Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025 -

Αμοργός: Μεταξύ ουρανού και θάλασσας



Στα βαθυγάλαζα νερά της Αγίας Άννας, αν κολυμπήσεις μέχρι τα βαθιά και κοιτάξεις προς τα κάτω, η αίσθηση μοιάζει επικίνδυνα με εκείνη του ιλίγγου: το νερό είναι τόσο διαυγές που, ακριβώς επειδή μπορείς να παρατηρήσεις και το τελευταίο βοτσαλάκι στην επιφάνεια του βυθού που απλώνεται κάτω από τα πόδια σου, νιώθεις να αιωρείσαι.

Είναι πολλά τα σημεία της Αμοργού που τη δημιουργούν αυτή την αίσθηση. Είναι ο Κρίκελλος, ένα από τα ψηλότερα βουνά των Κυκλάδων, που αγγίζει τα σύννεφα από τα 821 μέτρα της κορυφής του. Είναι η Μονή της Χοζοβιώτισσας που, λαξευμένη μέσα στο βράχο, ατενίζει από ψηλά τον ουρανό να βουτά στη θάλασσα. Είναι η γραμμή του ορίζοντα που κάποιες μέρες εξαφανίζεται, αφήνοντάς σε να αναρωτιέσαι πού τελειώνει το Αιγαίο και πού ξεκινά ο ουρανός του.

«Το δυσκολότερο είναι όταν φτάνεις στο βυθό» έλεγε ο Ζακ στο Απέραντο Γαλάζιο, την ταινία που χάρισε στο νησί τον κλισέ χαρακτηρισμό που τόσο δεν είχε ανάγκη. «Γιατί πρέπει να βρεις έναν καλό λόγο να ξαναβγείς». Στην Αμοργό, το δυσκολότερο είναι όταν φτάνεις σε αυτά τα «σημεία ιλίγγου» της, εκεί όπου χτυπά η καρδιά της. Γιατί μετά χρειάζεσαι έναν καλό λόγο για να φύγεις. Και δεν τον βρίσκεις.

Μία φορά να έχεις χαθεί στα ολόλευκα σοκάκια της Χώρας, να έχεις σταθεί δίπλα στους ανεμόμυλους στο ψηλότερο σημείο της, κοιτώντας πέρα μακριά τον ήλιο να βουτά στη θάλασσα, να έχεις μετρήσει από κάποιο μπαλκόνι στα Θολάρια τα φώτα της Αιγιάλης να ανάβουν το ένα μετά το άλλο καθώς σκοτεινιάζει, να έχεις τρομάξει στη θέα ενός βουνού που μοιάζει να κατακρημνίζεται στη θάλασσα έτσι απόκρημνες που είναι οι πλαγιές του, και θα δυσκολευτείς πολύ να τον βρεις αυτόν τον λόγο.

Οι βόλτες…

Ξεκινούν από τη Χώρα, το ομορφότερο ίσως χωριό του νησιού, και μια από τις πλέον γραφικές Χώρες των Κυκλάδων. Στενά, λιθόκτιστα καλντερίμια ελίσσονται ανάμεσα σε ασβεστωμένα σπίτια με μπλε και πράσινα παράθυρα και αυλές με φούξια μπουκαμβίλιες, διασταυρώνονται μεταξύ τους περνώντας κάτω από σκιερές καμάρες για να καταλήξουν σε άλλο ένα πλάτωμα με πανοραμική θέα, άλλο ένα εκκλησάκι, άλλο ένα ιδιαίτερο café που σερβίρει μυρωδάτο ελληνικό στη χόβολη.

Κτισμένη σε υψόμετρο 350 μέτρων, η Χώρα της Αμοργού αγκαλιάζει ένα βενετσιάνικο κάστρο του 13ου αιώνα, κτισμένο επάνω σε έναν απόκρημνο βράχο στο ψηλότερο σημείο της, που στέκει ακοίμητος φρουρός από πάνω της. Για να του το ανταποδώσει, εκείνη το φωτίζει κάθε σούρουπο, και μέχρι να ξημερώσει, δημιουργώντας ένα θέαμα φαντασμαγορικό.

