Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024 -

Εχουν χάσει την... μπάλα στην κυβέρνηση: Κατηγορούν για διαρροές το ΔΝΤ, το απειλούν, αλλά το παρακαλάνε να μείνει στο πρόγραμμα!



Να μην επιστρέψουν στην Αθήνα ούτε αυτήν, ή ούτε και την επόμενη εβδομάδα οι επικεφαλής των δανειστών, αφήνουν ανοικτό πλέον πηγές των θεσμών, υποδεικνύοντας ως πιθανή νέα ημερομηνία επιστροφής του κουαρτέτου (και «καλώς εχόντων των πραγμάτων») την άλλη Πέμπτη ή Παρασκευή, στις 28 ή 29 Ιανουαρίου.

Από πλευράς της στην κυβέρνηση εμφανίζονται περισσότερο αισιόδοξοι -μετά την περιοδεία Τσακαλώτου στην Ευρώπη- πως δεν θα υπάρξει σημαντική καθυστέρηση («λίγες εβδομάδες ίσως δεν θα ήταν πρόβλημα» λένε), υψώνουν ανάστημα κόντρα στους δανειστές, προειδοποιούν πως αν αργήσει η συμφωνία για αξιολόγηση και χρέος «το πρόγραμμα δεν βγαίνει», απειλούν ότι υπάρχει κίνδυνος να αναβιώσει η ελληνική κρίση και στοχοποιούν ουσιαστικά σαν πηγή της ανωμαλίας το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καλώντας το να πει τι θέλει και τι ζητά, αντί να κάνει «παιχνίδια» με διαρροές.
 
Προς το παρόν όμως, οι δανειστές θέτουν προαπαιτούμενα για να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις: πρώτα θα δώσει στοιχεία για το Ασφαλιστικό η Αθήνα, έλεγε χθες η εκπρόσωπος  του Μοσκοβισί, πρώτα θα πρέπει να διοριστεί ο νέος Γενικός Γραμματέα Εσόδων που τον «κρύβει» η κυβέρνηση, και μετά θα έρθουν οι επικεφαλής.
 
Όσο αυτοί καθυστερούν όμως να βγάλουν εισιτήριο επιστροφής, τόσο μεγαλώνουν ο λογαριασμός των μέτρων, αλλά και το πολιτικό διακύβευμα στη χώρα μας. Εκτός από το ασφαλιστικό, που είναι  ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος της κυβέρνησης, το «μενού» θα περιλαμβάνει και φορολογικό νομοσχέδιο, και νέο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, και «κόκκινα δάνεια»…
 

Φόροι και εισφορές

 
Ο κύριος Τσακαλώτος επιβεβαίωσε ότι για να μην κοπούν για 12η φορά οι συντάξεις, η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει πως στα μέτρα συνολικού ύψους 1% του ΑΕΠ (περίπου 1,7 -1,8 δισ. ευρώ) που πρέπει να εξειδικευτούν, θα μετρήσουν οι αλλαγές που θα ανακοινωθούν στην φορολογία από το 2016, μαζί με την επίδραση των αλλαγών στο ασφαλιστικό για το 2017 και για το 2018.
 
«Αυτά είναι τα πιο βασικά στοιχεία που περιμένουν ακόμη οι θεσμοί για να τα μελετήσουν και να δουν αν βγαίνουν οι αριθμοί» είπε ο κύριος Τσακαλώτος. «Θα είναι από διάφορες πηγές. Μία πηγή θα είναι και ο φόρος. Πρέπει να παρουσιάσουμε στους θεσμούς το σχέδιό μας για τον φόρο εισοδήματος», ξεκαθαρίζοντας πως μιλά για μέτρα για το 2016 και όχι αναδρομικούς φόρους για το 2015 που θα πληξρωθούν φέτος.
 
Ουσιαστικά περιέγραψε έτσι, ενδεχομένως, πως η αρχή για το Ασφαλιστικό θα γίνει, αν μείνει ως έχει η ελληνική πρόταση,  με τις νέες παρακρατήσεις φόρων στα εισοδήματα του 2016 –δηλαδή με έμμεσο «κούρεμα» των αμοιβών και των αποδοχών στη διάρκεια της χρονιάς.
 

Στο βάθος… εξελίξεις

Αίσθηση προκαλεί πάντως η χθεσινή προειδοποίηση Τσακαλώτου ότι αυτή η κυβέρνηση, σε αντίθεση με προηγούμενες, δεν θα δεχτεί παράταση των διαπραγματεύσεων «πέραν του ενός, δύο ή τριών μηνών για την αξιολόγηση και το χρέος μαζί, γιατί τότε το πρόγραμμα δεν βγαίνει», καθώς την απηύθυνε στους δανειστές την ώρα που και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, και η εκπρόσωπος της Κομισιόν (αλλά και ο ίδιος ο κύριος Τσακαλώτος) αποφεύγουν σε ερωτήσεις να ορίσουν ημερομηνία επιστροφής των ελεγκτών στη χώρα, συνδέοντάς το μάλιστα επισήμως εκείνοι με τα «επιπλέον στοιχεία» που ζητούν διαρκώς για το Ασφαλιστικό.
 
Το σκηνικό πάντως με το ΔΝΤ να καθυστερεί, θυμίζει έντονα το σκηνικό στο β΄εξάμηνο του 2014 που αντιμετώπισε η τότε κυβέρνηση.
 
Αν και δεν επίκειται εκλογή προέδρου πια, η χώρα είναι στο ίδιο έργο θεατής με το 2014, αφού και πάλι η ελληνική κυβέρνηση βιάζεται να κλείσει το συντομότερο την διαπραγμάτευση («για να βγούμε από το Μνημόνιο» έλεγαν τότε, «αλλιώς δεν βγαίνει το πρόγραμμα» λένε τώρα), και πάλι ο υπουργός Οικονομικών κάνει περιοδείες στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (ο κύριος Τσακαλώτος τώρα, ο κύριος Χαρδούβελης τότε), και πάλι η ελληνική πλευρά έλεγε και λέει πως έχει καλύψει το 60%  ή 70% ή 80% των όρων του Μνημονίου, αλλά και πάλι το ΔΝΤ «βάζει ψηλά τον πήχη των αξιώσεων», και πάλι καθυστερεί (η Ντέλια Βελκουλέσκου τώρα, ο Ρίσι Γκογιάλ τότε) ενώ και πάλι οι ευρωπαίοι εταίροι εμφανίζονται να δείχνουν κατανόηση στις ελληνικές θέσεις και εμφανίζονται πως …διαφωνούν με το ΔΝΤ για τις χρονοτριβές…
 
Κόντρα σε αυτά, ο κύριος Τσακαλώτος στην χθεσινή συνέντευξη Τύπου τόνισε:
 
«Δεν θα επαναλάβουμε εμείς, δεν θα ξανακάνουμε αυτό που έκαναν οι προηγούμενοι, με ατέρμονες συζητήσεις, που η αξιολόγηση δεν τελείωνε ποτέ». Δεν διευκρίνισε αν εννοούσε τον προκάτοχό του κύριο Βαρουφάκη, την περίοδο Χαρδούβελη ή όλες ανεξαιρέτως τις προηγούμενες κυβερνήσεις από το 2010 και μετά.
 
Τι δεν είπε όμως ο κύριος Τσακαλώτος, αν και ερωτήθηκε επανειλημμένως; Τι εννοούσε και τι μπορεί να πράξει αν χρειαστεί η κυβέρνηση αν δεν αλλάξει στάση το ΔΝΤ, αφού η ίδια επείγεται –όπως και το 2014 η τότε κυβέρνηση - να κλείσει γρήγορα τις διαπραγματεύσεις («για να βγει από το Μνημόνιο» έλεγαν τότε, «για να βγει το Μνημόνιο» λένε τώρα).
 
Περιορίστηκε μόνον να προειδοποιήσει τους δανειστές –θυμίζοντας ελαφρώς τον κύριο Βαρουφάκη- με… καταστροφή,  λέγοντας:
 
-  «Το πρωτεύον είναι ότι θα θέλαμε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να καταλάβει ότι ο χρόνος είναι σημαντικός παράγοντας για μας. Δεν έχουμε απεριόριστο χρόνο. Αυτό είναι το ουσιαστικό».

-          «αυτό που είπα και στους έξι Υπουργούς Οικονομικών, αν δεν τελειώσει σε εύλογο χρόνο, αυτό το πρόγραμμα δεν μπορεί να βγει».

-  «αν δεν αλλάξει σελίδα η Ελλάδα εγκαίρως σε ένα, σε δυο, σε τρεις μήνες -μαζί με το χρέος το βάζω αυτό- δεν θα μπορέσει αυτό το πρόγραμμα να δουλέψει όπως θέλουμε και εμείς και οι εταίροι μας».

- «κάθε μήνα που καθυστερείς, δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν έχει αλλάξει σελίδα αυτή η χώρα και με όλα αυτά που έχουμε κάνει τους τελευταίους έξι μήνες, αυτό το θεωρώ μεγάλο κρίμα. Το θεωρώ μεγάλη αδικία και θεωρώ ότι τουφεκίζουμε το πόδι μας και εμείς και οι εταίροι μας αν δεν προσπαθήσουμε όλοι μαζί να αλλάξει σελίδα αυτή η χώρα.

-   «νομίζω ότι είναι στο συμφέρον όλων των πλευρών να βρεθεί λύση τέτοια ώστε να μην υπάρχει ξανά ελληνική κρίση. Και προσωπικά καταλάβει ότι ούτε εντός, ούτε εκτός της χώρας δεν θέλει κανείς μια νέα ελληνική κρίση».