Ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, μετά από πολύ καιρό αποφάσισε να μιλήσει στην πρώτη ανοικτή πολιτική συγκέντρωση του κόμματος το, στην Πάτρα, ο Γιώργος Παπανδρέου έκλεισε την πόρτα στον εν εξελίξει διάλογο μεταξύ των διαφόρων κομμάτων της κεντροαριστερά, δηλώνοντας ότι στις επόμενες εκλογές, θα κατέλθει με το ψηφοδέλτιο του ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ.
Υπό την παρουσία αρκετών φίλων και ψηφοφόρων του, ο κ. Παπανδρέου, δήλωσε από τον πολυχώρο «Πολιτεία» χαρακτηριστικά «Εγώ δεν ντρέπομαι να πω, κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, όταν αναφέρομαι στην κυβέρνηση του 2009-2011, άλλοι ξεχνάνε τον Πρωθυπουργό της», μια προφανής αιχμή προς την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ.
Ο κ. Παπανδρέου επίσης αναφέρθηκε στην εμπειρία του ως πρωθυπουργός και την έντονη κριτική που ασκήθηκε στο πρόσωπο του για αυτήν του τη θητεία λέγοντας, «Με είπαν Πινοσέτ, Τσολάκογλου, ντήλερ διεθνών κερδοσκόπων, ότι μπορεί να φανταστεί κανείς. Δεν κρατάω κακία σε κανέναν».
Ο πρώην πρωθυπουργός υπεραμύνθηκε επίσης της κυβέρνησης του υποστηρίζοντας ότι «Κυβέρνηση με πάθος για αλλαγές ζήσαμε μόνο την περίοδο 2009-201» και προσθέτοντας μια λίστα από μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησε, όπως τη Διαύγεια, την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, τον νόμο για τα πανεπιστήμια, την κοινωφελή εργασία και τον Καλλικράτη.
Ο κ. Παπανδρέου κατέληξε στο συμπέρασμα της ανάγκης σύνταξης ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, πέρα και πάνω από τα μνημόνια, που θα μας «βοηθήσει να σταθούμε στα δικά μας πόδια».
Ολόκληρη η ομιλία του κ. Παπανδρέου
«Φίλες και φίλοι,
Ένα μεγάλο, ένα τεράστιο ευχαριστώ για τη σημερινή παρουσία σας.
Η Αχαΐα δίνει και πάλι το μήνυμα.
Σε κάθε κατεύθυνση.
Η καρδιά του δημοκρατικού σοσιαλισμού χτυπάει εδώ.
Στο ΚΙΝΗΜΑ μας.
Η καρδιά των δυνάμεων της προόδου χτυπάει εδώ.
Στο ΚΙΝΗΜΑ Δημοκρατών Σοσιαλιστών.
Εδώ που μετράνε οι αξίες.
Όχι οι καρέκλες.
Εδώ που μιλάει η πολιτική.
Όχι η παραπολιτική.
Εδώ που ό,τι λέμε, το λέμε καθαρά.
Κοιτάζοντας τον άλλο στα μάτια.
Γιατί είμαστε περήφανοι για το έργο μας, την προσφορά μας στην πατρίδα.
Δεν την ισοπεδώνουμε για να γίνουμε δεκανίκι της δεξιάς.
Ούτε ζητάμε συγγνώμη επειδή κάναμε το χρέος μας σε αυτόν τον τόπο.
Εδώ που ό,τι λέμε, το εννοούμε.
Γιατί έχουμε διδαχθεί από την Ιστορία και τα ίδια μας τα λάθη.
Και το ξερίζωμα του πελατειακού κράτους είναι έργο ζωής, είτε βρισκόμαστε σε θέσεις εξουσίας είτε όχι.
Δεν μοιράζουμε 4-2-1 τα ιμάτια ως κυβέρνηση, για να γίνουμε πολέμιοι του πελατειακού κράτους ως αντιπολίτευση.
Εδώ που ό,τι λέμε, το λέμε με όραμα, με πίστη στην πατρίδα.
Γιατί, όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, έχουμε απορρίψει τη μιζέρια που χαρακτηρίζει τη στάση κάποιων πολιτικών δυνάμεων.
Τους είδαμε και πάλι στη Βουλή.
Με τη σέσουλα η δημαγωγία.
Με το σταγονόμετρο κάποια δημιουργική ιδέα.
Πόλεμος ατάκας για το σήμερα και το χθες.
Αντί για πόλεμο ιδεών για το αύριο της πατρίδας.
Και αναρωτιέμαι όπως κάθε Έλληνας και Ελληνίδα:
Ως πότε;
Θα ακούσουμε επιτέλους τίποτα για το πώς θα αυξήσουμε την παραγωγή πλούτου σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο;
Ή είμαστε μόνο άξιοι να ανακυκλώνουμε τη μιζέρια μας και κατηγορίες περί προδοσίας;
Έλεος πια κύριοι και κυρίες της Βουλής.
Σταματήστε να βυθίζετε τη χώρα στο δικό σας προσωπικό και κομματικό βούρκο.
Έλεος πια με τη δημαγωγία!
Έλεος πια με την εθνοκαπηλεία!
Έλεος πια με τον λαϊκισμό!
‘Ελεος πια με την αυθαιρεσία!
Η χώρα μπορεί και πρέπει να ανασάνει!
Όσο έσωθεν δεν σοβαρευόμαστε, τόσο η έξωθεν λιτότητα θα φαντάζει ως η μόνη λύση.
Δεν το αντέχει άλλο ο τόπος.
Λένε, φίλες και φίλοι,
Λένε,
Ότι θα πρέπει να αισθάνομαι και να αισθανόμαστε δικαιωμένοι.
Ότι αυτοί που μας έβριζαν το 2010, ήρθαν στα λόγια μας.
Υιοθέτησαν τις επιλογές μας.
Και τώρα,
όσοι έσκιζαν τα Μνημόνια,
είτε στα Ζάππεια,
είτε με ένα άρθρο και ένα νόμο,
τώρα τσακώνονται για το ποιος ήταν περισσότερο λαϊκιστής ως αντιπολίτευση και υπεύθυνος ως κυβέρνηση.
Γελάει ο κόσμος.
Αλλά με πίκρα.
Θα ήταν πραγματικό αστείο,
αν η στάση τους από το 2010 δεν είχε κοστίσει στη χώρα άλλα 2 και δύσκολα Μνημόνια,
το μεγαλύτερο μέρος από την απώλεια του 25% του ΑΕΠ από το ξέσπασμα της κρίσης,
την αύξηση της ανεργίας στο 27%
Και ποιος ξέρει πόσα ακόμα.
