
Ο Μερτς και το CDU/CSU, είναι οι νικήτες των γερμανικών εκλογών, με τις διεργασίες για το σχηματισμό κυβέρνησης να ξεκινούην άμεσα.
Ο νικητής Μερτς υποσχέθηκε γρήγορα σχηματισμό κυβέρνησης, προς το παρόν ωστόσο δεν υπάρχει σαφής εικόνα για το πόσα κόμματα θα μπουν στην γερμανική βουλή και άρα πόσα κόμματα θα χρειαστούν για να φτιαχτεί ο κυβερνητικός συνασπισμός.
Τα δεδομένα προς το παρόν είναι τα εξής ότι πρώτο κόμμα είναι το CDU/CSU, δεύτερο το ακροδεξιό AfD, τρίτο το SPD του καγκελαρίου Σολτς που υπέστη πικρή ήττα και τέταρτο κόμμα οι Πράσινοι.
Sky News: Ο δρόμος προς τον συνασπισμό δεν είναι ακόμη σαφής
Σε μια πρώτη ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων στη Γερμανία, το βρετανικό Sky News και η ανταποκρίτριά του στην ΕΕ Σιομπάν Ρόμπινς επιχειρούν μια πρώτη ανάλυση:
«Τα πρώτα exit polls φαίνεται να επιβεβαιώνουν αυτό που γνωρίζαμε εδώ και εβδομάδες: Oτι οι συντηρητικοί Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και το βαυαρικό αδελφό τους κόμμα, η Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CSU), πήραν τις περισσότερες ψήφους στις ομοσπονδιακές εκλογές, με τον Φρίντριχ Μερτς να είναι πιθανότατα ο επόμενος καγκελάριος.
Αν και το αποτέλεσμα αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, δεν σημαίνει ότι ο δρόμος προς την εξουσία θα είναι εύκολος.
Κατ' αρχάς, η Ενωση CDU-CSU δεν έχει πλειοψηφία, οπότε πρέπει να προσπαθήσει να δημιουργήσει συνασπισμό.
Οι πιο προφανείς επιλογές τους ως κυβερνητικοί εταίροι είναι το τρίτο κόμμα, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD).
Ένας δικομματικός συνασπισμός είναι προτιμότερος, καθώς μπορεί να αποφύγει τις υπερβολικές διαφωνίες - αλλά το SPD και το CDU διαφωνούν σε πολλά βασικά σημεία, συμπεριλαμβανομένης της αποστολής πυραύλων κρουζ μεγάλου βεληνεκούς Taurus στην Ουκρανία.
Ο σχηματισμός κυβέρνησης μπορεί να διαρκέσει μήνες, αλλά ο Μερτς επιθυμεί να επιταχύνει τη διαδικασία έχοντας επίγνωση των πιεστικών ζητημάτων τόσο στο εσωτερικό της Γερμανίας όσο και διεθνώς.
Ένα από αυτά είναι η άνοδος της ακροδεξιάς, με το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) να πανηγυρίζει ιστορικά αποτελέσματα.
Τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι, για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα ακροδεξιό κόμμα έλαβε το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων.
Αυτό θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα για την επόμενη κυβέρνηση.
Ως αποτέλεσμα της ναζιστικής ιστορίας της Γερμανίας, τα κυρίαρχα κόμματα έχουν μια συμφωνία γνωστή ως «τείχος προστασίας» που λέει ότι δεν θα συνεργαστούν με την ακροδεξιά στους κυβερνητικούς σχηματισμούς.
Πολλοί από τους υποστηρικτές του AfD δήλωσαν ότι το να μην επιτραπεί στο δεύτερο δημοφιλέστερο κόμμα να μπει στην κυβέρνηση είναι αντιδημοκρατικό, απειλώντας να βγουν στους δρόμους.
Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς προκάλεσε οργή πρόσφατα όταν μίλησε κατά του τείχους προστασίας στην πρόσφατη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια και πρότεινε ότι η νέα κυβέρνηση Τραμπ θα ήταν έτοιμη να συνεργαστεί με το AfD.
Αντιθέτως, κατά την προεκλογική περίοδο, εκατοντάδες χιλιάδες Γερμανοί διαδήλωσαν - απαιτώντας την παραμονή του τείχους προστασίας.
Τον Ιανουάριο, ο Μερτς προκάλεσε αντιδράσεις όταν ένα σχέδιο πρότασης πέρασε από το κοινοβούλιο με την υποστήριξη του AfD -και έκτοτε έχει διαβεβαιώσει ότι δεν θα προχωρούσε σε σχηματισμό κυβέρνησης μαζί τους.
Αν επιμείνει σε αυτή του την υπόσχεση, τότε είναι πιθανό να δει και διαδηλώσεις από την πλευρά της ακροδεξιάς όπως και τη στοχοποίησή του από υποστηρικτές του AfD, συμπεριλαμβανομένου του Ελον Μασκ.
Το αποτέλεσμα του AfD δεν μπορεί επίσης να αγνοηθεί.
Ενώ ένα μέρος της ψήφου μπορεί να είναι διαμαρτυρία, το κόμμα διεύρυνε την παραδοσιακή του βάση σε όλη τη χώρα.
Η δυσαρέσκεια για τη μετανάστευση, την οικονομία, την εκτόξευση των τιμών και τον πόλεμο στην Ουκρανία βοήθησαν στην αύξηση των ψηφοφόρων του, καθώς οι άνθρωποι αισθάνονται ότι αγνοούνται από τα κυρίαρχα κόμματα.
Ο Μερτς έχει ήδη προσπαθήσει να ξανακερδίσει ορισμένους από τους ψηφοφόρους του προτείνοντας σκληρές μεταρρυθμίσεις για το μεταναστευτικό, συμπεριλαμβανομένων μόνιμων ελέγχων στα σύνορα και πιθανώς της απόρριψης ορισμένων αιτούντων άσυλο όταν προσπαθούν να πάνε στη Γερμανία.
Εάν δεν καταφέρει να υλοποιήσει αυτές τις υποσχέσεις, τότε το AfD θα συνεχίσει να κερδίζει έδαφος.
Άλλα επείγοντα «to dos» για την επόμενη κυβέρνηση περιλαμβάνουν την επαναφορά της οικονομίας της Γερμανίας μετά από δύο χρόνια ύφεσης και την αποκατάσταση της θέσης της στην ηγεσία της ΕΕ.
Οι υπουργοί πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι οι παραδοσιακοί τους σύμμαχοι δεν είναι πλέον σταθεροί.
Η κυβέρνηση Τραμπ φαίνεται να απαρνείται τον ρόλο του προστάτη της Ευρώπης και η συνεχιζόμενη υποστήριξή της προς την Ουκρανία τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Αν η Αμερική υποχωρήσει από την υποστήριξη της Ουκρανίας, τότε η Γερμανία ως η μεγαλύτερη δύναμη της Ευρώπης και ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος υποστηρικτής της Ουκρανίας, θα πρέπει να αναλάβει δράση.
Και πάλι, αυτό θα είναι μια μεγάλη πρόκληση, καθώς ο στρατός της πρέπει να μετασχηματιστεί.
Τα τελικά αποτελέσματα δεν έχουν καν επιβεβαιωθεί ακόμη, αλλά όποια μορφή και αν πάρει η επόμενη κυβέρνηση γνωρίζει ότι έχει τέσσερα χρόνια για να βάλει πάλι στις ράγες τη Γερμανία. Αν αποτύχει τότε οι λαϊκιστές είναι πολύ πιθανό να ανέβουν στην εξουσία το 2029».