Τον Ιούλιο του 1955, 27 κομμουνιστές κρατούμενοι δραπέτευσαν από τις φυλακές Βούρλων του Πειραιά, συνταράσσοντας την κοινή γνώμη και προκαλώντας τριγμούς στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Εντούτοις, οι μυθιστορηματικές συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η δραπέτευση αυτή συνιστούν αυτοτελώς και ένα συναρπαστικό χρονικό για μια παράτολμη «επιχείρηση», που οδήγησε σε μία από τις θεαματικότερες αποδράσεις στα διεθνή χρονικά.
Η ΠΕΡΙΟΧΗ των Βούρλων Δραπετσώνας βρίσκεται μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά από το λιμάνι του Πειραιά. Στα τέλη του 19ου αιώνα, και ενώ ολόκληρη η περιοχή καλυπτόταν από έλος όπου φύτρωναν θαμνοειδή βούρλα, χτίστηκαν εκεί 72 ισόγεια σπίτια για να στεγάσουν οίκο ανοχής.
Την περίοδο της Κατοχής οι Ιταλοί και οι Γερμανοί μετέτρεψαν το συγκρότημα αυτό σε φυλακές, κατασκευάζοντας ψηλούς μαντρότοιχους και στήνοντας εσωτερικές και εξωτερικές σκοπιές, ενώ μετά την απελευθέρωση τον χώρο παρέλαβαν οι ελληνικές Αρχές. Οι φυλακές χωρίζονταν σε τρεις πτέρυγες, με 24 κελιά των 4-6 ατόμων η κάθε μία. Στην πτέρυγα Α' τοποθετούνταν οι ποινικοί κρατούμενοι, στην πτέρυγα Β' οι τοξικομανείς και στην πτέρυγα Γ' οι πολιτικοί κρατούμενοι.
Ολη η ιστορία της επιχείρησης κράτησε περίπου 4,5 μήνες κι έγινε κάτω από τραγικά δύσκολες συνθήκες κινδύνου με μαθηματική ακρίβεια και μυστικότητα.
Ηταν ένα μεγάλο κατόρθωμα. Μια κινηματογραφική απόδραση με πολύ σασπένς, αρκετά στοιχεία θρίλερ και πολύ μεγαλύτερης αγωνίας, όπως θα 'λεγε κάποιος φίλος του κινηματογράφου. Τέλεια μελετημένο, με υψηλή πιστότητα και γνώση, ολοκληρωμένες τεχνικές προδιαγραφές, βασισμένες πάνω σ' ένα καλοστημένο σενάριο που υλοποιήθηκε παραδειγματικά.
Οι φυλακισμένοι έσκαψαν μια σήραγγα μήκους 17,5 περίπου μέτρων, την υποστύλωσαν με κάθε τεχνική επάρκεια και την ηλεκτροφώτισαν. Εξαφάνισαν με εκπληκτική επιτυχία τα δημιουργηθέντα μπάζα, βγήκαν στο σημείο που είχαν προγραμματίσει και μην τους είδατε!
Προμηθεύτηκαν ένα μπικούνι κι ένα σφυρί και η σήραγγα ξεκίνησε από το κελί Νο 13, προχώρησε κάτω από την οδό Δογάνης και κατέληξε στο λουτρό ενός εργοστασίου λουλακιού που βρισκότανε ακριβώς απέναντι.
Τις απαραίτητες μετρήσεις και πληροφορίες τις έδωσαν οι αρραβωνιαστικιές δύο κρατουμένων συντρόφων. Το σχέδιο ξεκίνησε από το σκάψιμο ενός λάκκου βάθους δύο μέτρων, κοντά στον εξωτερικό τοίχο του κελιού.
Μετά συνεχίστηκε με τη διάνοιξη της σήραγγας και μια ορισμένη κλίση προς τα πάνω, ώστε να συναντήσει το κατάλληλο σημείο, να βρεθούν μέσα στο λουτρό του εργοστασίου.
17 Ιουλίου 1955, ημέρα Κυριακή, ώρα 1 απόγευμα, στους λουτήρες του εργοστασίου λουλακιού «Ντεστρέ», που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τις φυλακές Βούρλων - Δραπετσώνας: Ενα μέρος του τοίχου υποχωρεί στη βάση του, κάτω από τα χτυπήματα που δέχεται, κι ένας άντρας πετάγεται από το άνοιγμά του.
