Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024 -

Στίβεν Χόκινγκ: Σαν σήμερα πριν από έξι χρόνια «έφυγε» από τη ζωή ο εμβληματικός Βρετανός φυσικός και αστροφυσικός



Σαν σήμερα 14 Μαρτίου 2018, «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών, ο εμβληματικός Βρετανός φυσικός και αστροφυσικός Στίβεν Χόκινγκ.

 Ο διασημότερος επιστήμονας μετά τον Άλμπερτ Αϊνστάιν, ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, εξαιτίας μίας ανίατης νευρολογικής νόσου.

Το μοναδικό του μυαλό, ο δυνατός του χαρακτήρας που κατάφερε να υπερνικήσει τα όρια ενός ασθενικού του σώματος για να εξερευνήσει τα μυστικά του σύμπαντος, αλλά και το μοναδικό πηγαίο χιούμορ του, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για χιλιάδες ανθρώπους, επιστήμονες και μη.

Όπου και αν εμφανιζόταν, προσέλκυε ένα ετερόκλητο κοινό. Ο λόγος του δημοφιλής γοήτευε με την αμεσότητα και το θάρρος της γνώμης του.

Ο φυσικός Μίτσιο Κάκου είχε δηλώσει στους Times για τον Χόκινγκ:

«Από την εποχή του Αλμπερτ Αϊνστάιν είχε να υπάρξει ένας επιστήμονας που να έλξει τόσο πολύ τη φαντασία του κοινού και να γίνει αγαπητός σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο».

Όταν ο Στίβεν Χόκινγκ, στα 21 του διαγνώστηκε με αμυοατροφική πλευρική σκλήρυνση, οι γιατροί του έδωσαν δύο χρόνια ζωής εκείνος έζησε 55 και τους διέψευσε κατηγορηματικά.

Η ιστορία ζωής του μοναδικού κυρίου Στίβεν Χόκινγκ

Στις 8 Ιανουαρίου 1942 γεννιέται στην Οξφόρδη ένα από τα πιο λαμπρά μυαλά της φυσικής επιστήμης στην ιστορία του σύγχρονου ανθρώπινου πολιτισμού, ο Στίβεν Χόκιγνγκ.

Ήταν το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά του ιατρικού ερευνητή Φρανκ Χόκινγκ και της Έιλιν Γουόκερ, που εργαζόταν ως γραμματέας σε ερευνητικό ινστιτούτο.

Και οι δύο γονείς του ήταν απόφοιτοι του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Είχε δύο νεότερες αδελφές, τη Φιλίππα και τη Μαίρη και έναν υιοθετημένο αδελφό, τον Έντουαρντ.

«Γεννήθηκα στην Οξφόρδη, παρ’ ότι οι γονείς μου κατοικούσαν στο Λονδίνο. Αυτό γιατί η Οξφόρδη ήταν ένα καλό μέρος για να γεννηθείς κατά τη διάρκεια του πολέμου. Οι Γερμανοί είχαν δεχθεί να μη βομβαρδίσουν την Οξφόρδη και το Κέιμπριτζ υπό τον όρο ότι οι Άγγλοι δεν θα βομβάρδιζαν τη Χαϊδελβέργη και το Γκέτινγκεν. Κρίμα που αυτού του είδους οι πολιτισμένες συμφωνίες δεν επεκτάθηκαν και σε άλλους τομείς» είχε πει ο ίδιος.

Το 1959, στα 17 του έγινε δεκτός και ο ίδιος στο φημισμένο πανεπιστήμιο και μέσα σε τρία χρόνια σπούδασε Μαθηματικά και Φυσική.

Η διάγνωση για την ασθένεια κινητικών νευρώνων (αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση) ήρθε όταν ο Χόκινγκ ήταν 21 ετών. Εκείνη την εποχή οι γιατροί του έδωσαν ένα προσδόκιμο ζωής δύο ετών.

Αρχικά ο Χόκινγκ έπεσε σε κατάθλιψη. Αν και οι γιατροί τον συμβούλεψαν να συνεχίσει με τις μελέτες του, εκείνος αισθάνθηκε ότι δεν υπήρχε ιδιαίτερος λόγος.

Θα πεισμώσει τελικά και θα πάρει το διδακτορικό του από το αντίπαλο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ με τη διατριβή «Ιδιότητες των διαστελλομένων συμπάντων».

