•Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά.
•Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα.
να λες εγώ, εγώ μονάχος μου
θα σώσω τον κόσμο.
Αν χαθεί, εγώ θα φταίω
•Ε κακομοίρη άνθρωπε, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα, κι εσύ να βουλιάζεις στην κοπριά, στην τεμπελιά και στην απιστία! Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις - το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που πεθαίνεις, μα 'ναι πολύ αργά.
•Αν μια γυναίκα κοιμηθεί μόνη, ντροπιάζει όλους τους άντρες.
•Ο σωστός δρόμος είναι ο ανήφορος.
•Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο άνθρωπος αντέχει.
•Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει.
•Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.
•Αγάπα τον άνθρωπο γιατί είσαι εσύ…
•Υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος - αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θα ‘ταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος - σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στην αρχή θριαμβεύει και πάντα στο τέλος νικάται.
•Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.
•Ολάνθιστος γκρεμός της γυναικός το σώμα.
•Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες· αυτή ‘ναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;
•Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα.
•H καρδιά του ανθρώπου είναι ένα κουβάρι κάμπιες - φύσηξε, Χριστέ μου, να γίνουν πεταλούδες!
•Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδοχικά θαύματα.
•Το ψέμα είναι ανανδρία.
•Πού να βρω μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ;
•Tι θα πει λεύτερος; Αυτός που δεν φοβάται το θάνατο.
•Αφεντικό σε συμπαθώ πάρα πολύ. Έχεις τα πάντα εκτός από λίγη τρέλα και όλοι οι άνθρωποι χρειάζονται λίγη τρέλα... Αλλιώς δεν μπορεί να σπάσει το σκοινί και να ελευθερωθεί.
•Νιώθω σαν να χτυπάμε τα κεφάλια μας στα σίδερα.
Πολλά κεφάλια θα σπάσουν.
Μα κάποια στιγμή, θα σπάσουν και τα σίδερα.
•Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: «Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;» Πολέμα!
•Αν μπορείς κοίταξε τον φόβο κατάματα και ο φόβος θα φοβηθεί και θα φύγει.
(«Αναφορά στον Γκρέκο»)
•Η Κρήτη δεν θέλει νοικοκυραίους, θέλει κουζουλούς. Αυτοί οι κουζουλοί την κάνουν αθάνατη.
•Μαζεύω τα σύνεργά μου: όραση, ακοή, γέψη, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε.
•Όσο υπάρχουν παιδιά που πεινούν, Θεός δεν υπάρχει!
(«Οι Αδερφοφάδες»)
•Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος δεν είναι η Γνώση μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη μήτε η Νίκη· μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος.
•Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν.
(«Αναφορά στον Γκρέκο»)
•Ήταν μια ωραία καταστροφή.
•Η φυγή δεν είναι νίκη, τ' όνειρο είναι τεμπελιά, και μόνο το έργο μπορεί να χορτάσει την ψυχή και να σώσει τον κόσμο.
(από το «Συμπόσιο»)
•Το βουνό ανήκει στο μοναστήρι. Το μοναστήρι ανήκει στο Θεό. Και ο Θεός ανήκει σε όλους.
•Ποτέ οι Έλληνες δε δούλεψαν την τέχνη για την τέχνη· πάντα η ομορφιά είχε σκοπό να υπηρετήσει τη ζωή. Και τα σώματα τα ήθελαν οι αρχαίοι όμορφα και δυνατά, για να μπορούν να δεχτούν ισορροπημένο και γερό νου. Κι ακόμα, για να μπορούν –σκοπός ανώτατος– να υπερασπίσουν το άστυ.
•Εγώ κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο· τον κοιτάζω και δε φοβούμαι· όμως και ποτέ, ποτέ δε λέω: Μου αρέσει.
Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν υπογράφω!
•Οι μισές δουλειές, οι μισές κουβέντες, οι μισές αμαρτίες, οι μισές καλοσύνες έφεραν τον κόσμο στα σημερινά χάλια. Φτάσε, μωρέ άνθρωπε, ως την άκρα, βάρα και μη φοβάσαι! Πιο πολύ σιχαίνεται ο Θεός το μισοδιάολο παρά τον αρχιδιάολο!
(«Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»)
•Είπα στη μυγδαλιά: «Αδερφή, μίλησέ μου για το Θεό». Κι η μυγδαλιά άνθισε.
(«Ο Φτωχούλης του Θεού»)
•Η ζωή όλη είναι μια φασαρία. Μόνο ο θάνατος δεν είναι. Η ζωή είναι όταν λύνεις το ζωνάρι σου και ζητάς φασαρίες.
(σ.σ: δια στόματος Αλέξη Ζορμπά, αν και νομίζω ότι η φράση υπάρχει μόνο στην ταινία))
•Aπό τα καλά κερδεμένα παίρνει ο διάολος τα μισά - από τα κακά κερδεμένα, παίρνει και το νοικοκύρη.
•Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.
(«Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»)
•Καλή ‘ναι η δικαιοσύνη, μα για τους αγγέλους - ο άνθρωπος ο κακομοίρης δεν αντέχει, θέλει έλεος...
