Ξημερώματα της Τρίτης ένας 66χρονος άνδρας σηκώθηκε από το κρεβάτι του για να απαντήσει σε ένα επίμονο τηλεφώνημα που δεν έλεγε να σταματήσει.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του 66χρονου συνταξιούχου τόνισε πως: «δεν καταλάβαινα τίποτα από όσα μου έλεγαν, μιλούσαν σε διάφορες γλώσσες, στα αγγλικά, τα γαλλικά, δεν καταλάβαινα τι ήθελαν από μένα τέτοια ώρα τα χαράματα». Όμως το τηλέφωνό του συνέχισε να χτυπά επίμονα, και όλες οι κλήσεις προέρχονταν από έναν αριθμό που ο ίδιος δεν γνώριζε.
Νομίζοντας ότι έχει να κάνει με κάποιον φαρσέρ που τον ενοχλεί μέσα στη νύχτα, κάλεσε την αστυνομία, οι άνδρες της οποίας έφθασαν στο σπίτι του σχετικά γρήγορα. Όταν πλέον οι αστυνομικοί σήκωσαν το ακουστικό και άκουσαν τις φωνές στην άλλη άκρη της γραμμής, κατάλαβαν ότι υπήρχαν κάποιοι άγνωστοι που με έντονο τρόπο ζητούσαν κάποιον να τους βοηθήσει.
Οι αστυνομικοί μάλιστα άκουγαν μέσα από το ακουστικό διάφορους ήχους, όπως την θάλασσα, τον αέρα, την μηχανή, και μετά από λίγα λεπτά αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για μετανάστες που βρίσκονταν πάνω σε μία βάρκα που κινδύνευε.
Αμέσως ενημέρωσαν την ακτοφυλακή που μετά από αρκετή έρευνα εντόπισε τους μετανάστες. Και δεν ήταν μία αλλά πέντε μικρά πλοιάρια τα οποία μετέφεραν πάνω από 600 ανθρώπους, οι οποίοι είχαν αφετηρία την Λιβύη και προσπαθούσαν να φθάσουν στη Σικελία. Όπως έμαθαν εμβρόντητοι οι άνδρες του Λιμενικού, ένας από τους μετανάστες που είχε δορυφορικό τηλέφωνο μαζί του, προσπαθούσε επί ώρες να επικοινωνήσει με κάποιον για να ζητήσει βοήθεια, παίρνοντας τυχαίους αριθμούς στην Ρώμη. Και αν δεν απαντούσε ο 66χρονος συνταξιούχος δεν είναι σίγουρο ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα ήταν ζωντανοί σήμερα.