Δευτέρα 02 Δεκεμβρίου 2024 -

Δεν τους βγαίνει ο λογαριασμός... Ανέφικτος ο στόχος των 200 για τον εκλογικό νόμο



Από ελιγμό σε ελιγμό πάει η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να πετύχει την υπερψήφιση του εκλογικού νόμου από τουλάχιστον 200 βουλευτές, ώστε να ισχύσει το νέο σύστημα από τις αμέσως επόμενες εκλογές, αλλά και να καταφέρει μία κρίσιμης σημασίας πολιτική νίκη, με ταυτόχρονη απομόνωση της ΝΔ.

Ωστόσο η μέχρι τώρα αποτυχία της να συγκινήσει το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι -καταψήφισαν στην επιτροπή της Βουλής τον εκλογικό νόμο-, φέρνει και εκνευρισμό, καθώς βλέπει ότι η πίεση που ασκεί οδηγεί μάλλον σε αντίθετα αποτελέσματα: Φώφη Γεννηματά και Σταύρος Θεοδωράκης έχουν έλθει πιο κοντά εξαιτίας του κοινού μετώπου που έχουν απέναντι στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Μάλιστα η κατηγορηματικά αρνητική στάση της κυρίας Γεννηματά και η δήλωσή της προς το Μαξίμου ότι «τα παιχνίδια τέλος», εξόργισαν τους επιτελείς του πρωθυπουργού, που δεν ανέμεναν τόσο σκληρή αντίδραση από την Χαριλάου Τρικούπη.

Ο τελευταίος ελιγμός που επιχείρησε να κάνει η κυβέρνηση ήταν με τον υπαινιγμό του υπουργού Εσωτερικών Παναγιώτη Κουρουμπλή, περί κυβερνητικής συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.    

«Ο ιστορικός του μέλλοντος θα προβληματιστεί γιατί το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι θέλουν το μπόνους των εδρών. Αυτό είναι το ζητούμενο για σας; ή η συμμετοχή σας σε μια δημοκρατική κυβέρνηση που θα συστρατεύσει πολλές περισσότερες δημοκρατικές δυνάμεις ώστε να σηκώσει το βάρος των μικρών, των μεσαίων και των μεγάλων προβλημάτων της χώρας» σημείωσε ο κ. Κουρουμπλής.

Η σθεναρή αντίσταση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και η ανθεκτικότητα, μέχρι τώρα, του Ποταμιού σε διαρροές βουλευτών, που ήλπιζε η κυβέρνηση ότι θα έχει το κόμμα του κ. Θεοδωράκη, διαμορφώνουν ένα δυσάρεστο τοπίο για την κυβέρνηση, που βλέπει ότι ακόμη και ο ελιγμός για πιθανή μείωση του ορίου 3%, αλλά και το σενάριο για κάποιο μπόνους στο πρώτο κόμμα σε περίπτωση κατάκτησης ποσοστού άνω του 42%, δεν φέρνουν αποτέλεσμα.

Το γεγονός μάλιστα ότι μέσα από τη διαδικασία αυτή μπορεί να συγκλίνουν ακόμη περισσότερο το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι προς τη δημιουργία ενός στέρεου σχήματος στην κεντροαριστερά, έχει προβληματίσει κυβερνητικά στελέχη, που βλέπουν ότι το μπρα ντε φερ για τον εκλογικό νόμο λειτούργησε τελικά αντίθετα απ’ ό,τι περίμεναν: αντί να σύρουν τα κόμματα της κεντροαριστεράς προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και απέναντι από τον συντηρητικό πόλο του πολιτικού σκηνικού, ή να αναγκάσουν κάποιες από αυτές τις δυνάμεις να εμφανιστούν ταυτισμένες με τον Κυριάκο Μητσοτάκη διαπιστώνουν ότι διαμορφώνονται νέες ισορροπίες που οδηγούν στην αυτονόμηση του ενδιάμεσου χώρου και στη διεκδίκηση από μέρους του ενός αυτοτελούς ρόλου.

Ειδικά με το ΠΑΣΟΚ είναι σχεδόν πολεμικό το κλίμα, όπως φανερώνει και το σχόλιο του Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ για τη στάση της Χαριλάου Τρικούπη: «Μετά τη στροφή 180 μοιρών στο θέμα του εκλογικού νόμου και την απόρριψη της πρότασης για απλή αναλογική, η κυρία Γεννηματά προτείνει τώρα το πάγωμα της διαδικασίας ψήφισης του νόμου. Σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα, η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του ΠΑΣΟΚ επιλέγει το κρυφτό. Το ερώτημα, όμως, είναι απλό: θα συνταχτεί στο πλευρό των συντηρητικών δυνάμεων και του κ. Μητσοτάκη ή θα  στηρίξει το πάγιο αίτημα των προοδευτικών δυνάμεων για απλή αναλογική;».

Ενδεικτική όμως και των διαθέσεων που υπάρχουν το ΠΑΣΟΚ ήταν το σχόλιο του βουλευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου: «Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας μας καλεί να συνταχθούμε με τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας και να ψηφίσουμε τον εκλογικό νόμο! Δηλαδή με τον Φαρατζ της Ελλάδας, τον κ. Καμμένο (συμμετέχουν στην ίδια πολιτική ομάδα στην Ευρώπη), τους νεοναζιστές και τον κ. Νικολόπουλο που δήλωσε ότι το μνημόνιο "δολοφόνησε" τον μακαριστό Χριστόδουλο! Τις παραπάνω "προοδευτικές δυνάμεις" τις χαρίζουμε στον κ. Τσίπρα!!! Είμαστε σταθερά απέναντι στην ακυβερνησία που προτείνει ο κ. Τσίπρας και στην διατήρηση του μπόνους των 50 εδρών που υπερασπίζεται ο κ. Μητσοτάκης! Συναίνεση στο αυτονόητο, αναλογικότερο σύστημα (μείωση μπόνους - κατάτμηση μεγάλων περιφερειών) χωρίς να προκαλείται ακυβερνησία».