Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024 -

Μια τσάντα Dior, που δέχτηκε ως δώρο η Πρώτη Κυρία της Νότιας Κορέας, έχει φέρει σε δύσκολη θέση το κυβερνών κόμμα



Οπτικό υλικό από κρυφή κάμερα, που φαίνεται να δείχνει την Πρώτη Κυρία της Νότιας Κορέας να δέχεται ως δώρο μια τσάντα μάρκας Dior, έχει προκαλέσει αντιπαράθεση ανάμεσα στον πρόεδρο Γιουν Σουκ Γιολ και σε μέλη του κόμματός του, με πιθανές επιπτώσεις για την προσπάθειά τους να επιδιώξουν εκ νέου την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις εκλογές του Απριλίου.

Κάποια μέλη του συντηρητικού Κόμματος της Λαϊκής Ισχύος (PPP) έχουν καλέσει τον πρόεδρο και τη σύζυγό του, Κιμ Κεόν Χι, να ζητήσουν συγγνώμη για το περιστατικό, το οποίο τα τοπικά μέσα ενημέρωσης ονόμασαν «Σκάνδαλο της τσάντας Dior» και να παραδεχτούν ότι ήταν τουλάχιστον ανάρμοστο το ότι η Πρώτη Κυρία δέχτηκε την τσάντα, ελπίζοντας ότι το θέμα θα ξεχαστεί.

Το γραφείο, πάντως, του Γιουν απάντησε ότι δεν έχει πληροφορίες για δημοσιοποίηση.

Επιλέγοντας να παραμείνει σιωπηλός και πιέζοντας τον αρχηγό του κόμματός του, το Σαββατοκύριακο, να παραιτηθεί εξαιτίας της διαφωνίας σχετικά με τη στάση ορισμένων μελών του κόμματος, ο Γιουν κινδυνεύει να δημιουργήσει αφορμή για διένεξη, που θα μπορούσε να κοστίσει στο κόμμα τις εκλογές της 10ης Απριλίου, σύμφωνα με αναλυτές. «Πρόκειται για πολιτική βόμβα. Οι κίνδυνοι για την Κιμ Κεόν θα αυξηθούν», εκτιμά ο Ρι Γιονγκ-χουν, πολιτικός αναλυτής. Ο Γιουν κέρδισε οριακά τις εκλογές το 2022, αλλά το PPP είναι μειοψηφία στο κοινοβούλιο, το οποίο ελέγχεται από το αντίπαλο Δημοκρατικό Κόμμα. Οι αναλυτές λένε ότι, όταν η Κιμ, ως σύζυγος κυβερνητικού αξιωματούχου, δέχτηκε την τσάντα αξίας περίπου 2.000 ευρώ, πιθανόν να παραβίασε νόμο κατά της δωροδοκίας.

Οι υποστηρικτές του προέδρου λένε ότι η Κιμ είναι θύμα ενός παράνομου σχεδίου παγίδευσής της στο πλαίσιο συκοφαντικής εκστρατείας. Η υπόθεση ήρθε στο φως της δημοσιότητας τον Νοέμβριο, όταν ένα κανάλι στο YouTube πρόβαλε ένα βίντεο κλιπ, που είχε καταγραφεί με κρυφή κάμερα από έναν Αμερικανοκορεάτη πάστορα την ώρα που ο ίδιος επισκεπτόταν την Κιμ και της δώριζε την τσάντα.

Ο πάστορας, ο αιδεσιμότατος Έιμπραχαμ Κόι, ο οποίος έχει συμμετάσχει σε θρησκευτικές ανταλλαγές με τη Βόρεια Κορέα, είπε ότι αρχικά επεδίωξε συνάντηση με την Κιμ από την ανησυχία του για τη σκληρή πολιτική που ακολουθεί ο Γιουν ως προς την Βόρεια Κορέα.

Επιπλέον, ο Κόι είπε ότι ενώ η Κιμ ήταν οικογενειακή του γνωστή, η αντίδρασή της στις συνομιλίες τους για πιθανά πολυτελή δώρα – συμπεριλαμβανομένων καλλυντικών Chanel που, όπως ισχυρίστηκε ο ίδιος, της δώρισε κατά την πρώτη τους συνάντηση – τον έκανε να πιστεύει ότι τέτοιου είδους δώρα ήταν ο μοναδικός τρόπος, για να την κάνει να τον ακούσει.

«Θα μπορούσατε να πείτε ότι ήταν σαν ένα πάσο εισόδου, ένα εισιτήριο για συνάντηση (με την Κιμ)», είπε ο Κόι στο Reuters σε συνέντευξή του χθες, Τρίτη. Το γραφείο του Γιουν απάντησε ότι δεν έχει πληροφορίες να παραθέσει, όταν ερωτήθηκε για τους ισχυρισμούς του Κόι.

Ένας μη κατονομαζόμενος προεδρικός αξιωματούχος δήλωσε την περασμένη εβδομάδα στο πρακτορείο ειδήσεων Yonhap ότι ο Κόι προσέγγισε σκοπίμως την Κιμ με πρόθεση να την βιντεοσκοπήσει παράνομα χρησιμοποιώντας τις οικογενειακές του διασυνδέσεις και ότι τα δώρα προς το προεδρικό ζεύγος φυλάσσονται ως ιδιοκτησία της κυβέρνησης.

Έπειτα από μια πρώτη συνάντηση ο Κόι είπε ότι ενδιαφέρθηκε για τον ρόλο της Κιμ στην κυβέρνηση και ότι συνεργάστηκε με έναν δημοσιογράφο στο κανάλι του YouTube, το οποίο προβάλλει ειδήσεις και σχόλια για την αριστερά, για να τη βιντεοσκοπήσει την ώρα που αποδεχόταν την ακριβή τσάντα κατά τη δεύτερη επίσκεψή του. «Ένας φυσιολογικός άνθρωπος θα έπρεπε τότε να πει: “Αιδεσιμότατε, δεν μπορώ να σας δεχτώ, αν το κάνετε αυτό”. Αλλά η Πρώτη Κυρία μου διέθεσε χρόνο», είπε ο Κόι.

Εξάλλου, το όνομα της Κιμ έχει εμπλακεί σε κατηγορίες για χειραγώγηση μετοχών πριν από περίπου 12 χρόνια, μια υπόθεση για την οποία η ελεγχόμενη από την αντιπολίτευση βουλή ψήφισε τον περασμένο μήνα υπέρ του διορισμού ειδικού εισαγγελέα για να την διερευνήσει. Το PPP αντιτέθηκε στο νομοσχέδιο, χαρακτηρίζοντάς το ένα σχέδιο του Δημοκρατικού Κόμματος, για να εμποδίσει έρευνα για τον ηγέτη του, τον Λι Τζάε-μιούνγκ, και τις εις βάρος του κατηγορίες για διαφθορά, τις οποίες εκείνος αρνείται. Ο Γιουν είχε ασκήσει βέτο επί του νομοσχεδίου ως πολιτικά υποκινούμενο.

Το 2021, η Κιμ ζήτησε δημοσίως συγγνώμη έπειτα από μήνες κατηγοριών, που αντιμετώπιζε για πλαστό, επαγγελματικό ιστορικό και για λογοκλοπή στη διδακτορική της διατριβή, οι οποίες επισκίασαν την προεκλογική εκστρατεία για την προεδρία του Γιουν.