Η πρώτη συνθήκη για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο, εγκρίθηκε χθες από την πλειοψηφία των μελών του ΟΗΕ και ήδη επικρίνεται από τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες καθώς θεωρούν ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα εργαλείο «παρακολούθησης» των πάντων σε παγκόσμια κλίμακα.
Έπειτα από τριετείς διαπραγματεύσεις και μία έσχατη 15ήμερη σύνοδο στην Νέα Υόρκη, η «Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο» εγκρίθηκε με συναίνεση και θα υποβληθεί στην Γενική Συνέλευση για επίσημη έγκριση.
“Θεωρώ ότι τα κείμενα (…) εγκρίθηκαν. Ευχαριστώ πολύ και μπράβο σε όλους!”, δήλωσε χειροκροτούμενη η Φαουζία Μπουμάιζα Μεμπάρκι, πρόεδρος της διακυβερνητικής επιτροπής που συστάθηκε το 2019 για την σύνταξη της συνθήκης με βάση ρωσική πρόταση.
Η νέα συνθήκη, η οποία μπορεί να τεθεί σε ισχύ αφού επικυρωθεί από 40 κράτη, έχει ως στόχο “την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο” και την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα και ειδικότερα στην παιδική πορνογραφία και το ξέπλυμα χρήματος.
“Δείξαμε την σημασία της πολιτικής βούλησης και την συλλογική μας αποφασιστικότητα για την παρεμπόδιση και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο χάρη στην διεθνή συνεργασία”, δήλωσε η εκπρόσωπος της Νότιας Αφρικής χαιρετίζοντας μία “ιστορική σύμβαση”.
“Η τεχνική βοήθεια και η ενίσχυση των ικανοτήτων θα προσφέρουν την αναγκαία υποστήριξη στις χώρες που διαθέτουν λιγότερο ανεπτυγμένες υποδομές”, πρόσθεσε.
Όμως, οι επικριτές της σύμβασης, μία ασυνήθιστη συμμαχία ανάμεσα σε υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, καταγγέλλουν ότι το πλαίσιο που τίθεται είναι υπερβολικά ευρύ.
Το κείμενο προβλέπει ότι ένα κράτος μπορεί, για να ερευνήσει ένα έγκλημα που επισείει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τεσσάρων ετών, να ζητήσει από τις αρχές άλλου κράτους κάθε ηλεκτρονικό στοιχείο που συνδέεται με το έγκλημα αυτό και επίσης να ζητήσει δεδομένα από παρόχους πρόσβασης.
“Θα είναι καταστροφή για τα ανθρώπινα δικαιώματα και μία σκοτεινή για τον ΟΗΕ στιγμή”, δήλωσε η Ντέμπορα Μπράουν, της Human Rights Watch, μιλώντας για “ένα άνευ προηγουμένου πολυμερές εργαλείο παρακολούθησης”.
“Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταστολή των δημοσιογράφων, των ακτιβιστών, των μελών της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+, των ελεύθερων στοχαστών και άλλων πέρα από σύνορα”, πρόσθεσε.
Στο πλαίσιο αυτό, η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου εξέφρασε επιφυλάξεις σχετικά με το κείμενο και κάλεσε τα κράτη “να διασφαλίσουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα βρίσκονται στο επίκεντρο της Σύμβασης”.
“Οι υπερασπιστές των δικαιωμάτων, οι ερευνητές και τα παιδιά δεν πρέπει να φοβούνται ποινικοποίηση των προστατευόμενων δραστηριοτήτων”, επεσήμανε στο Χ.
Αν και η εκστρατεία για την καταπολέμηση της παιδικής πορνογραφίας και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών δημιουργεί ευρεία συναίνεση, ορισμένοι ανησυχούν για πιθανή ποινικοποίηση προσωπικών σέλφι ή οπτικού υλικού που πήρε ένας ανήλικος κατά την διάρκεια μίας συναινετικής σεξουαλικής σχέσης.
“Δυστυχώς, η επιτροπή υιοθέτησε μία σύμβαση χωρίς να απαντά σε πλήθος ελαττωμάτων που επισημάνθηκαν από την κοινωνία των πολιτών, τον ιδιωτικό τομέα και ακόμη και από το όργανο του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου”, καταγγέλλει ο Νικ Αστον-Χαρτ, επικεφαλής της αντιπροσωπείας της οργάνωσης Cybersecurity Tech Accord στις διαπραγματεύσεις, στην οποία συμμετέχουν περισσότερες από 100 εταιρείες του τομέα όπως οι Microsoft και Meta.
“Δεν πιστεύουμε ότι τα κράτη θα πρέπει να υπογράψουν ή να εφαρμόσουν αυτήν την σύμβαση”, πρόσθεσε.