθυραμβικές κριτικές και κάνει τον Ουγκό έναν ιδιαιτέρως πλούσιο άνθρωπο, με τον αντίκτυπό του στην ταραγμένη εποχή της Γαλλίας και τις κοινωνικές συγκρούσεις να παραμένει αξεπέραστος από λογοτεχνικό έργο.

Ταγμένος πλέον στα δημοκρατικά ιδεώδη και μεγάλος υπέρμαχος κάθε κινήματος ανεξαρτησίας στον πλανήτη, ο Ουγκό εκλέγεται το 1841 μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Τότε είναι που αρχίζει να δείχνει απαράμιλλο ενδιαφέρον για τα κοινά, όντας ανοιχτά υπέρ της δημοκρατικής διακυβέρνησης.

Ο μεγάλος φιλέλληνας διατηρεί σχέσεις με την πνευματική ιντελιγκέντσια του τόπου μας και παραμένει στο πλευρό των αγωνιζόμενων Ελλήνων από το 1821 μέχρι και τον αγώνα της Κρήτης. Σε μήνυμά του προς τους σκλαβωμένους Κρήτες (1867), παρατηρεί: «Η Κρήτη είναι η Ελλάδα. Υπολογίζετε σε εμένα ως συγγραφέα και πολίτη ... Ανήκω στην Ελλάδα όσο και στην Ιταλία. Θα έδινα για την Ελλάδα τους στίχους μου, όπως ο Τυρταίος, και το αίμα μου, όπως ο Βύρωνας ... Η ιερή σας πατρίδα έχει την πιο βαθιά μου αγάπη. Σκέφτομαι την Αθήνα όπως σκέπτεται κανείς τον ήλιο». Και βέβαια υπογράφει: «Ο αδελφός σας, Βικτωρ Ουγκό»…

Το 1841, ο βασιλιάς Λουδοβίκος-Φίλιππος τον προάγει στο ανώτατο αξίωμα που θα μπορούσε να λάβει πολίτης (μέλος της Άνω Βουλής) και ο Ουγκό, ριζοσπάστης δημοκρατικός, καταφέρεται δημόσια κατά της θανατικής ποινής και της κοινωνικής αδικίας. Το ακτιβιστικό του έργο και η προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα τον μετατρέψουν σε λαμπρή μορφή του πολιτικού κόσμου της χώρας, ενώ κατά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β΄ Γαλλικής Δημοκρατίας, ο Ουγκό θα βρεθεί στα κοινοβουλευτικά έδρανα ως βουλευτής του Παρισιού, τόσο στη Συντακτική όσο και τη Νομοθετική Συνέλευση!

Η πραξικοπηματική παλινόρθωση της μοναρχίας όμως το 1851 από τον Λουδοβίκο-Ναπολέοντα αναγκάζει τον ποιητή να αυτοεξοριστεί στα νησιά της Νορμανδίας, καθώς από την πρώτη στιγμή τού επιτέθηκε δημόσια με πύρινους λόγους! Σε κατάσταση εξορίας-αυτοεξορίας θα παραμείνει ο Ουγκό μέχρι το 1870, με τον λόγο του να ριζοσπαστικοποιείται ακόμα πιο πολύ στα 20 αυτά χρόνια, γεγονός που φανερώνεται στα καταγγελτικά μανιφέστα του για τον Ναπολέοντα Γ΄.

Παρά το γεγονός ότι τα αντιπολιτευτικά του έργα κατά της μοναρχίας απαγορεύονται και κατάσχονται, αυτό δεν θα τους στερήσει φυσικά τη δυνατότητα να γίνουν ανάρπαστα σε όλο τον κόσμο.

Το 1859, όταν δόθηκε χάρη σε όλους τους πολιτικούς εξόριστους του αυτοκρατορικού καθεστώτος, ο Ουγκό δεν επιστρέφει στη Γαλλία, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη ναπολεόντεια δυναστεία, και δηλώνει πως δεν θα γυρίσει στη χώρα του μέχρι να ανατραπεί η μοναρχία. Πράγμα που συμβαίνει τελικά με την Γ΄ Γαλλική Δημοκρατία και ο Ουγκό επιστρέφει θριαμβευτικά στη Γαλλία για να αναλάβει θέση βουλευτή στην Εθνοσυνέλευση…

 

 

Η τραγωδία και ο θάνατος

Ο Ουγκό κατεβαίνει στις δημοκρατικές εκλογές του 1872 και παρά το όνομα και το κύρος του, χάνει. Τότε είναι που τον χτυπά η τραγωδία, χάνοντας τη σύζυγό του το 1868, τη μακροχρόνια ερωμένη του το 1883 και δύο από τα παιδιά του (ένα τρίτο κλείστηκε σε άσυλο φρενοβλαβών).

Παρά τη συνεχώς επιδεινούμενη υγεία του, ο Ουγκό δεν εγκαταλείπει τη δημόσια ζωή και τους αγώνες και το 1876 εκλέγεται ισόβιο μέλος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης. Και το 1881, όταν έκλεισε το 80ό έτος της ηλικίας του, τα γενέθλιά του γιορτάζονται με τη μεγαλύτερη παρέλαση που έγινε ποτέ στη Γαλλία για αντίστοιχο γεγονός. Ήταν πια ταυτισμένος με τη δημοκρατία, με την ίδια τη Γαλλία, τέτοιες ήταν οι τιμές που απολάμβανε. Εξάλλου το ομολογεί και ο ίδιος: «Δεν γνωρίζω πλέον το όνομά μου. Ονομάζομαι Πατρίδα».

Ο Βίκτωρ Ουγκό πέθανε στις 22 Μαΐου 1885, σε ηλικία 83 ετών. Ο θάνατός του έριξε τη σκιά του στη δημόσια ζωή του τόπου του και εκατομμύρια άνθρωποι έκλαψαν για τον χαμό του κορυφαίου συγγραφέα, του μεγάλου αυτού πολιτικού άντρα.