Η Ελλάδα και ιδιαίτερα τα νησιά χαρακτηρίζονται από τους επιστήμονες και κυρίως από τους βοτανολόγους ως η χώρα με την πλουσιότερη χλωρίδα στην περιοχή της Μεσογείου. Οι μέλισσες, επομένως, έχουν στην διάθεσή τους να «τρυγήσουν» νέκταρ και γύρη από χιλιάδες είδη βοτάνων, λουλουδιών και κωνοφόρων δένδρων τα οποία πολλά από αυτά είναι ενδημικά.
Για το λόγο αυτό οι μελισσοκόμοι της Ελλάδας μεταφέρουν τις κυψέλες, στην διάρκεια όλους του χρόνου. Στα νησιά τους καλοκαιρινούς μήνες κοντά στην θάλασσα όπου τα τεράστια ανθισμένα θυμάρια «βάφουν» το τοπίο με το γλυκό μοβ χρώμα τους.
Την άνοιξη, οι μέλισσες…επισκέπτονται τα αρωματικά άνθη της πορτοκαλιάς, της λεμονιάς, του φασκόμηλου, της ρίγανης, της θρούμπας, του ευκαλύπτου και του δενδρολίβανου. Το φθινόπωρο, οι μέλισσες μεταφέρονται κοντά σε περιοχές όπου φύονται το πεύκο, ο κισσός, τα έλατα και τα ρείκια.
Στην τελική σύνθεση του Ελληνικού μελιού συμμετέχουν περισσότερα από 70 είδη διαφορετικών φυτών σε μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσοστό.
Αυτός είναι και ο λόγος που το μέλι της Ελλάδας είναι ξεχωριστό, πυκνόρρευστο και συγκεντρώνει μια ποικιλία μοναδικών αρωματικών και γευστικών χαρακτηριστικών. Επιβεβαιώνεται καθημερινά από εργασίες διαιτολόγων ότι το ελληνικό μέλι είναι ξεχωριστό προϊόν, προικισμένο με ιδιαίτερα βιολογικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά έναντι των μελιών των άλλων χωρών.
Το μέλι στην αρχαία ελληνική κουζίνα
Η τροφή για τους αρχαίους Έλληνες θεωρούνταν σημαντική, ως μέσο ανάπτυξης του οργανισμού, παράγοντας ομαλής λειτουργίας και αίτιο ζωτικής και παραγωγικής σκέψης. Αυτός ήταν και ο λόγος που πολλοί φιλόσοφοι έδιναν πρακτικές συμβουλές υγιεινής διατροφής για τα είδη, την ποιότητα και την ποσότητα των τροφίμων, τα οποία, σύμφωνα με τη γνώμη τους, πρέπει να υπάρχουν στο καθημερινό τραπέζι.
Σε όλες αυτές τις συμβουλές το μέλι κατέχει ξεχωριστή θέση και αντιμετωπίζεται ως φυσικό, υγιεινό, γλυκαντικό προϊόν. Βασικό στοιχείο της διατροφής, και όχι συμπλήρωμα. Για το λόγο αυτόν το μέλι στην αρχαιότητα αποτελούσε ένα από τα βασικά συστατικά της ελληνικής μαγειρικής. Χρησιμοποιούνταν κυρίως ως άρτυμα (μπαχαρικό) για την ενίσχυση της γεύσης του πιάτου είτε ως γλυκαντική ουσία. Οι αρχαίοι Έλληνες έφτιαχναν μια σειρά από σάλτσες για κρεατικά, ψαρικά και λαχανικά με βάση το μέλι.
Ένα φαγητό με βάση το μέλι αναφέρει ο Αθήναιος (2ος-3ος αι. μ.Χ.): «Είναι μείγμα από οποιοδήποτε είδος κρέατος, συμπεριλαμβανομένης και της κότας. Γίνεται κόβοντας τα μαλακά μέρη του κρέατος σε μικρά κομμάτια, μαζί με τα ψιλοκομμένα εντόσθια, καρυκεύοντας με ξίδι, ψημένο τυρί, κύμινο, σίλφιο, φρέσκο και ξερό θυμάρι, θρούμπι, φρέσκο και ξερό κόλιανδρο, κρεμμύδι καθαρισμένο και ψημένο, ή με σπόρους παπαρούνας και σταφίδες, μέλι και σπόρους ξινού ροδιού…». Έφτιαχναν, επίσης, ένα μείγμα από γάλα και μέλι, το άφηναν να γίνει σχεδόν σαν κρέμα, το σούρωναν λίγο και το κατανάλωναν ως γλυκό. Στην αρχαιότητα ακόμη και τουρσιά παρασκευάζονταν με ένα δυνατό μείγμα από ξίδι και μέλι.
Στη μαγειρική των θαλασσινών
Ο θρυλικός Ρωμαίος μάγειρας αναφέρει στο βιβλίο τους μια σειρά τρόπους μαγειρέματος ψαριών και θαλασσινών: «Σάλτσα για καλαμαράκια στο τηγάνι: τρίβετε στο γουδί πιπέρι, απήγανο, λίγο μέλι, liquamen, μούστο και μερικές σταγόνες λάδι». «Σάλτσα για στρείδια: τρίβετε στο γουδί πιπέρι, λιγυστικό, κρόκο αυγού, ξίδι, λάδι και κρασί. Αν θέλετε προσθέτετε και μέλι». «Σάλτσα για βραστό ψάρι : τρίβετε στο γουδί πιπέρι, λιγυστικό, κύμινο, κρεμμυδάκι, ρίγανη, κουκουναρόσπορους, ένα χουρμά, μέλι , μουστάρδα και λίγο λάδι». «Σάλτσα για ψητό μπαρμπούνι : φρέσκο απήγανο, δυόσμο, κόλιανδρο, μάραθο πιπέρι, λυγιστικό , μέλι, μούστο και λίγο λάδι».
Μέλι & πίτες
Οι αρχαίοι Έλληνες περιλάμβαναν στο διαιτολόγιο τους μια τεράστια ποικιλία από πίτες, τις οποίες ονόμαζαν «πλακούντες». Αυτές ήταν κυρίως γεμισμένες με βότανα, μπαχαρικά, ξηρούς καρπούς ακόμα και με γλυκό ή ξινό τυρί. Τις περίχυναν με φρέσκο μέλι και τις έτρωγαν μετά το κυρίως γεύμα.
Ονομαστά ήταν τα «μελίπηκτα» και οι «σισαμίδες», οι οποίες παρασκευαζόταν με το ονομαστό μέλι της Αττικής και σουσάμι, αλλά και ένα κρητικό γλύκισμα το οποίο ο Αθήναιος στο έργο του «Δειπνοσοφιστές» ονομάζει «γάστριν» και παρασκευαζόταν με διαφόρους ξηρούς καρπούς, σπόρους παπαρούνας και το εκλεκτό θυμαρίσιο μέλι της Κρήτης.
Ο Λατίνος ποιητής Οβίδιος υμνεί τις ιδεώδεις για τον άνθρωπο τροφές και λέει: «Το αγνό γάλα και οι μοσχομυριστές μελόπιτες που αναδύουν το άρωμα του θυμαριού είναι ότι καλύτερο προσφέρει η γη και μάλιστα σε αφθονία»
Μέλι για τη διατήρηση τροφίμων
Οι αχρείοι Έλληνες, οι Ρωμαίοι αλλά και οι Βυζαντινοί συνήθιζαν να εκμεταλλεύονται τις συντηρητικές ιδιότητες του μελιού και να τοποθετούν μέσα σε αυτό διάφορα τρόφιμα προκειμένου να τα διατηρήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Χαρακτηριστικά είναι τα αποσπάσματα από τον Απίκιο, που ακολουθούν :
«Διατήρηση νωπού κρέατος χωρίς αλάτι : καλύπτετε το νωπό κρέας της αρεσκείας σας με μέλι και το κρεμάτε ψηλά μαζί με το σκεύος, το χρησιμοποιείτε, όποτε θέλετε. Η μέθοδος αυτή προτιμάται το χειμώνα, γιατί το καλοκαίρι το κρέας αντέχει μόνο για λίγες μέρες. Το ίδιο ισχύει και για το βραστό κρέας.
«Διατήρηση κυδωνιών : διαλέγετε κυδώνια χωρίς χτυπήματα μαζί με τα κλαδιά και τα φύλλα τους, τα τοποθετείτε στο βάζο κι από πάνω ρίχνετε μέλι. Με τον ίδιο τρόπο διατηρούνται τα φρέσκα σύκα, τα μήλα, τα δαμάσκηνα, τα αχλάδια και τα κεράσια».
Γλυκόπιοτο κρασί με μέλι
Σε αρχαία Ελληνική συνταγή, η οποία διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας, διαβάζουμε τη ακόλουθη μέθοδο παρασκευής κρασιού με μέλι: «σε ένα χάλκινο δοχείο ρίχνετε 1 λίτρο κρασί και προσθέτετε 5 κιλά μέλι, ώστε το κρασί να βράσει μέσα στο μέλι.
Θερμαίνετε σε χαμηλή φωτιά χρησιμοποιώντας ξερά ξύλα, ενώ ανακατεύετε διαρκώς με ένα ραβδί. Εάν το μίγμα αρχίσει να φουσκώνει, τότε ρίχνετε μερικές σταγόνες κρασιού για να επανέλθει, ή απομακρύνετε το δοχείο από την φωτιά. Όταν το μίγμα κρυώσει, το ξανατοποθετείτε στην φωτιά και η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται δύο και τρεις φορές, ώσπου τελικά την επόμενη ημέρα μακριά από τη φωτιά, αφαιρείτε τους αφρούς. Τότε προσθέτετε 120 γραμμ. αλεσμένο πιπέρι, 3 γραμμ. μαστίχα, σαφράν, 5 χουρμάδες, των οποίων τα μεν κουκούτσια έχουν προηγουμένως καβουρδιστεί, ενώ το σαρκώδες τμήμα έχει αφεθεί να μαλακώσει μέσα σε καλής ποιότητας κρασί.»