Δεν αισθάνομαι λοιπόν δικαιωμένος.
Σήμερα έχω κάθε δικαίωμα να αισθανομαι εγώ αλλά και εσείς οργή.
Γιατί με τις αποφάσεις που πήρε η κυβέρνησή μου η Ελλάδα μπορούσε να είχε διαβεί τον κάβο των Μνημονίων στην χειρότερη περίπτωση το 2014.
Ενώ ακόμα βολοδέρνει.
Γιατί την κρίσιμη περίοδο, οι κύριοι Σαμαράς, Τσίπρας και κάποιοι ομοϊδεάτες τους στο ΠΑΣΟΚ, έβλεπαν ως ευκαιρία την εκμετάλλευση του πόνου του λαού με στόχο την κατάκτηση της καρέκλας – δυστυχώς μόνο της καρέκλας.
Γιατί;
Που ήσαν τότε να βοηθήσουν πραγματικά να τελειώνουμε μία ώρα αρχίτερα ως χώρα με την κρίση;
Και ως κυβέρνηση τι έκαναν και κάνουν;
Εδώ – το πιο εξοργιστικό.
Λένε ότι οι κυβερνήσεις Σαμαρά – Βενιζέλου και Τσίπρα, ακολούθησαν το δικό μου δρόμο, τις επιλογές της δικής μας κυβέρνησης;
Σωστό, αλλά μόνο εν μέρει.
Γιατί ο δικός μας δρόμος δεν ήταν μόνο ούτε κυρίως σκληρά μέτρα – ήταν και μεταρρυθμίσεις.
Καλλικράτης,
Διαύγεια,
Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση.
Ηλεκτρονικές προμήθειες.
Opengov.
Νόμος για Ασφαλιστικό.
Νόμος για τα Πανεπιστήμια.
Προσπάθεια ανοίγματος κλειστών επαγγελμάτων.
Άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών.
Πλήρες πακέτο μέτρων ενάντια στη φοροδιαφυγή.
Δημόσια αγροτική γη για τους νέους.
Κοινωφελής Εργασία.
Κοινωνικές εταιρίες.
Άνοιγμα στην πράσινη ενέργεια.
Αμυντικές προμήθειες μόνο μετά από αξιολόγηση από επιτροπή της Βουλής.
220 Νομοσχέδια μέσα σε 2 χρόνια
Έχετε παρατηρήσει φίλες και φίλοι ότι από το 2012 έχουμε να ακούσουμε για πραγματική μεταρρύθμιση;
Έχετε παρατηρήσει ότι από το 2012 ο πολιτικός κόσμος ασχολείται με τα πάντα εκτός από το να αλλάξουμε τη χώρα;
Ασχολήθηκε με το μοίρασμα κρατικών θέσεων με 4-2-1,
ασχολήθηκε με το να κλείσει η ΕΡΤ κακήν κακώς για να ξανανοίξει ως ΝΕΡΙΤ και μετά ως ΕΡΤ,
Ασχολήθηκε με το ΔΝΤ που θέλουμε να μείνει φεύγοντας ή να φύγει μένοντας,
Ασχολήθηκε με το παγιδευτεί ο Τσίπρας σε αριστερή παρένθεση,
Ασχολήθηκε με το σακάκι του κάθε Βαρουφάκη,
με το πόσες ώρες διήρκησε η διαπραγμάτευση μια μέρα,
με το δημοψήφισμα που έβγαλε «ΟΧΙ» που μετά έγινε «ΝΑΙ»,
Ασχολήθηκε με το τι λέει ο Σόιμπλε,
με το τι λέει ο Τόμσεν,
όλος ο πολιτικός κόσμος ασχολείται με τα πάντα,
εκτός από το πώς θα κάνουμε καμία μεταρρύθμιση για να αλλάξει η Ελλάδα, να παράξει πλούτο και να σταθεί στα πόδια της.
Γιατί;
Είναι μάλλον απλό.
Ούτε η δεξιά ούτε η αριστερή συντήρηση είχαν πραγματικό πρόγραμμα για την χώρα.
Είχαν όμως το εύκολο.
Την αντιμνημονιακή δημαγωγία.
Και μόλις έκατσαν στις καρέκλες της εξουσίας χάθηκε δια μαγείας αυτή τους η αντιμνημονιακή στάση.
Τότε φάνηκε η γύμνια.
Γιατί δεν είχαν τίποτα άλλο να πουν.
Γιατί δεν είχαν κανένα ουσιαστικό πρόγραμμα.
Όταν το μόνο που έκανες ως αντιπολίτευση είναι να ισοπεδώνεις, πώς να δημιουργήσεις ως κυβέρνηση;
Έτσι σήμερα όλοι ασχολούνται με ανούσιους κομματικούς σκυλοκαβγάδες.
Κανείς δεν ασχολείται με το τι λέει και τελικά τι αναζητά ο Έλληνας πολίτης.
Κανείς δεν ασχολείται με τα μεγάλα διακυβεύματα που αφορούν τον Ελληνικό λαό και τη χώρα.
Ακόμη και χθες, που οι αποφάσεις στο Eurogroup ήταν λίγο καλύτερες του αναμενόμενου, αλλά πολύ κατώτερες από τις ανάγκες του Ελληνικού λαού και της χώρας, η Ελλάδα ήταν δυστυχώς απούσα από τη διαπραγμάτευση.
Οι αποφάσεις ήταν προϊόν συμβιβασμού μεταξύ των θεσμών, ειδικά μεταξύ Ευρώπης, Γερμανίας και ΔΝΤ.
Αλλά μήπως ασχολείται κανείς σοβαρά ώστε να αξιοποιήσει και κάποιες θετικές απόψεις των εταίρων.
Η Γερμανική κυβέρνηση το 2010 επέμενε να μπει στο πρόγραμμα το ΔΝΤ.
Σήμερα, γιατί δεν αποδέχονται τα συμπεράσματα της ανάλυσης του ΔΝΤ και τις προτάσεις του που οδηγουν σε ελάφρυνση του χρέους;
Γιατί αφήνουμε αναξιοποίητη αυτή τη θέση;
Φίλες και φίλοι,
Δύο ερωτήματα βρίσκονται στα χείλη μας,
στα χείλη κάθε Έλληνα και Ελληνίδας, εδώ στην Πάτρα, στην Πελοπόννησο, σε όλη τη χώρα.
