Ο Χισάμ Μονταμάνι ατένισε τη θάλασσα που τον χώριζε από το όνειρό του: να φτάσει στην Ευρώπη. Ο 24χρονος ήταν νευρικός. Δεν μπορούσε να πληρώσει τα 1.350 δολάρια που ζητούσαν οι λαθρέμποροι για να τον πάνε σε ένα ελληνικό νησί. Οπότε, δεν υπήρχε άλλη λύση.
Το κολύμπι ήταν η μοναδική του ελπίδα. Είχε φτάσει από τη Δαμασκό ως τις ακτές της Τουρκίας. Δεν μπορούσε να το βάλει κάτω τώρα. Γύρισε στον Φεράς Αμπουκαλίλ, έναν Σύρο που μόλις είχε γνωρίσει. Φόρεσαν τα σωσίβιά τους, έβαλαν τα διαβατήρια και τα κινητά σε αδιάβροχες θήκες και πήδηξαν στη θάλασσα. Μόλις είχε ξεκινήσει το επικίνδυνο ταξίδι τους προς την Ευρώπη. Ρίσκαραν τη ζωή τους, για να μην εγκαταλείψουν την ελπίδα να ζήσουν καλύτερα στο μέλλον.
Μόλις έπεσαν στο νερό, ο Μονταμάνι ένιωσε να παγώνει και φοβήθηκε τα μαύρα νερά του Αιγαίου. «Ηταν η πιο τρομακτική στιγμή της ζωής μου», παραδέχεται μιλώντας στο CNN. Ο σύντροφός του σε αυτό το παράτολμο εγχείρημα, ο Αμπουκαλίλ, δούλευε αυτή την ιδέα στο μυαλό του για καιρό. Είχε περάσει δύο μήνες, ψάχνοντας διαδρομές μέσω των Google maps. Σημείο εκκίνησης ήταν ο Τσεσμές, που απέχει περίπου 8 χλμ. από τη Χίο. Στο χάρτη που είχαν στη διάθεσή τους, υπήρχαν δύο μικρές βραχονησίδες, όπου υπολόγιζαν ότι μπορούσαν να ξεκουραστούν, πριν συνεχίσουν τη διαδρομή τους.
Οι δύο τους είχαν γνωριστεί μόλις μία ημέρα νωρίτερα, στο αεροδρόμιο του Αμάν. Ο Αμπουκαλίλ τον ρώτησε αν σκόπευε να προσπαθήσει να περάσει στην Ευρώπη για να ζητήσει άσυλο και του είπε το τρελό σχέδιο που είχε στο μυαλό του. Ο Μονταμάνι ξάφνιασε ακόμη και τον εαυτό του, όταν πρότεινε στον άγνωστο έως εκείνη την ώρα άνδρα να το επιχειρήσουν μαζί. «Στην αρχή, νόμιζα ότι το σχέδιό του ήταν κάποιο αστείο», παραδέχεται ο Μονταμάνι. «Οταν όμως το άκουσα αναλυτικά, σκέφτηκα ότι μπορούσα να το κάνω».
Οι δύο τους έβγαλαν φωτογραφία αυτό το ηλιοβασίλεμα πριν ξεκινήσουν
Στην πραγματικότητα βέβαια, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. «Μόλις πέσαμε στο νερό, ο Χισάμ άρχισε να φοβάται. Τον ενθάρρυνα και τον πίεσα να κολυμπήσει μόλις λίγα μέτρα μαζί μου, για να δει πώς ήταν», λέει ο Αμπουκαλίλ. Μόλις συνήθισαν το νερό, το πρώτο μέρος του ταξιδιού τους έγινε πιο εύκολο και ευχάριστο. «Εκείνη τη στιγμή κοίταξα ψηλά και είδα έναν ουρανό γεμάτο αστέρια.
Είπα στον Φεράς ότι αυτή ήταν η πιο όμορφη εικόνα που είχα δει. Οτι ελάχιστοι έχουν ζήσει κάτι τέτοιο», θυμάται ο Μονταμάνι.
Μέχρι όμως να φτάσουν στο πρώτο σημείο ανάπαυσης, ο αρχικός ενθουσιασμός είχε εξανεμιστεί. Είχαν ήδη κολυμπήσει για περίπου δύο ώρες, μέσα στη σκοτεινή νύχτα. «Οταν αρχίσαμε να πλησιάζουμε την πρώτη βραχονησίδα, άκουσα πουλιά από πάνω μας. Νόμιζα ότι ήταν γύπες που έψαχναν για πτώματα», παραδέχεται ο Μονταμάνι. Σκόπευαν να σταματήσουν εκεί, να ξεκουραστούν και να φάνε τις μπάρες σοκολάτας που κουβαλούσαν πάνω τους σε σακουλάκια, για να πάρουν ενέργεια. Ομως, μόλις πλησίασαν διαπίστωσαν ότι ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ανέβουν σε αυτό το βράχο. Επέπλευσαν για λίγο και μετά αποφάσισαν να συνεχίσουν ως τη δεύτερη βραχονησίδα που είχαν δει στο χάρτη τους.