Στην ελληνική παράδοση και κουζίνα
Το μέλι είναι ένα από τα ποίο χαρακτηριστικά προϊόντα της ελληνικής παραδοσιακής κουζίνας και κυρίως της ζαχαροπλαστικής. Χρησιμοποιήθηκε απλόχερα εμπλουτίζοντας με γλύκα και άρωμα δεκάδες εδέσματα. Μαζί με το σιρόπι από σταφύλια (πετιμέζι) και τα σύκα ήταν οι κατεξοχήν γλυκαντικές ουσίες και αντικαταστάθηκαν από τη ζάχαρη μόνο κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Σε γιορτές και σε κοινωνικές εκδηλώσεις, όπως ο γάμος, το μέλι χρησιμοποιούνταν είτε αυτούσιο, είτε σε παρασκευές γλυκών ως σύμβολο γονιμότητας και ευζωίας. Μέλι με καρύδια αλλά και «παστέλια», πίτες δηλαδή ζυμωμένες με σουσάμι, ξηρούς καρπούς και μέλι, προσφέρονται στους νεόνυμφους και στους καλεσμένους.
Στην Κρήτη το απαραίτητο γλυκό του γάμου είναι ένα τηγανιτό και ξεροψημένο ζυμάρι περιχυμένο με μέλι (ξεροτήγανο). Στην Ρόδο, φτιάχνουν ένα γλυκό με μέλι, ζάχαρη, σουσάμι και ανθόνερο, την παραμονή του γάμου το οποίο ονομάζουν «μελεκούνια». Γλυκά ψωμιά ζυμωμένα με μέλι προσφέρονται στις γεννημένες γυναίκες για καλή τύχη στον νεογέννητο.
Τηγανίτες με μέλι, όπως επίσης μικρές ομελέτες με μέλι προσφέρονται στα κοιμητήρια αμέσως μετά το Πάσχα για την ανάπαυση των ψυχών.
Για το καλό του χρόνου, οι νοικοκυρές ακουμπούσαν επάνω στο στρωμένο τραπέζι ξηρούς καρπούς, ένα κλαδί ελιάς και μια κούπα μέλι.
Τα γλυκίσματα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς είναι φτιαγμένα κατεξοχήν με μέλι: τα μελομακάρονα, οι δίπλες, οι μπακλαβάδες ακόμα και κάποια γλυκά ψωμιά. Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν ακόμη το μέλι σε όλα τα ροφήματα τους με βότανα.
Στην σύγχρονη κουζίνα
Το μέλι στην σύγχρονη μαγειρική και ζαχαροπλαστική μπορεί να δώσει μια απίστευτα μεγάλη ποικιλία δημιουργικών πιάτων. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αφράτα κέικ και μπισκότα, αλλά και για γλυκά τα οποία έχουν ως βάση τους ξηρούς καρπούς και τα φρούτα. Απλώνετε εύκολα επάνω σε ζεστό ψωμί και εμπλουτίζει ροφήματα με βότανα και τσάι. Διαλύεται εύκολα μέσα σε γάλα και γιαούρτι για αυτό θεωρείτε ιδανικό για γλυκίσματα που έχουν βάση τα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Τα ψωμάκια που ζυμώνονται με μέλι και αλεύρι από κριθάρι ή σίκαλι έχουν νόστιμη και πλούσια υφή αλλά πρέπει να λάβετε σοβαρά υπόψη σας ότι η προσθήκη μελιού καθυστερεί το φούσκωμα της ζύμης λόγω των ενζύμων του . Παντρεύεται πολύ ωραία με τα αρωματικά μπαχαρικά αλλά και το ξύδι και το λεμόνι. Αυτός είναι ο λόγος που βρίσκεται ως κύριο υλικό σε πάρα πολλές σάλτσες, γλάσα, ντρεσινγκ, αλλά και μαρινάδες. Θεωρείται ιδανικό για να δώσει τον γλυκόξινο τόνο στο χοιρινό, το αρνί ακόμα και σε κοτόπουλο ή θαλασσινά. Ταιριάζει πολύ με πιάτα όπου το κρέας συνοδεύετε με φρέσκα ή ξερά φρούτα και έντονα μπαχαρικά.
Για εκείνους όμως που προτιμούν τις ποίο λιτές γεύσεις δεν έχουν παρά να περιχύσουν ένα μπολ με γιαούρτι και φρούτα με δύο γενναίες κουταλιές μέλι. Τα λεπτόρρευστα μέλια θεωρούνται καταλληλότερα για την χρήση τους στην μαγειρική τέχνη διότι διαλύονται ευκολότερα. Επίσης, πρέπει να προτιμούνται τα μέλια με τις λεπτές και ξεκάθαρες γεύσεις από βότανα, άνθη και φρούτα ( θυμάρι, δενδρολίβανο, λεβάντα, λεμόνι, πορτοκάλι) για σάλτσες γλυκών, οι οποίες δεν βράζονται, καθώς και για επιδόρπια με φρούτα και γαλακτοκομικά προϊόντα.