Το πρώτο ερώτημα είναι ένα απλό, αλλά τόσο βαθύ «Γιατί;»
Και το δεύτερο ερώτημα, είναι «Τώρα τι κάνουμε;»
Γιατί εμείς ακόμα βολοδέρνουμε και η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Κύπρος που μπήκαν σε πρόγραμμα μετά από εμάς βγήκαν πριν από εμάς;
Και κυρίως τι μπορεί να γίνει τώρα;
Τι μας ξημερώνει;
Μπορούμε να κάνουμε τίποτα για αυτό;
Αυτά είναι τα ερωτήματα που βρίσκονται στα χείλη και στη σκέψη όλων μας.
Πίκρα και οργή για το παρελθόν.
Αβεβαιότητα για το σήμερα και το αύριο.
Υπάρχει ελπίδα;
Αυτό με ρωτάνε πολλοί στο δρόμο, στα καφενεία, στις γειτονιές όπου και αν βρίσκομαι.
Ελπίδα; Όχι αυτή που ήρθε μόνο στις αφίσες και στα συνθήματα.
Πραγματική ελπίδα.
Απαντώ: Και βέβαια υπάρχει.
Μόνο όμως αν τα διδάγματα από το «γιατί» γίνουν οδηγός μας για το «τι κάνουμε τώρα».
Μόνο αν τα μαθήματα από το χθες, γίνουν ο οδηγός μας για το αύριο.
ΓΙΑΤΙ;
Γιατί λοιπόν ακόμα ταλαιπωρούμαστε;
Γιατί μετά από 9 χρόνια σε ύφεση,
6 χρόνια σε Μνημόνιο,
μετά από τόσες θυσίες,
γιατί δεν έχουμε διαβεί τον κάβο;
Την απάντηση δεν την δίνω εγώ.
Μας την έδωσε η ίδια η Ιστορία.
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά.
Ας συγκρίνουμε την περίπτωσή μας με τις άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο.
Μπορεί ο βαθμός δυσκολίας στην περίπτωση της Ελλάδας να ήταν ο μεγαλύτερος.
Καμία άλλη χώρα δεν είχε ζήσει την καραμανλική λαίλαπα.
Και εκεί όμως χρειάστηκαν Μνημόνιο,
και εκεί είχαν Τρόικα με ΔΝΤ,
και εκεί είχαν σκληρά μέτρα.
Αλλά με κάποιον τρόπο όλοι τα κατάφεραν καλύτερα από εμάς.
Μπήκαν αργότερα σε πρόγραμμα και βγήκαν νωρίτερα.
Σε σχέση με αυτές τις χώρες, η Ιστορία έχει αποδείξει ότι έλειψαν στην Ελλάδα 3 βασικά πράγματα:
Πρώτον, στοιχειώδης συναίνεση.
Βασική διαφορά σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα.
Όλοι πλέον παραδέχονται αυτό που χρόνια υπογραμμίζαμε και κανείς δεν μας άκουγε:
Αν στοιχειωδώς είχε στηριχθεί η προσπάθειά μας το 2010, σήμερα η Ελλάδα θα είχε προ πολλού βγει και από την κρίση και από τα Μνημόνια.
Αντί για αυτό,
είχαμε δεξιά τα Ζάππεια,
αριστερά τις αυταπάτες της Θεσσαλονίκης και της μονομερους διαγραφής του ειδεχθούς χρέους.
Και στη μέση μία κυβέρνηση να την πετροβολούν όλοι.
Η έλλειψη εθνικής συνεννόησης συρρίκνωσε τις δυνατότητες καλύτερης διαπραγμάτευσης με τους εταίρους.
Και το χειρότερο: συνοδεύτηκε από εκρήξεις δεξιάς και αριστερής δημαγωγίας και ανορθολογισμού.
Στερώντας τη χώρα από την αναγκαία πολιτική ηρεμία και σταθερότητα, που πάντοτε βοηθούν το οικονομικό κλίμα.
Εδώ να θυμίσω, με ποια θηρία είχαμε και έχουμε να κάνουμε.
Κακώς θεωρούμε ότι η διαπραγμάτευση ήταν μόνο με τους εταίρους ή το ΔΝΤ.
Η ουσιαστική διαπραγμάτευση – καλώς ή κακώς – είναι με την ψυχολογία και τις εντυπώσεις στις διεθνείς αγορές.
Όσο εμείς εδώ βγάζαμε ο ένας τα μάτια του άλλου, όσο εμείς δεν δείχναμε,
μια γροθιά όλος ο πολιτικός κόσμος,
σοβαρή βούληση για αλλαγές,
τόσο δεν μας εμπιστεύονταν οι αγορές.
Και αυτό με φέρνει στο δεύτερο σκέλος της απάντησης – όσον αφορά το «γιατί»:
Δεύτερος λόγος λοιπόν, στο γιατί, είναι ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε αβυσσαλέο έλλειμμα αξιοπιστίας.
Καμία άλλη χώρα δεν είχε το δικό μας έλλειμμα αξιοπιστίας, εξαιτίας των Greek Statistics.
Βρεθήκαμε το 2009 με τρία ελλείμματα – κληρονομιά της καραμανλικής λαίλαπας.
Το πρώτο ήταν το δημοσιονομικό.
Το δεύτερο το έλλειμα ανταγωνιστικότητας.
Δηλαδή, αγοράζαμε πολλά περισσότερα από όσα πουλάγαμε στο εξωτερικό.
Και το τρίτο, ήταν το έλλειμμα αξιοπιστίας.
Πιστέψτε με – σε όλες τις διαπραγματεύσεις και επαφές συνειδητοποίησα ότι ήταν το πιο θανάσιμο έλλειμμα που αντιμετωπίσαμε.
Ήταν ό,τι χειρότερο σε μία Ευρώπη που δεν ήξερε που πάνε τα τέσσερα στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Έδωσε το πάτημα στις αγορές να αμφισβητήσουν τη βιωσιμότητά μας ως οικονομία.
Να αγνοούν κάθε αποτελεσματικό μέτρο που παίρναμε.
Και το πιο τραυματικό: έδωσε την αφορμή στους συντηρητικούς ευρωπαϊκούς κύκλους να επιμείνουν στην εξοντωτική λιτότητα ως τη μόνη αξιόπιστη λύση σε μία αναξιόπιστη περίπτωση.
Φωνάζαμε εξαρχής «δημοσιονομική υπευθυνότητα αλλά και χρόνος για μεταρρυθμίσεις».
Μας έλεγαν «λιτότητα».
