Σάββατο 09 Νοεμβρίου 2024 -

Την απαγωγή του από μυστικές υπηρεσίες καταγγέλλει ο γιος του Βούτση



Την «απαγωγή» του από μυστικές υπηρεσίες κατά τη διάρκεια ταξιδιού του στο Μεξικό καταγγέλλει ο Γιώργος Βούτσης-Βογιατζής, γιος του προέδρου της Βουλής, Νίκου Βούτση.

Σε κείμενό του που δημοσιεύτηκε σε ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου περιγράφει μία απίστευτη ιστορία, στην οποία πράκτορες μυστικών υπηρεσιών τον «απήγαγαν» και τον ανέκριναν ως ύποπτο για τρομοκρατία. Όλα ξεκίνησαν από την Αθήνα, όπου στο αεροδρόμιο η υπάλληλος της αεροπορικής εταιρίας με την οποία ταξίδευε του γνωστοποίησε ότι δεν μπορεί να γίνει check in. Όπως αναφέρει ηhuffingtonpost.gr, αρχικά επικαλέστηκαν τεχνικούς λόγους και στη συνέχεια λόγους ασφαλείας. Όταν έφτασε στο αεροδρόμιο του Heathrow στο Λονδίνο, που ήταν ο ενδιάμεσος σταθμός για Μεξικό, καταγγέλλει ότι έπεσε θύμα ενέδρας των μυστικών υπηρεσιών, καθώς και πάλι επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο χωρίς να γίνει check in αλλά μόνο με την κάρτα επιβίβασης.

Εκεί, όπως λέει, ξεκίνησε το σχέδιο εξαφάνισής του από τη CIA. Όταν έφτασε στο Μεξικό του ανακοινώθηκε ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το διαβατήριό του και τον οδήγησαν σε ειδικό χώρο, όπου εμφανίστηκαν τέσσερις άνδρες με πολιτικά. Αφού τον φωτογράφισαν με κινητά τηλέφωνα και του έκαναν σωματικό έλεγχο, άρχισαν να τον ρωτάνε εάν έχει απασχολήσει τη Δικαιοσύνη, ενώ λίγο αργότερα του γνωστοποίησαν ότι γνωρίζουν την ποινή κάθειρξης που του είχε επιβληθεί στο παρελθόν –το 2007- για «απαλλοτρίωση» τράπεζας. Ακολούθησε, όπως προσθέτει, ανάκρισή του μέσω ανοιχτής τηλεφωνικής ακρόασης από κλιμάκιο Αμερικανών (παρουσία Ανακριτή), που του είπε ότι τον θεωρούν μέλος σε επαναστατικές ομάδες που είναι εκπαιδευμένο σε όπλα και εκρηκτικά. Όταν τελείωσε η ανάκριση του ανέφεραν ότι για το μεξικανικό κράτος θεωρείται τρομοκράτης και τον επιβίβασαν στο αεροπλάνο του γυρισμού.

Διαβάστε το κείμενο του Γιώργου Βούτση-Βογιατζή

«Μια μέρα πριν ξεκινήσω το ταξίδι μου με προορισμό την πόλη του Μεξικού, με ενδιάμεση στάση στο αεροδρόμιο Heathrow στην Αγγλία, δέχτηκα κλήση από το ταξιδιωτικό γραφείο το οποίο μου είχε κλείσει τα εισιτήρια, και μου ανακοινώθηκε ότι δεν ήταν δυνατόν για τεχνικούς λόγους να πραγματοποιηθεί check in στην ιστοσελίδα της εταιρείας British Airways με την οποία θα ταξίδευα.

Θα έπρεπε λοιπόν να παραστώ ο ίδιος δύο ώρες πριν την αναχώρηση για να γίνει o έλεγχος και η παράδοση αποσκευών στο αεροδρόμιο. Όταν έδωσα το εισιτήριό μου στο γκισέ της British Airways η υπάλληλος της εταιρείας μου ανακοίνωσε ότι δεν ήταν δυνατόν για τεχνικούς λόγους να γίνει check in για το Μεξικό παρά μόνο για το Λονδίνο.

