Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, μετά την Βάπτισή του και πριν ξεκινήσει το κηρυκτικό έργο του οδηγήθηκε από το Άγιο Πνεύμα στην έρημο, για να πειρασθεί από τον διάβολο, όπου και νήστευσε «ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα».
Αργότερα, για μία και μοναδική φορά μίλησε ευθέως για την νηστεία, χωρίς να καθορίσει, ούτε τον χρόνο, ούτε και το είδος της. Όπως ακούμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής της Τυρινής, ο Χριστός παρακινεί τον πιστό, όταν νηστεύει, να μην γινεται σκυθρωπός, όπως οι υποκριτές που παραμορφώνουν τα πρόσωπά τους, για να δείξουν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν (Ματθ. 6, 16-18).
Η Εκκλησία αργότερα καθιέρωσε τις καθ’όλο το έτος ημέρες της νηστείας, καθώς και το είδος των τροφών που οι νήστεις δεν θα καταναλώνουν. Όμως, ποιο είναι το αληθές νόημα της νηστείας; Είναι μόνον η σχολαστική αποχή από ορισμένες τροφές ή και κάτι άλλο;
Ήδη στην Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός διά των Προφητών του είχε κρίνει αυστηρά τον τρόπο νηστείας των Ισραηλιτών, επειδή είχε καταντήσει τύπος άνευ ουσίας και είχε λησμονηθεί ο πραγματικός σκοπός της. Η νηστεία είχε μεταβληθεί σε μια στείρα τυπολατρεία και λησμονήθηκε, τόσο το στοιχείο της ετοιμασίας του νηστεύοντα για να συναντήσει τον Θεό, όσο και το στοιχείο της από της νηστείας εκδηλούμενης αγάπης προς τους άλλους. Αυτόν τον αποπροσανατολισμό κατακρίνουν οι Προφήτες.
Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που δίδει ο Θεός διά του προφήτη Ησαΐα στους Ισραηλίτες, όταν εκείνοι του παραπονούνται ότι, αν και νηστεύουν και ταλαιπωρούνται, εκείνος δεν δίδει προσοχή. «Και ο Κύριος απαντά: Εσείς την ημέρα που νηστεύετε, αγωνίζεστε για τα συμφέροντά σας και βασανίζετε όλους αυτούς που δουλεύουν για σας. Νηστεύετε, και ταυτόχρονα μαλώνετε και φιλονικείτε, χτυπάτε ο ένας τον άλλο με γροθιές. Όμως, με αυτόν τον τρόπο που νηστεύετε, δεν πρόκειται να εισακουσθεί η προσευχή σας. Η νηστεία, όπως εγώ την θέλω, δεν είναι να κακουχείστε για μιαν ημέρα, να σκύβετε κάτω το κεφάλι και να κάθεστε στη στάχτη με ρούχα πένθιμα. Νηστεία το λέτε εσείς αυτό, ημέρα αρεστή στον Κύριο;
Η νηστεία που επιθυμώ εγώ, είναι αυτή: Να σπάτε τα δεσμά των αδικημένων, να λύνετε τα φορτία που τους βαραίνουν, ν’ απελευθερώνετε τους καταπιεσμένους και να συντρίβετε κάθε ζυγό. Νηστεία είναι με τον πεινασμένο να μοιράζεστε το ψωμί σας, τον άστεγο να φέρνετε στο σπίτι σας˙ αν βλέπετε κάποιον γυμνό, να τον ενδύετε με ρούχα και να μην αρνείστε την βοήθεια στον συνάνθρωπό σας.
Τότε μόνο θα λάμψετε σαν το φως της αυγής και οι πληγές σας πολύ γρήγορα θα θεραπευθούν˙ η δικαιοσύνη θα βαδίζει ενώπιόν σας και θα έχετε την δόξα μου ως οπισθοφυλακή. Θα με φωνάζετε, κι εγώ θα σας αποκρίνομαι˙ βοήθεια θα γυρεύετε, κι εγώ θα σας απαντώ, Ἰδοὺ πάρειμι» (Ησ. 58, 3-9).