Τώρα όλοι περισπούδαστα αναλύουν το γιατί η Ελλάδα χρειάζεται «δημοσιονομική υπευθυνότητα αλλά και βαθιές μεταρρυθμίσεις».
Έπρεπε να περάσουν χρόνια.
Αυτό ήταν το τίμημα της καραμανλικής αναξιοπιστίας.
Και το τρίτο που μας έλειψε στην Ελλάδα, η συνειδητοποίηση του προβλήματος.
Κορυφαίο θέμα.
Ακόμα και σήμερα, ο κ. Τσίπρας υποστηρίζει στις ομιλίες του ότι το πρόβλημα της χώρας ήταν το Μνημόνιο το 2010.
Και όχι η πελατειακή ασυδοσία μέχρι το 2009 που μας ανάγκασε να χρειαζόμαστε Μνημόνιο.
Όχι τα 110 δις χρέος που φορτώθηκε η χώρα σε 5 χρόνια, από το 2004 έως το 2009,
όταν είχε φορτωθεί 180 από το 1830 έως το 2004.
Όχι η συνειδητή απάτη – το μαγείρεμα των στατιστικών στοιχείων – δηλαδή, η απόκρυψη της αλήθειας από την τότε κυβέρνηση, πριν τις εκλογές του 2009.
Οι υπουργοί βέβαια του κ. Τσίπρα,
ο ένας μετά τον άλλο,
αναγνωρίζουν την αλήθεια – υπογράφουν και ψηφίζουν προϋπολογισμούς που αυτά τα στοιχεία αναγνωρίζονται πανηγυρικώς.
Που θα πάει, θα διαλυθεί και αυτή η αυταπάτη στο μυαλό του κ. Τσίπρα.
Γιατί πως θα επιλύσεις ένα πρόβλημα, αν δεν το αναγνωρίζεις;
Αδύνατον.
Κι όμως, αυτό επέλεξε να κάνει συνειδητά όλη η αντιπολίτευση, επί των ημερών της κυβέρνησής μας.
Σκεφτείτε: υπάρχει κόσμος που πιστεύει ότι τη χώρα χρεοκόπησαν δύο λέξεις από μία ομιλία μου και όχι η καραμανλική λαίλαπα της περιόδου 2004-2009.
Αλλά, φίλες και φίλοι, υπάρχει ένα αόρατο νήμα που ενώνει όλα τα απίθανα για τα οποία κατηγορηθήκαμε:
από τα CDS μέχρι το ΔΝΤ,
από το έλλειμμα μέχρι το «λεφτά υπάρχουν»,
από τα δήθεν δισεκατομμύρια που μας δάνειζαν και δεν πήραμε – μέχρι ότι φουσκώσαμε το έλλειμμα του 2009.
Προσέξτε: στις άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα,
μπορεί να υπήρξαν αντιδράσεις για το Μνημόνιο,
αλλά κανείς ουσιαστικά δεν αμφισβήτησε ότι υπήρχε πραγματικό πρόβλημα στη χώρα προ Μνημονίου.
Και είπαν: «έχουμε πρόβλημα, ας κάνουμε κάτι να το λύσουμε για να τελειώνουμε μία ώρα αρχύτερα με τα Μνημόνια».
Εδώ έγινε το αντίθετο: στη χώρα με το μεγαλύτερο πρόβλημα, έγινε μόδα η λογική ότι δεν υπήρχε πρόβλημα!
Χτίστηκαν καριέρες πάνω σε ένα γενικευμένο ξέπλυμα ευθυνών για το τι έγινε μέχρι το 2009,
και σε πλύσιμο εγκεφάλου πως η Ελλάδα απέκτησε πρόβλημα το 2010 με το Μνημόνιο.
Αυτή είναι η αλήθεια.
Ποιο είναι λοιπόν το νήμα που ενώνει κάθε ανοησία που ειπώθηκε,
κάθε ψέμα που διαφημίστηκε
και κάθε δηλητήριο που χύθηκε εναντίον μας;
Είναι η λογική «λέμε οτιδήποτε, αρκεί ο κόσμος να μην ασχοληθεί με τα πραγματικά αίτια της κρίσης, να μην αναζητήσει τους πραγματικούς υπεύθυνους».
Ουδείς δικαιούται να δηλώνει αυταπάτη ως προς αυτό.
Όλοι εξαπάτησαν συνειδητά.
Αποτέλεσμα;
Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια,
χρειάστηκαν άλλα δύο μνημόνια,
απαιτήθηκαν εντελώς αχρείαστες επιπρόσθετες θυσίες χωρίς τελειωμό,
για να αποδειχθεί στην πράξη,
και να αποδεχθούν όλοι εκτός από κάποιες γραφικές περιπτώσεις,
κάποια αυτονόητα πράγματα που λέγαμε εξαρχής:
Ότι, στη διεθνή οικονομία, στη διεθνή πολιτική, όποιοι κι αν είναι οι δεσμοί, όποιες κι αν είναι οι συμπάθειες, καμία χώρα, κανένας δεν δανείζει χαριστικά τα χρήματα των συμπολιτών του – και καλά κάνει.
Στα δάνεια, δεν υπάρχουν χάρες.
Τόσο απλό. Τόσο αυτονόητό.
Κι όμως, μας πήρε 5 χρόνια να το συνειδητοποιήσουμε.
Άλλο αυτονόητο:
Τα περί αλλαγής νομίσματος,
μονομερούς στάσης πληρωμών,
εκβιασμό των εταίρων,
θεωρίες παιγνίων και άλλα τέτοια εξωτικά,
είναι πολύ ωραία όταν παίζεις επιτραπέζια παιχνίδια.
Στην οικονομία και στην πραγματική ζωή,
όταν έχεις στην πλάτη σου τις ζωές 11 εκατομμυρίων ανθρώπων,
δεν παίζεις.
Μπορεί να προκαλέσεις αναταραχή, αλλά θα ζήσεις εθνική καταστροφή.
Πόσο ηλίθιος μπορεί να είσαι για κάτι τέτοιο;
Στην περσινή διαπραγμάτευση το παίζαμε τρελοί. Ωραίο για reality show.
Όταν όμως χρειάζεσαι και ζητάς να σου δώσουν χρήματα,
και σε θεωρούν τρελό,
θα σε δέσουν και με ζουρλομανδύα.
Αυτό κατάφερε και αυτό εψήφισε η σημερινή Βουλή.
Τόσο απλό.
Τόσο αυτονόητο.
Ακόμα και για αυτό όμως χρειάστηκαν 5 χρόνια σε κάποιους για να το συνειδητοποιήσουν.