Στην ερώτησή μου γιατί γίνεται αυτό δεν μου απάντησε και όταν την ρώτησα αν γίνεται για λόγους ασφαλείας, μου το αρνήθηκε και με παρέπεμψε στην προϊσταμένη της η οποία μου αποκάλυψε ότι αυτό γίνεται για λόγους ασφαλείας. Αποφάσισα να επιβιβαστώ και λίγα μέτρα πριν μπω στο αεροπλάνο με πλησίασε η πρώτη υπάλληλος η οποία με πολύ έντονο ύφος μου είπε ότι η συνάδελφός της δεν έπρεπε να μου αποκαλύψει ότι η άρνηση check in από την British Airways έγινε για λόγους ασφαλείας.

Όταν έφθασα στο αεροδρόμιο του Heathrow ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία. Αρνήθηκαν ρητά για “τεχνικούς λόγους” να μου κάνουν check in και μου έδωσαν απλώς ένα boarding pass. Αποφάσισα να μπω στο αεροπλάνο, παρότι χωρίς check in δεν είσαι δηλωμένος στην πτήση. Η απόφασή μου ήταν λαθεμένη, όπως αποδείχτηκε, αφού χωρίς τη διαδικασία του check in γίνεσαι αόρατος στην πτήση. To boarding pass αποτέλεσε το τυράκι για να ενδώσω στην ενέδρα των μυστικών υπηρεσιών αφού με μια τρίπλα νομιμοφάνειας εξασφάλισαν τη συγκατάθεσή μου.

Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε η εξαφάνισή μου από τις μυστικές υπηρεσίες της Αμερικής(CIA) oι οποίες σε συνεργασία με την British Airways oργάνωσαν την υπερατλαντική ¨απαγωγή¨ μου.

Όταν έφθασα στην πόλη του Μεξικού, στην διαδικασία ελέγχου, μου ανακοίνωσαν ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το διαβατήριο και με οδήγησαν, μαζί με τους δύο συνταξιδιώτες μου σε ένα ειδικό χώρο. Εκεί εμφανίστηκαν μετά από λίγη ώρα τέσσερα άτομα με πολιτικά τα οποία άρχισαν να μας φωτογραφίζουν με τα κινητά τους τηλέφωνα, μας έκαναν σωματικό έλεγχο, μας αφαίρεσαν τα κινητά μας τηλέφωνα και ζήτησαν τις ταυτότητές μας. Επικεντρώθηκαν σ’ εμένα ρωτώντας με εάν έχω απασχολήσει τη δικαιοσύνη και για τι είδους αδίκημα, ενώ μετά από λίγη ώρα αποδείχτηκαν καλά διαβασμένοι, δείχνοντάς μου με τα δάχτυλά τους την ποινή κάθειρξής μου για απαλλοτρίωση τράπεζας. Ακολούθησε η «ανάκρισή» μου σε ένα γραφείο, παρουσία ενός αγνώστου άνδρα, που πραγματοποιήθηκε μέσω ανοιχτής τηλεφωνικής ακρόασης από κλιμάκιο Αμερικανών. Η «ανάκριση» παραμένει σε εισαγωγικά αφού μόνο ερωτήσεις δεν μου έκαναν. Μου γνωστοποίησαν ότι δεν είμαι ένας κοινός ληστής τράπεζας αλλά ότι συμμετέχω σε επαναστατικές ομάδες, ότι είμαι εκπαιδευμένος σε όπλα και εκρηκτικά. Μετά ακολούθησαν ερωτήσεις κάποιες από τις οποίες ήταν εάν οι συνταξιδιώτες μου συμμετείχαν στην απαλλοτρίωση του 2007, τους λόγους επίσκεψής μου στο Μεξικό και αν εργάζομαι.

Ουσιαστικά ο μυστικός πράκτορας μαζί με τον αστυνομικό ασφαλείας του αεροδρομίου ακολούθησαν την εξής τεχνική. Ενώ ο ανακριτής έχτιζε το τρομοκρατικό μου προφίλ ο άλλος παρατηρούσε τις ενδεχόμενες αντιδράσεις μου ή μη και τον ενημέρωνε βγάζοντας την ανοιχτή ακρόαση.

Όταν με τη σειρά μου ρώτησα το όνομα αυτού που με ανέκρινε και την υπηρεσία από την οποία προερχόταν η τηλεφωνική επικοινωνία χάθηκε και ο αστυνομικός που παρίστατο με ενημέρωσε ότι ο ανακριτής ονομάζεται Φρανκ Μπαντέρας.

Στη συνέχεια με οδήγησαν στο γραφείο μετανάστευσης για να με ενημερώσουν επισήμως ότι για το μεξικανικό κράτος θεωρούμαι τρομοκράτης και ότι είμαι ανεπιθύμητος στη χώρα τους. Όταν τους ρώτησα τι εννοούν με τον όρο τρομοκρατία μου έφεραν το παράδειγμα της έκρηξης στο αεροδρόμιο της Τουρκίας.

Κατόπιν επέτρεψαν στους συνταξιδιώτες μου να βγουν από το αεροδρόμιο και εμένα με οδήγησαν σε ένα ειδικό χώρο κράτησης. Καθόλη τη διάρκεια της κράτησής μου μιλούσαν μόνο στα ισπανικά και όταν ζητούσα φωναχτά τα αυτονόητα με έβριζαν και μου έλεγαν να το βουλώσω στα ισπανοαγγλικά (shut up perro ).

Ο χώρος κράτησής μου είχε 6 κάμερες και ήταν παγωμένος. Επί 24 ώρες δεν μου έδωσαν νερό και φαγητό, ενώ κατά τη διάρκεια του ύπνου ξύπνησα από τον ήχο οπλίσματος όπλου έξω από την πόρτα κράτησής μου.

Μετά από μια ημέρα κράτησης με άφησαν να μιλήσω τηλεφωνικώς με τον Έλληνα πρόξενο στο Μεξικό ο οποίος είχε ειδοποιηθεί από τους φίλους μου. Αφού οδηγήθηκα ξανά στον ειδικό χώρο κράτησης κατάφερα να μιλήσω στα αγγλικά με έναν αστυνομικό ο οποίος μου εξήγησε ότι δεν μπορούσα να ταξιδέψω σε καμία άλλη χώρα της Λατινικής Αμερικής, όπως επιθυμούσα. Επτά ώρες αργότερα, ξαφνικά, αστυνομικές δυνάμεις του Μεξικού άνοιξαν την πόρτα και τρέχοντας και χωρίς να μου παραδώσουν μέρος από τα προσωπικά μου αντικείμενα με επιβίβασαν σε ένα αεροπλάνο της British Airways, όπου οι αεροσυνοδοί με ενημέρωσαν ότι επιστρέφω στο Λονδίνο και ότι είναι υποχρεωμένοι κατά τη διάρκεια της πτήσης να κρατούν το διαβατήριό μου. Στο Λονδίνο απαγόρευσαν σε φιλικό μου πρόσωπο να με συναντήσει εντός του αεροδρομίου λέγοντας ότι είμαι κρατούμενος και επιβεβαιώνοντας έτσι τη σύμπραξη των αγγλικών υπηρεσιών στην τριήμερη υπερατλαντική «απαγωγή μου». Η ΜΙ6 έχει γίνει κατά καιρούς στόχος των βρετανικών μέσων ενημέρωσης, κυρίως για τη συνδρομή που παρείχε στη CIA για την απαγωγή και βασανισμό πιθανών υπόπτων για τρομοκρατία.

Οι αποσκευές μου χάθηκαν στο Μεξικό και δεν αποζημιώθηκα για το κόστος του εισιτηρίου. Όταν επέστρεψα στην Αθήνα ενημερώθηκα ότι οι μεξικανικές αρχές δημιούργησαν πρόβλημα στην οικογένεια του φίλου μου που θα με φιλοξενούσε. Τους ανακοίνωσαν ότι δεν θα τους επιτραπεί ξανά να φιλοξενήσουν επισκέπτες από άλλη χώρα.