Όπως είδαμε παραπάνω, και ο ίδιος ο Χριστός, όπως άλλοτε οι Προφήτες, ασκεί κριτική κατά των τυπολατρικών εξωτερικών εκδηλώσεων της νηστείας, τις οποίες, δυστυχώς, δεν απέφυγαν στο πέρασμα των αιώνων και οι Χριστιανοί, οι οποίοι ελέγχονται γι’ αυτό από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Από αυτούς, ο Μέγας Βασίλειος στους δύο λόγους του Περί νηστείας – τους οποίους σημειωτέον εκφώνησε κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής – παρακινεί τους πιστούς, να μην περιορίζουν τη νηστεία στην αποχή μόνο από τα φαγητά, διότι «νηστεία αληθής η των κακών αλλοτρίωσις», η λύση των δεσμών της αδικίας, η συγχώρηση του πλησίον για την λύπη και για τα χρέη. Εκείνοι, όμως, αν και δεν τρώγουν κρέατα, τρώγουν τον αδελφό τους˙ δεν πίνουν κρασί, αλλά δεν είναι εγκρατείς στις ύβρεις. Περιμένουν το βράδυ, για να λάβουν τροφή, αλλά ξοδεύουν την ημέρα στα δικαστήρια.
Στον δεύτερο λόγο του Περί νηστείας ο Μέγας Βασίλειος συνεχίζοντας και πάλι το ύφος του προφήτη Ησαΐα, επαναλαμβάνει ότι δεν αρκεί μόνον η αποχή από τις τροφές, για να γίνει η νηστεία μας ευάρεστη στον Κύριο. «Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν͵ ευάρεστον τω Θεώ. Αληθής νηστεία͵ η του κακού αλλοτρίωσις͵ εγκράτεια γλώσσης͵ θυμού αποχή͵ επιθυμιών χωρισμός͵ καταλαλιάς͵ ψεύδους͵ επιορκίας. Η τούτων ένδεια νηστεία εστίν αληθής». Είναι δε χαρακτηριστικό ότι σχεδόν αυτούσια αυτή η φράση του αγίου έγινε ύμνος της Εκκλησίας, ο οποίος ψάλλεται στα απόστιχα του εσπερινού της Καθαρής Δευτέρας.
Στο ίδιο δε κλίμα κινούμενος ο έτερος οικουμενικός διδάσκαλος, ο εν αγίοις Ιωάννης ο Χρυσόστομος προτρέπει τους πιστούς να τιμούν την νηστεία, όχι με την αποχή από τις τροφές, αλλά με την αποφυγή των αμαρτιών. Τους παρακινεί δε, όταν νηστεύουν, να του δείχνουν την νηστεία τους με τα έργα τους: να ελεούν τους πτωχούς, να συμφιλιώνονται με τους εχθρούς, να μην βασκάνουν τον επιτυχημένο φίλο τους, κι όταν βλέπουν όμορφη γυναίκα, να την προσπερνούν.
Και ο Χρυσορρήμον Πατέρας της Εκκλησίας μας συνεχίζει λέγοντας τα εξής, τα οποία σημειωτέον ακούμε εν ολίγοις στην Α’ ευχή των πιστών της Θείας Λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων: «Ας μην νηστεύει μόνο το στόμα, αλλά και οι οφθαλμοί και τ’ αυτιά και τα πόδια και τα χέρια και όλα τα μέλη του σώματός μας. Ας νηστεύουν τα χέρια, μένοντας καθαρά από αρπαγή και πλεονεξία. Ας νηστεύουν τα πόδια, μένοντας μακριά από δρόμους που οδηγούν στα παράνομα θεάματα. Ας νηστεύουν οι οφθαλμοί μαθαίνοντας ποτέ πια να μην τριγυρίζουν σε πρόσωπα όμορφα, ούτε να περιεργάζονται ξένα κάλλη..... Δεν τρως κρέας; Να μην φας, όμως, και ακολασία με τα μάτια!
Ας νηστεύει και η ακοή σου˙ και είναι νηστεία της ακοής, το να μην δέχεσαι ν’ ακούς κατηγορίες και συκοφαντίες. Ας νηστεύει και το στόμα από λόγια αισχρά και ύβρεις˙ διότι, ποια η ωφέλεια να μην τρώμε όρνιθες και ψάρια, και να δαγκώνουμε και να κατατρώμε με τα λόγια τους αδελφούς μας; Μπορεί λοιπόν, να μην βύθισες τα δόντια σου στο κρέας, βύθισες όμως μέσα στην ψυχή σου την κατηγορία, πλήγωσες την καθαρή υπόληψη, έκανες μύρια κακά και στον εαυτό σου και στον άλλο και σε περισσότερους άλλους, γιατί συκοφάντησες τον πλησίον σου κι έτσι έκανες χειρότερο, αυτόν που σε άκουσε. Όμως, εκτός από αυτούς, έβλαψες και όλη την Εκκλησία, γιατί, όσοι τα ακούν αυτά, δεν κατηγορούν τον αμαρτωλό, αλλά αποδίδουν την ντροπή σε όλους τους Χριστιανούς».
Στην σημερινή αναφορά μας στο επίκαιρο θέμα της νηστείας, αναφερθήκαμε με λίγα λόγια στην πνευματική διάστασή της, και όχι τόσο στις διατάξεις περί αποχής από ορισμένες τροφές, το είδος της νηστείας, την ποσότητα ή την ποιότητα των τροφών κ.λπ., τα οποία λίγο πολύ όλοι γνωρίζουμε. Όμως, για να μην μείνει εντελώς ασχολίαστο και αυτό το θέμα, θεωρούμε ότι την καλύτερη και συνάμα λακωνικότερη απάντηση την δίδει το αρχαιότατο έργο του τέλους του α’ αιώνα «Διδαχή των Αποστόλων»: «Την νηστεία να την τηρείς όσο αντέχεις».
Με την βοήθεια λοιπόν, του προφήτη Ησαΐα και των αγίων Βασιλείου του Μεγάλου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου είδαμε ότι η νηστεία δεν είναι και δεν πρέπει να είναι μια απλή και στείρα εμμονή στην ποιότητα και στην ποσότητα των τροφών, αλλά αφορά τον όλο άνθρωπο ψυχοσωματικά.
Όπως θα ψάλουμε στις ακολουθίες της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών, «νηστείαν, ουκ αποχήν βρωμάτων μόνον τελέσωμεν, αλλά παντός υλικού πάθους άλλοτρίωσιν» και˙ «νηστεύοντες αδελφοί σωματικώς, νηστεύσωμεν και πνευματικώς». Όπως λοιπόν, θα πρέπει να νηστεύσουμε από ορισμένες τροφές χαλιναγωγώντας με την αρετή της εγκράτειας το πάθος της λαιμαργίας, έτσι ταυτόχρονα θα πρέπει να νηστεύσουμε και από τα άλλα πάθη, όπως την υπερηφάνεια, την φιλαργυρία, την κατάκριση του πλησίον, τον θυμό, τις κακές επιθυμίες, το ψεύδος, την επιορκία και γενικά από όλα εκείνα τα πάθη που μπορούν να γίνουν πράξη μέσω των πέντε αισθήσεων του ανθρώπου. Διότι, όπως τόνισαν οι άγιοι Βασίλειος και Ιωάννης, «η τούτων ένδεια νηστεία εστίν αληθής»˙ και˙ «τιμή νηστείας͵ ουχί σιτίων αποχή͵ αλλ’ αμαρτημάτων αναχώρησις».