ΤΩΡΑ ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ;
Τώρα όμως, τι κάνουμε;
Ρωτάμε όλοι μας.
Υπάρχει λύση και διέξοδος;
Θα βγούμε ποτέ από τα μνημόνια και την κρίση;
Θα αρχίσουμε να ανεβαίνουμε ποτέ ή ακόμα δεν φτάσαμε στον πάτο;
Θέτω το ίδιο δίλλημα που είχα θέσει σε ομιλία μου σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους στο Ζάππειο, τον Δεκέμβριο του 2009.
Είχα πει τότε επί λέξει:
«Θέλει ο Έλληνας και η Ελληνίδα μια κυβέρνηση που θα είναι απλά ο εκκαθαριστής των υποχρεώσεων προς τρίτους;
Ή θέλει μια κυβέρνηση που θα κάνει την μεγάλη ανατροπή, ανασυγκρότησης της χώρας, και θα πάει την Ελλάδα σε μια νέα αλλά αυτή την φορά βιώσιμη πορεία.»
Την κυβέρνηση-εκκαθαριστή την ζήσαμε και επί Σαμαρά-Βενιζέλου, την ζούμε και σήμερα.
Κυβέρνηση με πάθος για αλλαγές ζήσαμε μόνο την περίοδο 2009-2011.
Ήταν η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.
Εγώ δεν ντρέπομαι να πω, κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.
Άλλοι ξεχνάνε τον Πρωθυπουργό της.
Και ξύνουν τον πάτο της μικροπρέπειας.
Αλλά τόσοι ήταν πάντα.
Φίλες και φίλοι,
Η χειρότερη συνέπεια της κρίσης είναι ότι διαμορφώνει ψυχολογία ήττας,
υποταγής στο μοιραίο,
μια κουλτούρα του ανέφικτου για κάτι καλύτερο.
Δεν θα σταματήσω ούτε στιγμή να παλεύω απέναντι στη μιζέρια.
Δεν θα σταματήσω ούτε στιγμή να αγωνίζομαι ενάντια στην παραίτηση.
Δεν θα σταματήσω ούτε στιγμή να πιστεύω στις δυνατότητες του τόπου μας, του λαού μας!
Ξέρω, γνωρίζουμε όλοι, πως τίποτα δεν είναι εύκολο.
Όχι μόνο εξαιτίας όσων έχουν γίνει.
Και όχι μόνο λόγω της επιμονής μεγάλου μέρους της συντηρητικής ακόμα Ευρώπης να βαυκαλίζεται πως η λύση είναι οι περικοπές και όχι οι πραγματικές αλλαγές.
Αλλά κυρίως γιατί η αλλαγή πορείας προς το καλύτερο, απαιτεί και προϋποθέτει υπέρβαση του ίδιου του εαυτού μας.
Να υπερβούμε τις χειρότερες νοοτροπίες μας, για να απελευθερώσουμε το απίστευτο δυναμικό μας για πρόοδο.
Προσωπικά λοιδωρήθηκα από τους αντιπάλους μου, όσο λίγοι.
Ταξίδεψα σε όλο τον κόσμο, Ευρώπη, Αμερική, Ασία δύο φορές για να πείσω τους εταίρους μας να μην αφήσουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει – την ώρα που η αντιπολίτευση αμφισβητούσε ακόμα και τον πατριωτισμό μου.
Έκανα ως Πρωθυπουργός ανοίγματα πραγματικής συναίνεσης, και το 2010 και το 2011, όταν άλλοι έχτιζαν ψεκασμένες καριέρες.
Με είπαν Πινοσέτ, Τσολάκογλου, ντήλερ διεθνών κερδοσκόπων, ότι μπορεί να φανταστεί κανείς.
Δεν κρατάω κακία σε κανέναν.
Μπορούμε να προχωρήσουμε;
Μπορούμε να πάμε παρακάτω;
Δικός μου εχθρός δεν είναι ο Τσίπρας, όπως δεν ήταν ο Σαμαράς.
Τα δε γεγονότα του παρελθόντος, τα διδάγματα, δεν τα αναφέρουμε από εκδίκηση αλλά για να μην επαναληφθούν ποτέ ξανά στο μέλλον.
Δικός μου εχθρός είναι τα προβλήματα του τόπου.
Είναι το πελατειακό κράτος.
Είναι η λογική…
«Παίρνω την εξουσία, όχι για να αλλάξω το κράτος, αλλά για να το κάνω δικό μου».
«Χτυπάω νταβατζήδες, όχι για να βάλω κανόνες που ισχύουν για όλους, αλλά για να φτιάξω δικούς μου νταβατζήδες». Για να βολευτούμε μεταξύ μας σε έναν παρεοκρατικό καπιταλισμό.
Αν συνεχίσουμε έτσι, δεν πάμε πουθενά.
Όσο η πολιτική διεξάγεται με όρους αρένας,
«ο θάνατός σου, η ζωή μου» τίποτα δεν θα αλλάξει.
Όσο η έφοδος και παραμονή στην εξουσία παραμένει αποκλειστικός αυτοσκοπός, τίποτα δεν θα διορθωθεί.
Το μόνο που θα αλλάζει είναι ποιος θα κατηγορεί ως προδότη ποιον.
Για αυτό και επιμένω στις αρχές μου.
Ακούω τις διδαχές της ιστορίας.
Και φωνάζω εδώ και χρόνια,
και θα φωνάζω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου,
για μια κουλτούρα συναίνεσης και συνεργασίας.
Έτσι και μόνο έτσι θα στρίψουμε το τιμόνι της χώρας προς το καλύτερο.
Τι και πως συναίνεση;
Χρειάζονται δύο πράγματα:
Πρώτον,
Στο πολιτικό επίπεδο θα υπάρχουν διαφορές.
Σε μια δημοκρατία αυτό είναι απαραίτητο.
Αν όμως κινδυνεύει η ίδια η χώρα με κατάρρευση, όταν κινδυνεύει η δημοκρατία από την αυθαιρεσία και την εξάρτηση, τότε χρειάζονται οι δυνάμεις του τόπου να παραμερίσουν τις επιμέρους διαφορές τους.
Οι πολιτικές δυνάμεις δεν είναι εφικτό, ούτε καν θεμιτό να συμφωνούν σε όλα.
Μπορούμε όμως να συμφωνήσουμε στα αυτονόητα.
Μπορεί τα κόμματα να διαφωνούμε στο ποιοι πρέπει να πληρώνουν φόρους ή εισφορές και πόσο, δεν μπορούμε όμως να συμφωνήσουμε για το πώς θα παταχθεί η φορολογική ανομία και η εισφοροδιαφυγή;
Που και αυτή τελικά έχει το σπέρμα της αδικίας και ανισότητας;
Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε βασικά έστω στοιχεία φορολογικού πλαισίου που δεν θα αλλάζουν κάθε χρόνο;
Αυτά πρότεινα προς κάθε κατεύθυνση ως Πρωθυπουργός.
Άλλοι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε κάθε διάλογο.
Άλλοι κραύγαζαν «δεν πληρώνω».
Αποτέλεσμα της έλλειψης συνεννόησης;
Το ξέρουμε,
το βλέπουμε,
το ζούμε,
κάθε νέα διαπραγμάτευση και νέοι φόροι,
νέα βάρη και μάλιστα σε εκείνους που δεν φοροδιαφεύγουν.
Παίρνω ένα άλλο παράδειγμα:
Μπορεί, φίλες και φίλοι, να διαφωνούμε στο ρόλο που πρέπει να έχει το δημόσιο στην οικονομία, αλλά διαφωνεί κανείς ότι πρέπει να λειτουργεί ηλεκτρονικά, με διαφάνεια, διαύγεια, λογοδοσία, αξιοκρατία;
Διαφωνεί κανείς ότι βασικό καρκίνωμα στη λειτουργία της χώρας είναι η καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης;
Μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό στο οποίο υποτίθεται συμφωνούμε όλοι;
Μπορεί να διαφωνούμε για το πώς πρέπει να λειτουργεί η δημόσια υγεία.
Διαφωνεί κανείς όμως ότι πρέπει να διασφαλίσουμε τον πλήρη σεβασμό σε κάθε ευρώ που δαπανάται εκεί;
Μπορεί να διαφωνούμε για το πώς πρέπει να διανέμεται και να φορολογείται ο πλούτος στη χώρα, υπάρχει όμως κανένας που διαφωνεί ότι χρειάζεται να παράξουμε επειγόντως νέο πλούτο;
Υπάρχει κανένας που να διαφωνεί ότι το μέλλον αυτής της χώρας βρίσκεται στην ενέργεια και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας;
Στις ολοκληρωμένες υπηρεσίες φιλοξενίας και εναλλακτικού τουρισμού;
Στα ποιοτικά και πιστοποιημένα αγροτικά προϊόντα;
Όλες οι εκθέσεις, όλοι οι ξένοι οίκοι και εγχώρια think tanks τα ίδια λένε.
Εκεί βρίσκεται το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα.
Πόσο δύσκολο είναι να συζητήσουμε και να συμφωνήσουμε ένα πολυετές πλαίσιο για την ανάπτυξή τους, που θα παραμένει ίδιο, πέρα από τον εκλογικό κύκλο;
Σκεφτείτε, φίλες και φίλοι, να αποδεχόμασταν εμείς το Υπερταμείο όταν μας το πρότειναν – δεν θα είχε μείνει όρθια κολώνα στη Βουλή από αριστεροδεξιούς εθνικόφρονες, έτσι δεν είναι;
Τι να πρωτοθυμηθώ τις κατηγορίες ότι με την αλλαγή δικαίου στα ομόλογα θα μας πάρουν την Ακρόπολη;
Ήταν όμως μια λαίλαπα.
Που καταφέραμε όσο ήμασταν εμείς κυβέρνηση να αποφύγουμε.
Με σκληρές αλλά και έξυπνες διαπραγματεύσεις.
Μπορούμε να κάνουμε κάτι για να μην επαναληφθεί αυτή η λαίλαπα που ζήσαμε το Σαββατοκύριακο;
Τι εμποδίζει εκπροσώπους των πολιτικών δυνάμεων, ανθρώπους της αγοράς και εκπροσώπους φορέων να βρεθούν άμεσα στο ίδιο τραπέζι, σε ένα τραπέζι εθνικού διαλόγου, με εντολή για συγκεκριμένα αποτελέσματα μέσα στο καλοκαίρι;
Δεν υπάρχει ούτε στιγμή για χάσιμο.
Πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι κανένας και κανένα κόμμα δεν μπορεί μόνο του;
Πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι μόνο έτσι, με δικό μας σχέδιο, θα μας πάρουν οι εταίροι μας στα σοβαρά και δεν θα μας επιβάλλουν κόφτες αναξιοπιστίας;
Και πόσα Μνημόνια θα χρειαστούν για να καταλάβουμε ότι μόνο έτσι, με στοιχειωδώς αρραγές εσωτερικό μέτωπο, θα βγούμε από την κρίση;
Η Ελλάδα χρειάζεται σαφείς, τεκμηριωμένες εθνικές θέσεις – όχι κομματικές θέσεις μετανοημένων δεξιών αντιμνημονιακών ούτε αριστερά γιουρούσια επαναστατών του καφενείου, που μετατράπηκαν σε «πάρε ό,τι θέλεις παλιατζή».
Επαναλαμβάνω: Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε σε όλα.
Βούληση απαιτείται στα αυτονόητα.
Εκεί που όλοι συμφωνούμε, όποια κι αν είναι αυτά που συμφωνούμε, ας προχωρήσουμε μπροστά.
Πέρα από τα Μνημόνια, με ένα Εθνικό Συμβόλαιο.
Αυτό ζητάω.
Αυτό ζητάει το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών.
Κι αυτό είναι πρωτίστως ευθύνη του Πρωθυπουργού να το τολμήσει.
Με όρους ειλικρίνειας – όλοι κρίνονται, και πρώτος αυτός.
Υπάρχει όμως και μια δεύτερη προϋπόθεση για τη συναίνεση:
Γιατί;
Γιατί η επανάσταση του αυτονόητου δεν είναι τελικά αυτονόητα αποδεκτή από όλους.
Γιατί υπάρχουν μικρά και μεγάλα κατεστημένα που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα στη χώρα.
Και πολιτικοί που καταλήγουν πιόνια τους.
Θυμηθείτε πόσο πολεμήθηκε ο Νόμος μας για τα Πανεπιστήμια.
Το πρώτο νομοσχέδιο που έφερε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ήταν για να πετσοκόψει αυτόν τον νόμο.
Έσπαγε κατεστημένα, βλέπετε.