Τα πάντα στη Χώρα της Αμοργού έχουν στυλ: από τα πολύχρωμα τραπεζάκια με τις μικρές γλαστρούλες του μαγαζιού που σερβίρει γιαούρτι με μέλι για πρωινό, μέχρι τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας που θα μοιραστεί μαζί σου κάθε μυστικό του νησιού, αλλά θα σε κόψει στην μεσημεριανή παραγγελία με ένα ειλικρινές «ποιος θα τα φτιάξει όλα αυτά;».

Την ομορφιά της Χώρας συναγωνίζονται μονάχα άλλα δύο χωριά στο νησί, τα Θολάρια, με τις χτιστές καμάρες τους και τα μυστικά περάσματα, και η Λαγκάδα, με τα χαριτωμένα σπιτάκια της με τις ολάνθιστες αυλές και την πανοραμική θέα που σου προσφέρει όπου κι αν στρέψεις το βλέμμα σου.

Είναι, βέβαια, και τα δύο λιμάνια, η Αιγιάλη και τα Κατάπολα, επίσης όμορφα στην κυκλαδίτικη απλότητά τους. Κι ας τα προσπερνούν βιαστικά οι περισσότεροι επισκέπτες, ανηφορίζοντας προς τα χωριά της ενδοχώρας. Ιδιαίτερα στην Αιγιάλη, οι βόλτες στην παραθαλάσσια περαντζάδα –μισή τσιμέντο, για να περνούν και τα ποδήλατα, μισή άμμος– με θέα στο ηλιοβασίλεμα, επιβάλλονται.

Όπως επιβάλλεται και μια βόλτα στην ανεξερεύνητη κάτω μεριά του νησιού, αυτήν που ζει και κινείται στους δικούς της, αυθεντικά χαλαρούς, κυκλαδίτικους ρυθμούς. Το Καμάρι, το Βρούτσι, η Κολοφάνα, η Καλοταρίτισσα και η Αρκεσίνη –στην οποία αναμφίβολα θα σας στείλουν οι ντόπιοι, για να δοκιμάσετε την εκπληκτική κουζίνα της Μαρουσσώς– είναι τα εκτός πεπατημένης χωριά του νησιού, που θα σας ανταμείψουν για τον κόπο σας να φτάσετε μέχρι εδώ.

Ολόκληρη η Αμοργός διατρέχεται από ένα ιδιαίτερα φροντισμένο –βλέπε σηματοδοτημένο– δίκτυο μονοπατιών, τα οποία πηγαίνουν εκεί όπου οι δρόμοι σταματούν, συνδέοντας μεταξύ τους τα χωριά μέσα από μαγευτικές διαδρομές. Για τους αρχάριους, η διαδρομή από την Αιγιάλη στη Λαγκάδα είναι ένας μισάωρος περίπατος, ενώ για τους προχωρημένους το εκκλησάκι του Σταυρού, σε μια από τις πιο αλπικές περιοχές του Κρίκελου, απέχει δύο ώρες και σαράντα λεπτά ανάβασης από τη Λαγκάδα. Φορέστε αθλητικά και διαλέξτε... στρατόπεδο.

Οι βουτιές…

Είναι όλες σε νερά κρυστάλλινα, άλλοτε βαθυγάλαζα κι άλλοτε γαλαζοπράσινα, πότε από βράχια ψηλά, που καίνε ψημένα από τον ήλιο του Αιγαίου, και πότε από χρυσαφένιες παραλίες με απαλή άμμο, από εκείνη που σε προκαλεί να βουλιάξεις τα πόδια και να ζωγραφίσεις πατημασιές επάνω της.

