Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024 -

Τραγωδία δίχως τέλος στην Ινδία: Πάνω από 400 νεκροί από τις πλημμύρες



Πανικός έχει ξεσπάσει στην Ινδία λόγω των πλημμυρων. Τα θύματα ανέρχονται στα 400 ενώ περισσότεροι από 22.000 άνθρωποι έχουν διασωθεί από την Κυριακή.Πάνω από 720.000 άνθρωποι έχουν μεταφερθεί σε καταυλισμούς.

Η πτώση της στάθμης των υδάτων στην Κεράλα είχε ως αποτέλεσμα να αποκαλυφθούν επιπλέον σοροί των θυμάτων του σφοδρότερου μουσώνα που έπληξε την πολιτεία αυτή, στη νοτιοδυτική Ινδία, τα τελευταία 100 χρόνια με τον απολογισμό των νεκρών να ανέρχεται πλέον σε άνω των 400.

Έπειτα από μια εβδομάδα κατακλυσμιαίων βροχοπτώσεων, η κακοκαιρία υποχώρησε σήμερα και η στάθμη του νερού έπεσε σε πολλές συνοικίες. Στρατιωτικά ελικόπτερα και σκάφη συνεχίζουν τις έρευνές για τον εντοπισμό επιζώντων και μεταφέρουν πόσιμο νερό και είδη πρώτης ανάγκης στις πληγείσες περιοχές.

Οι διασώστες ανακάλυψαν μονάχα χθες τουλάχιστον 30 πτώματα, με αποτέλεσμα ο αριθμός των νεκρών να έχει ανέβει σε τουλάχιστον 400 από τον Ιούνιο και την έναρξη των μουσώνων.

Είκοσι δύο χιλιάδες άνθρωποι διασώθηκαν από χθες Κυριακή, σε διάστημα 24 ωρών.

Περίπου 725.000 άνθρωποι φιλοξενούνται σε καταυλισμούς εκτοπισμένων.

«Ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων που βρήκαν καταφύγιο στους 5.645 καταυλισμούς ανήλθε σε 724.649» δήλωσε σε δημοσιογράφους ο επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης Πιναραγί Βιτζαγιάν.

Πλέον, εκφράζονται φόβοι ότι η μόλυνση των πηγών πόσιμου νερού και οι κακές συνθήκες υγιεινής θα οδηγήσουν στην εμφάνιση ασθενειών. Αξιωματούχοι των υγειονομικών υπηρεσιών έχουν σπεύσει στα χωριά για να παρακολουθήσουν την κατάσταση.

Στις πληγείσες περιοχές, όπως εκείνη του Τρισούρ, οι διασώστες ψάχνουν ένα προς ένα τα πλημμυρισμένα σπίτια αναζητώντας τις σορούς ανθρώπων που δεν πρόλαβαν να βγουν και παγιδεύτηκαν από την απότομη άνοδο των υδάτων.

«Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι το νερό θα έφθανε τόσο ψηλά, στα 3 έως 4,5 μέτρα , όταν σήμανε για πρώτη φορά συναγερμός» για εκκένωση, εξήγησε ο Άσραφ Άλι Κ.Μ.

Οι ζημιές από τις σαρωτικές πλημμύρες υπολογίζονται, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, στα 3 δισεκατομμύρια δολάρια.