Βγάζει με ταχύτητα το μαντήλι που καλύπτει το κεφάλι του, τις πυτζάμες που φορά πάνω από το κουστούμι του, τις κάλτσες που έχει πάνω από τα παπούτσια -όλα γεμάτα χώματα- τινάζεται και φτιάχνεται. Ενας άλλος πίσω του, που βγαίνει με τον ίδιο τρόπο, κάνει ακριβώς τις ίδιες κινήσεις.
Η σκηνή επαναλαμβάνεται, σε διάστημα μιας ώρας, 27 φορές. Δεν αποχωρούν όλοι μαζί. Μόλις συμπληρώνονται ομάδες των 4-5 προχωρούν στην έξοδο, διασχίζουν το αδιέξοδο που βγαίνει στην οδό Κανελλοπούλου, βγαίνουν στο δρόμο (που δεν βλέπει φυσικά στις φυλακές) και σκορπίζονται.
Έχουν φύγει περισσότεροι από τους μισούς, όταν καταφτάνει ο φύλακας του εργοστασίου ειδοποιημένος από τη 16χρονη κόρη του, που τα έχασε βλέποντας τόσους ανθρώπους να βγαίνουν κυριακάτικα από το κλειστό εργοστάσιο.
- Τι κάνετε εσείς εδώ; -
Είμαστε αστυνομικοί και ήρθαμε να πλυθούμε!
Κι όταν η εξήγηση δεν τον πείθει αναλαβαίνει κάποιος τη φύλαξή του μέχρι που να φύγουν όλοι, οπότε τον κλείνει στην τουαλέτα, εξασφαλίζοντας και τη δική του φυγή. Οταν ο φύλακας καταφέρνει να βγει, ο τελευταίος δραπέτης έχει κιόλας σαλτάρει στο λεωφορείο της γραμμής Δραπετσώνα - Λιπάσματα, που έχει στάση ακριβώς απέναντι κι έχει χαθεί.
Οι σειρήνες των φυλακών θα ηχήσουν μετά μισή ώρα, όταν ο φύλακας με την κόρη του παρουσιαστούν στον αξιωματικό υπηρεσίας και όταν οι υπεύθυνοι των φυλακών πάρουν χαμπάρι πόσοι και πώς δραπέτευσαν
Η δραπέτευση προκάλεσε γενική κινητοποίηση του Στρατού και 23 χιλιάδες αστυνομικοί συμμετείχαν στην καταδίωξη. Οι δραπέτες επικηρύχθηκαν, με χρηματική αμοιβή από 5.000 έως 30.000 δραχμές. Από τους 27, τελικά μόνο οι 11 κατάφεραν να διαφύγουν. 15 συνελήφθησαν και ένας δολοφονήθηκε στα σύνορα. Όμως το κατόρθωμά τους είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο. «Θέλαμε να δώσουμε μία απάντηση στη συνεχή ζημιά που κάνει η ασφάλεια σε εμάς», θυμάται ο Λεωνίδας Τζεφρώνης, τότε γραμματέας της παράνομης οργάνωσης του ΚΚΕ στην Αθήνα.
«Όλο συλλάμβανε, έπιανε, εκτελούσε...».
Για άλλους δραπέτες ήταν ο πόθος για την ελευθερία που τους έδωσε δυνάμεις. «Αφού το σκάσαμε, μπήκαμε σε μια ΕΒΓΑ και ήπια μια μπύρα» λέει ένας απ’αυτούς. Ήταν η ωραιότερη μπύρα της ζωής μου!».Σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, η απόδραση ενέπνευσε την γνωστή ταινία «Η Μεγάλη απόδραση» και το βέβαιο είναι ότι είχε μεγάλο αντίκτυπο στο εξωτερικό και την Ελλάδα.
Σε μια γελοιογραφία της εποχής που δημοσιεύθηκε στην «Βραδινή», ο τότε υπουργός Δημοσίων Έργων Κ. Καραμανλής ζητούσε να προσλάβει τους δραπέτες για να προχωρήσουν τα δημόσια έργα στην Ελλάδα. Αντιδράσεις όμως προκάλεσε και μέσα στο ΚΚΕ. «Ήταν η εποχή που η απόδραση δεν ήταν μέσα στο σύνολο των επιτρεπομένων δραστηριοτήτων ενός κομουνιστή», λέει ένας από αυτούς, ο Ανδρέας Βελής. «Εν γνώσει μας κάναμε παράβαση βασικότατου κομματικού κανόνα, πήραμε πρωτοβουλία».