Η Τερέζα Μέι παραχωρώντας συνέντευξη τύπου στους δημοσιογράφους στην Ντάουνινγκ Στριτ, φάνηκε πολύ σιγουρη πως η συμφωνία της Βρετανίας με την ΕΕ διασφαλίζει με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα του βρετανικού λαού.
Έτσι, διεμήνυσε ότι δεν θα υπάρξει δεύτερο δημοψήφισμα, ούτε αναστροφή του Brexit, καθώς θα πρέπει η ψήφος των πολιτών στο δημοψήφισμα να γίνει σεβαστή, ενώ υπεραμύνθηκε της συμφωνίας, υποστηρίζοντας ότι διασφαλίζει τις προτεραιότητες και αυτά που είναι σημαντικά για τους Βρετανούς.
«Είμαι έτοιμη να προστατεύσω τα πράγματα που είναι σημαντικά για εμάς», ανέφερε η Τερέζα Μέι, προσθέτοντας ότι το Brexit δεν είναι εύκολη διαδικασία κι ότι χρειάζονται θυσίες.
«Η προσέγγισή μου από την αρχή ήταν να βάλω πρώτα το δημόσιο συμφέρον. Όχι το κομματικό και σίγουρα όχι το προσωπικό» τόνισε η Μέι, ενώ λίγο νωρίτερα είχε πει ότι η θέση του πρωθυπουργού αποτελεί μεν μεγάλη τιμή, ωστόσο έχει βαριά καθήκοντα.
«Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν από την αρχή, μετά από 40 χρόνια», ανέφερε για τις διαδικασίες στις Βρυξέλλες, εξηγώντας ότι η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ αγγίζει σχεδόν κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής και της ασφάλειας των πολιτών.
Αναφερόμενη στην ανταρσία που αντιμετωπίζει στο κόμμα της, αλλά και στην πιθανότητα διαίρεσης, η Τερέζα Μέι επισήμανε με νόημα ότι ο βρετανικός λαός στήριξε την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, σύμφωνα με το protothema.
Ως εκ τούτου, σε αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούν και οι βουλευτές, που καλούνται να διασφαλίσουν ότι θα πρέπει «μα φύγουμε με τρόπο που είναι καλό για το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι βουλευτές του κόμματος θα δουν τη συμφωνία και θα αναγνωρίσουν τη σημασία της, που είναι να προστατεύσουν τα συμφέροντα του βρετανικού λαού».
Επίσης, τόνισε ότι καθήκον της ως πρωθυπουργός είναι να πάρει τις σωστές αποφάσεις κι όχι τις εύκολες αποφάσεις.
«Όχι σε αναστροφή του Brexit και σε δεύτερο δημοψήφισμα»
Η Μέι απέρριψε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο να μην υπάρξει Brexit, καθώς όπως είπε, είναι καθήκον των πολιτικών να σεβαστούν την ψήφου του βρετανικού λαού στο δημοψήφισμα. Ως εκ τούτου, η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ είναι δεδομένο ότι θα γίνει στις 29 Μαρτίου 2019.
Επίσης, απέρριψε το ενδεχόμενο ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, καθώς θα πρέπει να τηρηθεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
"There will not be a second referendum"
UK PM Theresa May says Britain will leave EU on 29 March 2019
Follow live #Brexit updates: https://t.co/IinSvuOBRi pic.twitter.com/gnlh0YsEHW
— BBC News (UK) (@BBCNews) November 15, 2018
Ποιες ήταν οι προτεραιότητες της Βρετανίας στη διαπραγμάτευση
Η Μέι έθεσε τις προτεραιότητές της στη διαπραγμάτευση, που διαμορφώθηκαν μέσα από την ψήφο του βρετανικού λαού για αποχώρηση από την ΕΕ. «Πλήρης έλεγχος των συνόρων μας, θέτοντας τέλος στην ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων. Πλήρη έλεγχο των χρημάτων μας, ώστε μόνοι μας να αποφασίζουμε πώς να τα ξοδέψουμε σε προτεραιότητες όπως το εθνικό σύστημα υγείας (NHS). Πλήρη έλεγχο των νόμων μας με τον τερματισμό της δικαιοδοσίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έξοδο από την κοινή γεωργική πολιτική και την κοινή αλιευτική πολιτική για πάντα. Αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός της συμφωνίας», ανέφερε.
Σύμφωνα με την Μέι, η ελεύθερη κυκλοφορία ολοκληρώθηκε, η τεράστιες ετήσιες πληρωμές σταμάτησαν, η δικαιοδοσία του ευρωπαϊκού δικαστηρίου τελείωσε, η Βρετανία είναι έξω από την κοινή αγροτική πολιτική, έξω από την κοινή αλιευτική πολιτική, δηλαδή «είναι ένα Brexit που ανταποκρίνεται στις προτεραιότητες του βρετανικού λαού».
«Λυπάμαι κάποιοι υπουργοί διάλεξαν να φύγουν»
Παράλληλα, αναφέρθηκε και στο μπαράζ παραιτήσεων υπουργών από την κυβέρνηση.
«Λυπάμαι που ορισμένοι υπουργοί διάλεξαν να φύγουν από την κυβέρνηση και τους ευχαριστώ για τις υπηρεσίες τους», ανέφερε περιεκτικά.
Η Μέι παραδέχθηκε ότι η συμφωνία με τις Βρυξέλλες δεν ήταν σε όλα τα σημεία αυτή που θα ήθελε. «Είμαι έτοιμη να προστατεύσω αυτά που είναι σημαντικά για εμάς. Να εξασφαλίσω δουλειές και φαγητό στο τραπέζι των οικογενειών, υποστήριξε.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι υπάρχουν κάποιες δύσκολες και μερικές άβολες αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν και πρέπει να υπάρξουν συμβιβασμοί, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον.