
Η ραγδαία πτώση έως και 10% του δείκτη S&P 500 (ο δείκτης των 500 αμερικανικών εταιρειών με τη μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση) από το ιστορικό υψηλό του, έχει εξαφανίσει τρισεκατομμύρια δολάρια από τη συνολική χρηματιστηριακή αξία τις τελευταίες ημέρες.
Σύμφωνα με τη FactSet, η αγοραία αξία του S&P 500 στο υψηλό της 19ης Φεβρουαρίου ανερχόταν στα 52,06 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η πτώση της Πέμπτης μείωσε την αξία του δείκτη στα 46,78 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Αυτό μεταφράζεται σε συνολικές απώλειες περίπου 5,28 τρισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα σε διάστημα τριών εβδομάδων, ενώ τα βλέμματα πλέον στρέφονται στο άνοιγμα των χρηματιστηριακών αγορών τη Δευτέρα, όπου εκφράζονται φόβοι ότι θα σημειωθεί νέα πτώση.
Η πτώση σημειώνεται στη σκιά του κλιμακούμενου εμπορικού πολέμου του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με αρκετούς από τους βασικούς εμπορικούς εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι ειδήσεις σχετικά με τους δασμούς φαίνεται ότι επηρεάζουν κατά καιρούς τις κινήσεις της αγοράς. Παράλληλα, υπάρχουν ενδείξεις επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης, με ασθενείς δείκτες καταναλωτικού κλίματος και συγκρατημένες προβλέψεις από εταιρείες λιανικής όπως η Walmart.
«Οι συνομιλίες μας με πελάτες δείχνουν ότι η γενική αίσθηση αλλάζει. Αν και πολλοί θεωρούν ότι οι συζητήσεις περί ύφεσης είναι πρόωρες, οι ανησυχίες για την ασταθή πολιτική της νέας κυβέρνησης είναι διάχυτες, με τον ‘φόρο αβεβαιότητας’ να επηρεάζει τις προσδοκίες ανάπτυξης», ανέφερε σε σημείωμά του προς τους πελάτες ο στρατηγικός αναλυτής της Barclays, Εμανουέλ Κο.
Ένας ακόμη παράγοντας που συμβάλλει στην πτώση φαίνεται να είναι η αποδυνάμωση της ανοδικής τάσης των μετοχών που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη. Από τις 19 Φεβρουαρίου, η Nvidia έχει σημειώσει πτώση 17%, ενώ το Roundhill Magnificent Seven ETF (MAGS) έχει μειωθεί κατά 16%.
Η ραγδαία άνοδος αυτών των μετοχών που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη πριν από τη διόρθωση είχε προκαλέσει ανησυχίες ότι η χρηματιστηριακή αγορά ήταν υπερτιμημένη, με αρκετές εταιρείες να διαθέτουν κεφαλαιοποιήσεις που ξεπερνούσαν κατά καιρούς τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ακόμα και τώρα, ο δείκτης S&P 500 διαπραγματεύεται στις 24,1 φορές τα κέρδη των τελευταίων 12 μηνών, σύμφωνα με τη FactSet, επίπεδο σημαντικά υψηλότερο από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο του.