‘Η μήπως δεν έχει στοχοποιηθεί πέντε χρόνια τώρα η Διαύγεια;
Ο Καλλικράτης;
Η προσπάθεια αξιοκρατίας με το opengov στις επιλογές σε θέσεις διοίκησης;
Κάθε τι που θεσμοθετήσαμε για να ξεριζωθεί η πελατειακή λογική και η ασυδοσία έχει βρεθεί στο στόχαστρο για μία πενταετία.
Για αυτό έρχομαι και στην δεύτερη προϋπόθεση για να πάει μπροστά ο τόπος:
Χρειάζεται η κρίσιμη μαγιά, η κρίσιμη μάζα, που θα ενστερνιστεί αυτές τις ιδέες, αυτές τις προοπτικές.
Θα παλέψει για αυτές και θα τις προωθήσει.
Θα κάνει το πρόγραμμα προοδευτικών αλλαγών στην χώρα μας πραγματικό ρεύμα και κτήμα πλατειών στρωμάτων της κοινωνίας.
Θα ξαναπιστέψει. Να πάμε μαζί – ξανά!
Για αυτό και το ΚΙΝΗΜΑ μας κοιτά μια άλλη μορφή συναίνεσης και ενότητας.
Μπορούμε και πρέπει να αναδείξουμε τις πραγματικές – όχι επίπλαστες, διαφορές μας, χωρίς να δαιμονοποιούμε τον άλλον.
Κανένα κόμμα δεν μπορεί μόνο του.
Αν δεν ενώσει πλατιές δυνάμεις του λαού, της κοινωνίας, με πραγματική θετική πατριωτική συνείδηση αλλά και βούληση να αλλάξει ο τόπος.
Επειδή όμως τα κόμματα έχουν τις δικές τους λογικές.
Την εύκολη πόλωση για να ανεβούν στο χρηματιστήριο των γκάλοπ.
Χρειαζόμαστε κάτι άλλο.
Ένα μορατόριουμ μεταξύ μας.
Μεταξύ των πολιτών.
Μεταξύ των Ελλήνων.
Η χώρα χρειάζεται άμεσα ένα πολιτικό μορατόριουμ σοβαρότητας. Έναν διάλογο ήσυχα και απλά.
Με αλήθειες, ως βάση.
Αρκετά τα κόμματα δίχασαν την Ελληνική κοινωνία.
Αρκετά τη διαιρέσαμε τη στιγμή που χρειαζόταν κοινωνική ενότητα απέναντι στη λαίλαπα των αγορών.
Ποιος ωφελείται από τη διχόνοια;
Αυτός που δεν θέλει να αλλάξει τίποτα.
Όσοι παρασιτούν.
Σίγουρα δεν ωφελείται όποιος θέλει να μπει τέλος στην ανασφάλεια και στην ασυδοσία,
ο νέος επιστήμονας,
ο καινοτόμος επιχειρηματίας,
ο δημιουργικός αγρότης,
ο πρωτοπόρος δήμαρχος και περιφερειάρχης,
ο διψασμένος για δουλειά άνεργος,
ο συνταξιούχος που θέλει και ζητά μια κοινωνία ισονομίας και αλληλεγγύης για τα παιδιά και τα εγγόνια του.
Όλοι αυτοί που ζητούν παραγωγή και σωστή όσο και δίκαιη αξιοποίηση του πλούτου.
Χρειάζεται να αναδείξουμε αυτές τις δυνάμεις.
Να βγουν πρωτοπόρες.
Να βγουν δυναμικά.
Και από την βάση να ενώσουν την χώρα γύρω από ένα εθνικό και προοδευτικό σχέδιο αλλαγών.
Ας διδαχθούμε από την Ιστορία.
Ας αξιοποιήσουμε τα συμπεράσματά μας, την εμπειρία μας.
Και τώρα, που όλοι φαίνεται να γίνονται πιο γνωστικοί, ξεπερνώντας αυταπάτες στο Ζάππειο που μηδένιζαν ελλείμματα σε ένα χρόνο χωρίς κόπο και πόνο, ας δείξουμε γενναιότητα κι ας υπερβούμε το λαϊκισμό και τον μικροκομματικό υπολογισμό.
Ας πάρουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας.
Σχέδιο χρειάζεται και αποφασιστικότητα.
Για αυτά θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε.
Και θέλω, με την ευκαιρία της σημερινής συνάντησής μας, να στείλουμε ένα σαφές μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση, ιδιαιτέρως εκτός των συνόρων, επειδή κάποιοι μπορεί να ονειρεύονται διάφορα, λόγω του ότι η χώρα βρίσκεται σε κρίση.
Ας μην θεωρούν κάποιοι, ότι οι Έλληνες δεν θα υπερασπιστούν με σθένος τα εθνικά συμφέροντα.
Φίλες και φίλοι,
Είναι μοναδικό το αίσθημα για μένα να μιλάω στα χώματα της Αχαΐας.
Πάντα ήταν.
Και ως απλός βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, αργότερα ως Υπουργός, Πρωθυπουργός, και μετά στο ξεκίνημα του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ μας.
Θυμάμαι την τελευταία μας συγκέντρωση, εδώ, πέρσι τον Γενάρη, η τελευταία συγκέντρωση του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ μας για τις εκλογές.
Τότε που μιλήσαμε για ενα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων που ως αντάλλαγμα θα είχαμε ελάφρυνση του υπόλοιπου χρέους – και ένα δημοψήφισμα όχι μαϊμού αλλα κύρους για το νέο αυτό Πρόγραμμα.
Ήταν τέτοιος ο παλμός που όλα φαινόντουσαν εφικτά.
Φτάσαμε πολύ κοντά τότε, αλλά το αδύνατο δεν έγινε δυνατό.
Είμαι όμως ακόμα εδώ!
Είμαστε όλοι μας ακόμα εδώ!
Ενωμένοι με ιστορία και αξίες.
Σας ξέρω και με ξέρετε.
Χρόνια αγώνων για την Αχαΐα.
Που υποφέρει και αυτή από το πελατειακό κράτος,
που ευνουχίζει τις δημιουργικές δυνάμεις κάθε γωνιάς της χώρας μας – και η Αχαΐα, το ξαναλέω, διαθέτει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Γνωρίζετε, είχα πάντα αλλεργία στο τάξιμο και το ρουσφέτι.
Κλείστε τα αυτιά σε όσους τάζουν.
Και απαιτείστε από όλους να δουλέψουν για να αποκτήσουμε κράτος με κανόνες που να ισχύουν για όλους.
Κανόνες που σέβεται πρώτο το ίδιο το κράτος.
Μόνο έτσι θα δούμε άσπρη μέρα στο σημερινό κόσμο.