Μπας και βρίσκεται στον πάτο της Κόλασης, Κύριε, η πόρτα της Παράδεισος;
•Aλίμονο σε όποιον ζει στην έρημο και θυμάται του κόσμου.
•Η στερνή, η πιο ιερή μορφή θεωρίας είναι η πράξη.
•Tίποτα γενναίο δεν μπορεί ο άνθρωπος να κάμει στον κόσμο, αν δεν υποτάξει τη ζωή του σ' έναν Αφέντη ανώτερό του.
•Κάθε Έλληνας που δεν παίρνει, ας είναι και μια φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίνει τη ράτσα του.
(«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»)
•Αυτό που θέλω ν’ αφήσω πίσω μου είναι ένα καμένο κάστρο. Τίποτ’ άλλο δε θέλω ν’ αφήσω.
(δια στόματος Αλέξη Ζορμπά)
•Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι.
(«Ασκητική»)
•Ο Μουσολίνι είναι ο αρσενικός Βενιζέλος.
•Αν δε δει ο Θεός χέρι ανθρώπου, δε βάζει μήτε κι αυτός το δικό του.
(«Καπετάν Μιχάλης»)
•Είδα κάποτε μια μέλισσα πνιγμένη μέσα στο μέλι και κατάλαβα.
(«Αναφορά στον Γκρέκο»)
•Θέλει, λέει, να ’ναι λεύτερος. Σκοτώστε τον!
(«Οι Αδερφοφάδες»)
•Η αιωνιότητα είναι ποιότητα, δεν είναι ποσότητα, αυτό είναι το μεγάλο, πολύ απλό μυστικό.
•Σα δεν φτάσει ο άνθρωπος στην άκρη του γκρεμού, δεν βγάζει στην πλάτη του φτερούγες να πετάξει.
•Τι θα πει ευτυχία; Να ζεις όλες τις δυστυχίες. Τι θα πει φως; Να κοιτάς με αθόλωτο μάτι όλα τα σκοτάδια.
(«Αναφορά στον Γκρέκο»)
•Τι φοβερός ανήφορος από τον πίθηκο στον άνθρωπο, από τον άνθρωπο στον Θεό.
(«Αναφορά στον Γκρέκο»)
•Ο άνθρωπος βιάζεται, ο Θεός δε βιάζεται
(«Ο Τελευταίος Πειρασμός»)
•Πρέπει να χτυπούμε, να χτυπούμε τη μοίρα μας, ως ν' ανοίξουμε πόρτα, να γλιτώσουμε!
(«Αναφορά στον Γκρέκο»)
•Τι με ρωτάς για την καρδιά του αμαρτωλού; Εγώ κατέχω την καρδιά του ενάρετου, κι είναι όλοι οι δαιμόνοι μέσα.
•Ρωμιοί είναι αυτοί, ανάθεμά τους! Αν δεν μας τύχαιναν στη στράτα μας, θα ’χε φάει τώρα η Τουρκιά τον κόσμο!
(ο πασάς στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»)
•Όλα μάταια, και μόνο η πράξη, σαν το κρασί, μας ξεγελάει και μας σηκώνει λίγο.
(από το «Συμπόσιο»)
•Δεν πολεμούμε τα σκοτεινά μας πάθη με νηφάλια, αναιμικιά, ουδέτερη, πάνω από τα πάθη αρετή. Παρά με άλλα σφοδρότερα πάθη.
(«Ασκητική»)
•Η αμαρτία πρέπει να ‘ναι ένα βουνό χοιρινό κρέας, να χωθείς μέσα, μια χαβούζα κρασί, να μπεις να κολυμπήσεις, κι όχι ένα μεζεδάκι!
— «Καπετάν Μιχάλης»
•Δεν ξέρω αν πίσω από τα φαινόμενα ζει και σαλεύει μια μυστική, ανώτερη μου ουσία. Κι ούτε ρωτώ δε με νοιάζει.
•Μωρέ, τον αντρειωμένο μην τον κλαις, όσο κι αν αστοχήσει!
Κι αν αστοχήσει μια και δυο, πάλε θα ζώσει τ’ άρματά του,
πάλε θα βάλει το σκουφί στραβά, τον κατηφέ στο αυτί του
και πάλε οι φίλοι του θα θρονιαστούν στα πλούσια του τραπέζια!
(από την «Οδύσσεια»)
•Κρασί δεν είναι, αδέρφια, η λευτεριά μήτε γλυκιά γυναίκα,
μήτε και βιος μες στα κελάρια σας μήτε και γιος στην κούνια·
έρμο τραγούδι ’ναι ακατάδεχτο και σβήνει στον αγέρα!
(από την «Οδύσσεια»)
•Ω πολυφίλητο κορμί, το πιο κρουφό ‘σαι μονοπάτι.
(από την «Οδύσσεια»)
•Καβάλα απάνω σε ίσκινα άλογα τους ίσκιους κυνηγούμε·
ίσκιος κι ο θάνατος, και κυνηγάει τον ίσκιο της ζωής μας.