Στη συνέχεια εντάχθηκε στο ερευνητικό προσωπικό του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Παρά τη γενική του παράλυση, δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε με αμείωτο ενδιαφέρον το έργο του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Το επιστημονικό του έργο

Έγινε διάσημος για το έργο του πάνω στις μαύρες τρύπες, τη βαρύτητα και τη γενική σχετικότητα, ενώ ήταν ο συγγραφέας πολλών δημοφιλών βιβλίων, με κορυφαίο τη «Σύντομη Ιστορία του Χρόνου», που είχε εκδοθεί το 1988, μεταφράσθηκε σε 40 γλώσσες συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών και πούλησε περισσότερα από 10 εκατομμύρια αντίτυπα.

Ο Χόκινγκ, που ποτέ δεν έχασε το βρετανικό χιούμορ του, παρά τη δύσκολη κατάστασή του, διέψευσε κάθε προσδοκία και έζησε για να γίνει ο πιο διάσημος επιστήμονας μετά τον Αϊνστάιν.

Ακόμη και όταν η νευροεκφυλιστική νόσος του επέτρεψε να κουνάει μόνο τα μάτια του και ένα δάχτυλο, οι διανοητικές δυνάμεις του φαίνονταν ακμαίες.

Ο ίδιος είχε πει ότι «μολονότι κρεμόταν ένα σύννεφο πάνω από το μέλλον μου, διαπίστωσα, προς μεγάλη μου έκπληξη, ότι απολάμβανα τη ζωή μου στο παρόν περισσότερο από ό,τι πριν. Και τότε άρχισα να κάνω πρόοδο στην έρευνά μου».

Ο στόχος του ήταν απλός, όπως εξήγησε: «Η πλήρης κατανόηση του σύμπαντος, γιατί είναι όπως είναι και γιατί τελικά υπάρχει».

Το πρώτο του επιστημονικό επίτευγμα, σύμφωνα με τον Guardian, ήλθε το 1970, όταν μαζί με τον Ρότζερ Πενρόουζ εφάρμοσαν τα μαθηματικά των μαύρων οπών σε όλο το σύμπαν και έδειξαν ότι υπήρχε μια μοναδική περιοχή άπειρης καμπυλότητας στο χωροχρόνο, από όπου προέκυψε η αρχική «Μεγάλη Έκρηξη» (Μπιγκ Μπανγκ).

Ο Πένροουζ είχε δηλώσει κάποτε σε συνέντευξή του ότι αυτό που του είχε κάνει περισσότερη εντύπωση στον Χόκινγκ ήταν η αποφασιστικότητά του να μην αφήσει τίποτε να σταθεί εμπόδιο στους στόχους του. «Πίστευε ότι δεν θα ζούσε για πολύ καιρό και ήθελε να πετύχει όσο το δυνατόν περισσότερα σε μικρό διάστημα».

Το 1974 χρησιμοποίησε την κβαντική θεωρία για να δηλώσει ότι οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν θερμότητα, άρα χάνουν ενέργεια και τελικά «πεθαίνουν», με μια πολύ αργή διαδικασία που μπορεί να χρειασθεί περισσότερα χρόνια από όλη την ηλικία του σύμπαντος.

Σύμφωνα με τον Χόκινγκ, αυτό σήμαινε ότι όλες οι πληροφορίες που πέφτουν μέσα στη μαύρη τρύπα, θα χάνονται για πάντα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με έναν από τους νόμους της κβαντικής θεωρίας, με αποτέλεσμα να έλθει σε σύγκρουση με τους περισσότερους συναδέλφους του.

Ο Χόκινγκ στη συνέχεια άλλαξε άποψη και υποστήριξε ότι οι πληροφορίες αποθηκεύονται στον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης τρύπας και μετατρέπονται σε ακτινοβολία ξανά, η οποία εκπέμπεται από τη μαύρη τρύπα.

Στα 32 του, εξελέγη τιμητικά μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Επιστημών της Βρετανίας και πέντε χρόνια αργότερα καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στην πιο διάσημη πανεπιστημιακή έδρα της Βρετανίας – αν όχι όλου του κόσμου – που κάποτε κατείχαν ο Ισαάκ Νεύτων και ο Πολ Ντιράκ.