Ας κοιτάξουμε γύρω μας:
Η υφήλιος συνταρράσεται από μεγάλες αλλαγές.
Τεχνολογικές, επιστημονικές, οικονομικές, τηλε-επικοινωνίας, κινήσεων κεφαλαίου, ανθρώπων.
Δεκάδες επαγγελματικοί τομείς θα αντικατασταθούν από τη ρομποτική.
Άλλοι θα ανθίσουν, όπως ο ενεργειακός τομέας, υπό την πίεση και της κλιματικής αλλαγής.
Οι μεταναστευτικές ροές παγκοσμίως θα αυξηθούν.
Το κεφάλαιο θα διεθνοποιείται όλο και περισσότερο αποφεύγοντας τις υποχρεώσεις του σε εθνικό επίπεδο μέσω για παράδειγμα των φορολογικών παραδείσων.
Πανδημίες με ταχύτητα μεταφέρονται σε κάθε γωνιά της γης.
Τα συστήματα πρόνοιας βάλλονται γιατί οι χώρες χάνουν έσοδα από τον ανταγωνισμό από τρίτες ακόμη και φτωχότερες χώρες
Η ανεργία των νέων, μόνιμο πρόβλημα σε πολλές αναπτυγμένες οικονομίες.
Σε μια εποχή όπου όλα αυτά απαιτούν στενή συνεργασία μεταξύ των εθνών, ηγεσιών, λαών, αυτό που βλέπουμε είναι το αντίθετο:
αντί για ουσιαστική συνεργασία, βλέπουμε τον κατακερματισμό της διεθνούς κοινότητας.
Έτσι γεννιέται και θεριεύει η ανασφάλεια, με ηγετίσκους της κακιάς ώρας έτοιμους να την εκμεταλλευτούν.
Ασχολείται κανείς στην Ελλάδα με όλα αυτά;
Ασχολείται με την εμβάθυνση ή τη δημιουργία θεσμών που να διασφαλίζουν μια λειτουργούσα και σύγχρονη Δημοκρατία;
Μια λειτουργούσα και σύγχρονη Δημοκρατία, που θα μπορεί να ανταποκρίνεται με αποτελεσματικότητα και σε κάθε ζήτημα, μικρό ή μεγάλο, της καθημερινότητας ή εθνικής σημασίας, που μπορεί να προκύψει σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από πολλαπλές και ραγδαίες εξελίξεις.
Ασχολείται κανείς με όλα αυτά;
Αστεία πράγματα.
Λίγες ατάκες και τελειώσαμε.
Μήπως κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σταθεροποιηθούμε βιώσιμα ως χώρα μέσα σε ένα ασταθές περιβάλλον;
Και πάλι, αστεία πράγματα.
Κάνουμε ότι μπορούμε για να φαινόμαστε αλλοπρόσαλλοι.
Ενώ θα έπρεπε να φτιάξουμε ενα κράτος μια δημοκρατία λειτουργική που μπορεί να αντιμετωπίζει τις νέες αυτές συνθήκες προς όφελος του πολίτη.
Έχουμε φωνή.
Μπορούμε να ακουστούμε.
Έχουμε απίθανες δυνατότητες.
Μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε.
Να σταθούμε στα δικά μας πόδια.
Ο αγώνας για να γίνουν πράξη αυτές οι αυτονόητες αλήθειες δεν τελειώνει ποτέ.
Δεν σταματάμε.
Προχωράμε.
Είμαι αποφασισμένος οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, να βρουν το ψηφοδέλτιο του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ στο χέρι κάθε πολίτη.
Είμαι αποφασισμένος οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, να βρουν το ΚΙΝΗΜΑ με πλήρες οπλοστάσιο θέσεων και προτάσεων για το αύριο του τόπου.
Ό,τι ισχύει για τη χώρα, ισχύει και για το ΚΙΝΗΜΑ.
Καμία πρόταση δεν είναι πραγματικά προοδευτική, αν δεν έχει προκύψει από συμμετοχή.
Από τους πολίτες, για τους πολίτες.
Θα μπω ξανά μπροστά, αλλά σας χρειάζομαι όλους.
Κάθε προοδευτική φωνή.
Τώρα που οι μύθοι κατέρρευσαν,
Τώρα που ο κόσμος διψάει για πολιτικούς των οποίων τα λόγια συμβαδίζουν με τα έργα,
και τα έργα τους συμβαδίζουν με τα λόγια,
Τώρα ήρθε η δική μας ώρα.
Αδιαπραγμάτευτοι στις αρχές μας.
Περήφανοι για το έργο μας.
Με προτάσεις για το σήμερα και το αύριο.
Αφήνουμε τα ατελείωτα κεντροαριστερά μπρος-πίσω, σε όσους έχουν καιρό για χάσιμο.
Εμείς ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε πάντα αφοσιωμένοι στην υπόθεση της συνεργασία και της ενότητας των προοδευτικών δυνάμεων.
Και θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες. Θα επιμείνουμε.
Χωρίς όρους διαδικαστικούς ή οργανωτικούς, χωρίς υστερόβουλες σκέψεις και επιδιώξεις.
Με μια μόνο επιδίωξη, την ύπαρξη σαφούς, καθαρού πολιτικού πλαισίου και αρχών.
Και με τη δέσμευσή μας ενώπιον του Ελληνικού λαού.
Την απερίφραστη δέσμευσή μας, ότι οι προοδευτικές δυνάμεις πιστεύουν βαθύτατα στην αλλαγή της χώρας.
Χωρίς υποσημειώσεις και αστερίσκους.
Είδατε που οδήγησαν προ ολίγων ημερών δήθεν συμφωνίες πίσω από κλειστές πόρτες, ερήμην του Ελληνικού λαού.
Οι συμφωνίες κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος.
Γιατί;
Μήπως δεν είχαμε και εδώ επισημάνει το αυτονόητο;
Την ανάγκη μιας ειλικρινούς ενώπιον των πολιτών συνεννόησης και συμφωνίας;
Φίλες και φίλοι,
Η Ελλάδα δεν έχει χρόνο για χάσιμο.
Έχουμε αρχές, αξίες και ιδανικά, που δεν υπόκεινται σε κανέναν κόφτη συναλλαγής.
Είμαστε πάντα ανοιχτοί στο διάλογο,
Είμαστε πάντα αλλεργικοί στη συναλλαγή,
Είμαστε πάντα αποφασισμένοι να γίνουμε εμείς η αλλαγή που θέλουμε για τη χώρα.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ».