Πενήντα χρόνια μετά την πρώτη προσσελήνωση (21 Ιουλίου 1969) και τη συλλογή σεληνιακών δειγμάτων βάρους 21,6 κιλών από τον Νιλ Άρμστρονγκ και τον Μπαζ Όλντριν, επιστήμονες στη Γερμανία έκαναν νέες γεωχημικές αναλύσεις σε εκείνα, καθώς και σε κατοπινά δείγματα που είχαν φέρει οι αστροναύτες των αποστολών «Απόλλων», και υπολόγισαν ότι η Σελήνη είναι γηραιότερη από ό,τι νομίζαμε.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Γεωλογίας και Ορυκτολογίας του Πανεπιστημίου της Κολωνίας, με επικεφαλής τον δρ Μάξγουελ Μ. Θίμενς, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γεωεπιστημών Nature Geoscience, εστίασαν στις χημικές «υπογραφές» των διαφορετικών ειδών σεληνιακών δειγμάτων.
Η Σελήνη πιθανότατα σχηματίστηκε μετά από μια γιγάντια σύγκρουση ανάμεσα σε ένα σώμα με το μέγεθος του Άρη και την πρώιμη Γη. Σταδιακά το φεγγάρι δημιουργήθηκε από την προσκόλληση των περιφερόμενων υλικών που είχαν εκτιναχθεί σε τροχιά γύρω από τον νεαρό πλανήτη μας. Αρχικά ο νεογέννητος δορυφόρος μας καλυπτόταν από έναν καυτό ωκεανό μάγματος, από όπου –καθώς ψυχόταν– σχηματίστηκαν διάφορα σεληνιακά πετρώματα.
«Αυτά τα πετρώματα κατέγραψαν πληροφορίες για το σχηματισμό της Σελήνης, οι οποίες είναι δυνατό να βρεθούν ακόμη στη σεληνιακή επιφάνεια. Τέτοιες παρατηρήσεις δεν είναι πια εφικτές στη Γη, καθώς ο πλανήτης μας είναι γεωλογικά ενεργός εδώ και πολύ καιρό. Έτσι, η Σελήνη παρέχει μια μοναδική ευκαιρία να μελετήσουμε την πλανητική εξέλιξη», ανέφερε ο ερευνητής δρ Πέτερ Σπρουνγκ.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τη σχέση ανάμεσα στα σπάνια στοιχεία ουράνιο, άφνιο και βολφράμιο ως μέσο για να υπολογίσουν την ηλικία του φεγγαριού. Τα δύο τελευταία συνιστούν ένα φυσικό ραδιενεργό ρολόι, καθώς το ισότοπο άφνιο-182 διασπάται σε βολφράμιο-182. Αυτή η ραδιενεργός διάσπαση διήρκεσε μόνο τα πρώτα 70 εκατομμύρια χρόνια του ηλιακού μας συστήματος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Παύλος Δρακόπουλος