Απλωμένη στο κέντρο σχεδόν του ομώνυμου αρκαδικού λεκανοπεδίου με τα πλούσια λιγνιτικά κοιτάσματα, η Μεγαλόπολη, γνωστή παλαιότερα ως Σινάνο, γνώρισε μεγάλη πληθυσμιακή ανάπτυξη μετά το 1970, όταν άρχισαν να λειτουργούν στην περιοχή οι δύο πρώτες μονάδες του θερμοηλεκτρικού σταθμού της ΔEH (ΑΗΣ Μεγαλόπολης).
Σε μικρή απόσταση από το σύγχρονο οικιστικό κέντρο της Μεγαλόπολης ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη, η Mεγάλη Πόλις, πυρήνας της Aρκαδικής Oμοσπονδίας. Η πόλη αυτή ιδρύθηκε από συνοικισμό αρκαδικών κωμών, κατόπιν διαταγής του θηβαίου στρατηγού Επαμεινώνδα, μετά τη νίκη του τελευταίου επί των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα, το 371 π.Χ.
Ύστερα από επανειλημμένες σπαρτιατικές επιθέσεις, η Μεγάλη Πόλις κυριεύτηκε και καταστράφηκε από το σπαρτιάτη βασιλιά Κλεομένη Γ' το 223/2 π.Χ. Η πόλη παρήκμασε στους Υστερορωμαϊκούς Χρόνους, ενώ κατά το Μεσαίωνα οι κάτοικοί της διασκορπίστηκαν σε γειτονικούς οικισμούς.
Oι ανασκαφικές έρευνες έχουν αποκαλύψει το θέατρο, το Θερσίλειο βουλευτήριο, όπου συνεδρίαζαν οι αντιπρόσωποι των αρκαδικών πόλεων, λείψανα της αγοράς και των τειχών.
Το θέατρο, χτισμένο τον 4ο αιώνα π.Χ., ήταν κατά τον Παυσανία το μεγαλύτερο της αρχαιότητας, με χωρητικότητα 18.000-20.000 θεατών. Στην ορχήστρα υπήρχε πέτρινη κατασκευή, για να σύρονται τα σκηνικά. Εδώλια διατηρούνται μόνο στο κατώτερο τμήμα του κοίλου. Το θέατρο χρησιμοποιήθηκε όχι μόνο για θεατρικές παραστάσεις αλλά και για πολιτικές συγκεντρώσεις.
Στο χώρο της αγοράς της Μεγάλης Πόλεως έχουν ανασκαφεί το ιερό του Διός Σωτήρος, η Φιλίππειος στοά και τμήμα της Μυροπώλιδος στοάς.
Σε απόσταση 15 χλμ δυτικά από τη Μεγαλόπολη, στις νότιες υπώρειες τουΛυκαίου όρους, βρίσκονται τα λείψανα της Λυκόσουρας, της πρώτης κατά τον Παυσανία πόλης που είδε το φως του ήλιου. Η αρχαιότατη πόλη, σύμφωνα με τις παραδόσεις, ιδρύθηκε από τον Λυκάονα, γιο του Πελασγού και γενάρχη των Αρκάδων.
Οι ανασκαφικές έρευνες αποκάλυψαν κατάλοιπα του ιερού της τοπικής θεότητας, της Δέσποινας, που υπήρξε σημαντικό κέντρο λατρείας των Αρκάδων και άκμασε μέχρι το τέλος των Ρωμαϊκών Χρόνων.
Επίσης, ήρθαν στο φως, μεταξύ άλλων, λείψανα από τον οχυρωματικό περίβολο της ακρόπολης, ερείπια βωμών αφιερωμένων στη Δέσποινα, τη Δήμητρα και τη Mεγάλη Mητέρα, τα θεμέλια μεγάλης δωρικής στοάς και τα κατάλοιπα κρήνης - δεξαμενής.
Ο δωρικός ναός της Δέσποινας και διάφορα ευρήματα στη Λυκόσουρα χρονολογούνται από τον 4ο έως το 2ο αιώνα π.Χ.
Σύμφωνα με τη μυθολογία των Αρκάδων, στο Λύκαιο γεννήθηκαν ο Ζευς και ο Ποσειδών, αλλά και άλλοι θεοί. Στο ιερό όρος των Αρκάδων κατοικούσε ο Παν, προστάτης των βουνών, των δασών, των ποιμένων και των κοπαδιών.
Τα αρχαία κείμενα αναφέρουν ότι στο Λύκαιο υπήρχαν βωμός του Λυκαίου Διός (στην κορυφή του όρους), τέμενος του Διός (λίγο χαμηλότερα) και ιερό του Πανός, που περιβαλλόταν από άλσος (βορειοανατολικά της κορυφής).
Οι ανασκαφές στην κορυφή του Λυκαίου (κοντά της βρίσκεται το εκκλησάκι του Aϊ-Λια του Kαρυώτη, με πανοραμική θέα στη λεκάνη της Mεγαλόπολης) φανερώνουν χρήση του χώρου ήδη από τους Προϊστορικούς Χρόνους.
Στο ιερό όρος των Aρκάδων τελούνταν τα Λύκαια, που ιδρύθηκαν από τον Λυκάονα και ήταν μια από τις αρχαιότερες ελληνικές γιορτές, με παναρκαδική και όχι μόνο εμβέλεια. Το τελετουργικό μέρος των Λυκαίων περιελάμβανε θυσίες και αφιερώματα στους τιμώμενους θεούς Λύκαιο Δία και Πάνα.
Οι αθλητικοί αγώνες (γυμνικοί αγώνες και αρματοδρομίες) πραγματοποιούνταν στο στάδιο και τον ιππόδρομο, που βρίσκονταν στην κοιλάδα του Κάτω Κάμπου, βορειοανατολικά της κορυφής του Λυκαίου.
Στην ίδια περιοχή σώζονται ερείπια διαφόρων εγκαταστάσεων (στοάς, ξενώνα, ημικυκλικού κτιρίου, λουτρού κ.ά.) και ίχνη αναλημματικού τοίχου.
Ενεπίγραφες μαρμάρινες στήλες που βρέθηκαν στην περιοχή του ιπποδρόμου αναφέρουν Λυκαιονίκες, αλλά και τα αγωνίσματα στα οποία πρώτευσαν. Κατά τους Ρωμαϊκούς Χρόνους οι αγώνες μεταφέρθηκαν στη Μεγαλόπολη.