Έμεινε σε αυτή τη θέση για 30 χρόνια και μετά έγινε διευθυντής ερευνών στο Κέντρο Θεωρητικής Κοσμολογίας του ιστορικού πανεπιστημίου.

Το 1982 ήταν από τους πρώτους που έδειξαν ότι οι κβαντικές διακυμάνσεις οδήγησαν – μέσω της διαδικασίας του κοσμικού πληθωρισμού – στη δημιουργία και εξάπλωση των γαλαξιών στο σύμπαν.

Το 1985, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο κέντρο πυρηνικών ερευνών Cern της Ελβετίας, ο Χόκινγκ προσβλήθηκε από μόλυνση των πνευμόνων που απείλησε σοβαρά τη ζωή του.

Οι γιατροί τον ρώτησαν να ήθελε να τερματίσει την μηχανική υποστήριξη, η γυναίκα του Τζέιν είχε αρνηθεί και έτσι η ιατρική ομάδα προχώρησε σε τραχειοτομή.

Η επέμβαση του έσωσε τη ζωή αλλά του στέρησε τελικά ό,τι είχε απομείνει από την ομιλία του. Από τότε επικοινωνούσε μέσω υπολογιστή κι ενός φωνητικού συνθετητή.

Ο Χόκινγκ παντρεύτηκε το 1965 το κορίτσι του από το κολέγιο, τη συμφοιτήτριά του Τζέιν Γουάιλντ και έκαναν τρία παιδιά, αλλά χώρισαν το 1991, καθώς η κατάστασή της υγείας του χειροτέρεψε αρκετά.

Το 1995 ο Χόκινγκ παντρεύτηκε μία από τις νοσοκόμες του, την Ελέιν Μέισον, ένας γάμος που διήρκεσε 11 χρόνια.

Αν και δεν κατάφερε – ή δεν πρόλαβε – να πάρει το Νόμπελ, είχε τιμηθεί με πολλά άλλα σημαντικά βραβεία, όπως τα: Άλμπερτ Αϊνστάιν, Βολφ, Κόπλεϊ κ.α..

Ο Χόκινγκ ασχολήθηκε και με το ποδόσφαιρο, αναπτύσσοντας τη θεωρία του τέλειου πέναλτι. Μετά τη συλλογή στοιχείων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «στο 84% των πέναλτι που εκτελούνται ψηλά, η μπάλα καταλήγει στα δίχτυα».

Παρέμεινε ως το τέλος ενεργός πολίτης και προειδοποίησε κατ’ επανάληψη για τους κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και της πιθανότητας μιας συνάντησης με εξωγήινους, που μπορεί να έχει άσχημη κατάληξη για τους ανθρώπους.

Επίσης, ήταν ένθερμος υποστηρικτής της αποίκησης άλλων πλανητών ως διέξοδο σωτηρίας της ανθρωπότητας σε περίπτωση που η Γη καταστραφεί από ένα πόλεμο, πτώση αστεροειδούς ή άλλη αιτία.

Επίσης, είχε καλές σχέσεις με τους παλαιστίνιους επιστήμονες και επισκέφθηκε την Ελλάδα μία και μοναδική φορά, τον Αύγουστο του 1998, όταν πήρε μέρος σε συνέδριο κοσμολογίας που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου στη Σάμο.

Όπως είπε, «θεωρώ τον εγκέφαλο ένα κομπιούτερ που θα σταματήσει να δουλεύει, όταν τα μέρη του χαλάσουν. Δεν υπάρχει παράδεισος ή μεταθανάτια ζωή για τους χαλασμένους κομπιούτερ. Αυτό είναι ένα παραμύθι για τους ανθρώπους που φοβούνται το σκοτάδι».

Η βιογραφική ταινία του Τζέιμς Μαρς «Η θεωρία του παντός» («The Theory of Everything», 2014) για τη ζωή του έκανε ευρύτερα γνωστό τον Χόκινγκ.

Τον υποδύθηκε ο Έντι Ρεντμέιν, ο οποίος κέρδισε όχι μόνο το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού, αλλά και τα εύσημα του ίδιου του Στίβεν Χόκινγκ. «Μερικές φορές νόμιζα ότι ήμουν εγώ» είχε δηλώσει ο τεράστιος επιστήμονας.

Ο Στίβεν Χόκινγκ πέθανε στις 14 Μαρτίου 2018 στο σπίτι του στο Κέμπριτζ, σε ηλικία 76 ετών.