Είναι προφανές ότι συνεργάστηκαν μια σειρά από υπηρεσίες και εταιρείες (Μεξικανικές Αρχές, CIA, MI6, British airways) πραγματοποιώντας παραβιάσεις τόσο στον εδαφικό όσο και στον εναέριο χώρο με απώτερο σκοπό την ανάκρισή μου από κλιμάκιο της CIA. Oυσιαστικά χρησιμοποίησαν παρόμοια τακτική εξαφανίσεων με αυτές που πραγματοποιούν σε χιλιάδες υπόπτους για τρομοκρατία με κριτήριο τις απόρρητες λίστες φακελώματος που έχουν συντάξει. Διάφορες αεροπορικές εταιρείες έχουν υπογράψει συμφωνητικά με την CIA και άλλες μυστικές υπηρεσίες για να επιβιβάζουν στις πτήσεις χωρίς check in -ουσιαστικά εξαφανίζοντας εναέρια-υπόπτους κατ΄αυτούς για τρομοκρατία, αποβιβάζοντάς τους σε κάποιο Γκουαντάναμο ή σε κάποια αίθουσα κράτησης αεροδρομίου. Όσο για τις ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας (ΕΥΠ, Αντιτρομοκρατική) είναι γνωστή η σχέση υποτέλειας, εξάρτησης αλλά και συνεργασίας τους με μυστικές υπηρεσίες άλλων κρατών. Όλοι θυμόμαστε τις απαγωγές Πακιστανών το 2015 από διάφορες περιοχές της Ελλάδας μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στο Λονδίνο. Κυπατζήδες μαζί με Άγγλους πράκτορες απήγαγαν έναν αξιοσημείωτο αριθμό ανθρώπων οδηγώντας τους σε άγνωστη τοποθεσία όπου τους ξυλοκόπησαν και τους ανέκριναν στην αγγλική γλώσσα. Ήταν τότε που ο υπουργός δημοσίας τάξης Γ. Βουλγαράκης διαμήνυε ότι “θα πέσει πολύ γέλιο όταν ολοκληρωθεί η δικαστική έρευνα για τις δήθεν απαγωγές” και ότι πρόκειται “για σενάρια με καουμπόυδες, κουκούλες και καραγκιοζιλίκια”.

Στο ίδιο πνεύμα κινείτο και ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης ο οποίος έκανε λόγο για “εξωπραγματικά σενάρια με κουκκούλες και ανακρίσεις”. Στην εισαγγελική έρευνα που ακολούθησε επιβεβαιώθηκε ότι πράγματι έγιναν οι απαγωγές τουλάχιστον δέκα Πακιστανών από την ΕΥΠ και την ΕΛ.ΑΣ. Όπως επίσης αποκαλύφθηκε και η συμμετοχή Βρετανών πρακτόρων με πρωτοστάτη τον Νίκολας Τζον Άντριον Λάγκμαν ο οποίος ήταν προϊστάμενος του Βρετανικού κλιμακίου της μυστικής υπηρεσίας ΜI6 στην Αθήνα και ο οποίος αναγνωρίστηκε από απαχθέντα.

Όμως οι λαοί γνωρίζουν ότι τρομοκράτες είναι αυτοί οι οποίοι είναι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί για τις μεγαλύτερες γεννοκτονίες κατά αμάχων πληθυσμών, τις συνέπειες των οποίων πληρώνουν οι λαοί της Ευρώπης δεχόμενοι τα αντίποινα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων. Είναι οι ίδιοι υποκριτές που εμφανίζονται ως κοσμοπολίτες και προοδευτικοί απέναντι στον μουσουλμανικό συντηρητισμό ενώ την ίδια στιγμή εφαρμόζουν την θανατική ποινή με την ηλεκτρική καρέκλα σε διάφορες πολιτείες της Αμερικής ψήνοντας ζωντανούς ανθρώπους. Τα σώματα ασφαλείας τους είναι που σκοτώνουν εν ψυχρώ ανθρώπους στο δρόμο, απλώς επειδή έχουν άλλο χρώμα δέρματος, ποινικοποιώντας τη φτώχεια και εγκληματοποιώντας το προλεταριάτο. Συνεχίζοντας την αιματοβαμένη πολιτική μιας αποικιοκρατικής παράδοσης που εκφράζεται τυφλά αλλά συνοψίζεται με συνέπεια και στρατηγική στην εξόντωση όσων στέκονται εμπόδιο στους εγκληματικούς σχεδιασμούς τους.

Τέλος θέλω να δηλώσω ότι δεν αποζητώ καμιά θυματοποίηση ή κανενός είδους πολιτικό χειρισμό με πρόσημο την “αθωότητά” μου παρά μόνο να καταθέσω την προσωπική μου ιστορία σαν μια σταγόνα φθινοπωρινού ψιλόβροχου μέσα στον ωκεανό της ανθρώπινης τραγωδίας».