Ίσως η καλύτερη βουτιά στο νησί, εκείνη που σε συντροφεύει ως εικόνα πολύ αφότου έχεις επιβιβαστεί στο πλοίο της επιστροφής, να είναι αυτή από τα βράχια της Αγίας Άννας, στα διάφανα νερά της που μοιάζουν να αποτελούν την ολόδική σου, prive πισίνα. Ελάτε νωρίς, για να πιάσετε θέση στη λιλιπούτεια, βοτσαλωτή παραλιούλα ή σε κάποιο από τα βολικότερα βράχια –όχι, δεν είναι σχήμα λόγου, κάποια από αυτά, εκείνα που γεμίζουν γρηγορότερα, είναι τόσο λειασμένα από τη θάλασσα που μπορούν επάξια να αντικαταστήσουν μια ανετότατη ξαπλώστρα, η οποία άλλωστε θα χαλούσε και το τοπίο.

Κολυμπήστε στα βαθιά, κι αφήστε την αίσθηση ότι αιωρείστε πάνω από έναν εξωπραγματικά μπλε κόσμο να σας συνεπάρει. Στρέψτε το βλέμμα μακριά από την ακτή, και προσπαθήστε μάταια να ξεχωρίσετε τον ουρανό από τη θάλασσα.

Το υπόλοιπο top-3 των παραλιών του νησιού συμπληρώνουν ο Μούρος, με τα σκούρα, σχεδόν μαύρα βότσαλα, τόσο ψιλά που σε ορισμένα σημεία θα έπαιρνες όρκο ότι πατάς σε άμμο, η Λεβρωσός, με τη χρυσαφένια άμμο, το δασάκι από αλμυρίκια που φιλοξενεί καθημερινά συναυλίες χιλιάδων τζιτζικιών, και το επίσης αμμουδερό Μαλτέζι, με τα ρηχά νερά του, στο οποίο φτάνετε είτε ακολουθώντας το μονοπάτι είτε –πιο ξεκούραστα– παίρνοντας το καϊκάκι από τα Κατάπολα. Στο Μαλτέζι θα βρείτε και τη μοναδική οργανωμένη παραλία του νησιού (δεν ταιριάζει το πλαστικό σε τέτοια τοπία) με ένα συμπαθητικό beach bar και λίγες ξαπλώστρες στη μία άκρη της παραλίας.

Με βαρκάκι θα περάσετε επίσης από την –εντυπωσιακότερη από ψηλά απ’ ότι από κοντά– παραλία του Αγίου Παύλου, μια στενή λωρίδα ολόλευκου βότσαλου που βουτά στη θάλασσα, στο απέναντι ακατοίκητο νησάκι που λέγεται επίσημα Νικουριά, και το οποίο οι ντόπιοι αρέσκονται να αποκαλούν χαϊδευτικά Νικαράγουα. Τα τιρκουάζ νερά του, η παραλία με την ψιλή άμμο, τα κατσικάκια που βόσκουν αμέριμνα και πολλές φορές κατηφορίζουν από τους λόφους για να τσιμπήσουν καμιά λιχουδιά από τους τουρίστες, συνθέτουν ένα τοπίο μαγευτικά… ροβινσωνικό.

Πολλές ακόμη παραλίες, προσεγγίσιμες κυρίως με τα πόδια από τα θρυλικά αμοργιανά μονοπάτια ή με καραβάκια, αξίζουν τον χρόνο και τον κόπο σας: το Αμμούδι, τα Χάλαρα, ο Τυροκόμος, οι Άγιοι Σαράντα, η εντυπωσιακή, αν και λιλιπούτεια, παραλία της Χοζοβιώτισσας και το μοναδικό –χάρη στους ύψους 500 μέτρων βράχους που σχηματίζουν τον α λα φιόρδ κόλπο του– Σπαρτί.

Η τεράστια, για τα δεδομένα του νησιού, αμμουδιά της Αιγιάλης είναι επίσης μια συμπαθητική επιλογή για τις ημέρες που δεν θα έχετε διάθεση για εξερευνήσεις. Στην άκρη της θα βρείτε το θρυλικό beach bar Que, για φραπέ και τάβλι από νωρίς το πρωί και εξωτικά κοκτέιλ το επόμενο ξημέρωμα. Πάντα υπό τους ήχους reggae μουσικής, και τα vibes ολοήμερου πάρτι.