Είχαν σχεδιάσει τη διαδρομή στα κινητά τους τηλέφωνα
Ενα χιλιόμετρο αργότερα, έφτασαν εκεί. Ομως διαπίστωσαν πως αυτή ήταν ακόμη πιο βραχώδης και ψηλή από την πρώτη. Ηταν αδύνατο να σκαρφαλώσουν εκεί. «Αρχισα να προσεύχομαι», θυμάται ο Αμπουκαλίλ. «Δεν υπήρχε χρόνος να σκεφτούμε, περιθώριο για νιώσουμε κάτι. Επρεπε να συνεχίσουμε», προσθέτει. Συμφώνησαν να κολυμπήσουν πιο αργά, για να συντηρήσουν τις δυνάμεις τους που άρχιζαν να τους εγκαταλείπουν. «Του τραβούσα το χέρι και έκανα αστεία. Οταν πονάς τόσο, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να γελάσεις», διηγείται ο Αμπουκαλίλ.
Οι ακτές της Χίου άρχισαν να γίνονται ολοένα και πιο ξεκάθαρες στον ορίζοντα, αλλά η εξάντλησή τους μεγάλωνε. Μετά από πέντε ώρες στη θάλασσα, ο Μονταμάνι δεν μπορούσε να συνεχίσει πλέον.
Ο Αμπουκαλίλ εκτίμησε ότι πλέον βρίσκονταν σε ελληνικά χωρικά ύδατα και συμφώνησαν να καλέσουν βοήθεια. Μόλις είδαν ένα σκάφος, ο Μονταμάνι έβγαλε το φτηνό λέιζερ που είχε αγοράσει στην Τουρκία και άρχισε να το κουνά. Γρήγορα όμως βράχηκε και έσβησε. Αποδείχθηκε πως το σήμα που είχε στείλει ήταν αρκετό. Το σκάφος τους πλησίασε και έμεινε δίπλα τους, μέχρι να φτάσει το ελληνικό λιμενικό. Απείχαν μόλις ένα χιλιόμετρο από την ακτή.
Ο Φεράς Αμπουκαλίλ
Το CNN σημειώνει ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει από ανεξάρτητες πηγές την ιστορία των δύο ανδρών. Ομως, μία αξιωματικός του λιμενικού θυμάται μία ανάλογη περίπτωση δύο ανδρών που κολυμπούσαν προς τις ακτές της Χίου το καλοκαίρι.
Ο Αμπουκαλίλ γεννήθηκε στο λιμάνι της Λατάκια, στη Συρία, όπου πέρασε τα καλοκαίρια του σαν παιδί κολυμπώντας. Τότε, δεν φανταζόταν ότι μία ημέρα θα διέσχιζε με τον ίδιο τρόπο τη θάλασσα, για να σώσει τη ζωή του. Φοβούμενος για την ασφάλεια των δύο γιων του στη Συρία, διέφυγε με την οικογένειά του στην Ιορδανία, όπου όμως διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να βρει μία σταθερή δουλειά.
«Αρχισα να χρησιμοποιώ τις γνώσεις μου στην τεχνολογία, για να βρω το κοντινότερο σημείο της Ελλάδας στην Ρουρκία, πού είναι πιο εύκολα τα ρεύματα, ποιες είναι οι καλύτερες διαδρομές». Είχε μαζί του 2.000 δολάρια για να καταφέρει να φτάσει ως τις Βρυξέλλες, όπου ζουν η μητέρα και ο αδερφός του. Το σχέδιό του ήταν να κολυμπήσει από την Τουρκία στην Ελλάδα και μετά περπατώντας και παίρνοντας λεωφορείο ή τρένο, να φτάσει στον προορισμό του.
Ο Χισάμ Μονταμάνι
Οι δύο του γιοι, 7 και 5 ετών, είναι πολύ μικροί ακόμη για να καταλάβουν τους κινδύνους αυτού του ταξιδιού. Πριν φύγει, φώναζαν με ενθουσιασμό «Ο μπαμπάς είναι κολυμβητής!». Δεν δέχθηκε να αποκαλύψει τις λεπτομέρειες του υπόλοιπου ταξιδιού του στο CNN. Σύμφωνα με τον Μονταμάνι όμως, ο φίλος του οδήγησε με το GPS 200 άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μέσα από τα δάση της ΠΓΔΜ.
Οι δύο τους τελικά χωρίστηκαν. Ο Αμπουκαλίλ είναι τώρα στο Λούμπεκ, όπου μαθαίνει γερμανικά και περιμένει να ετοιμαστούν τα έγγραφά του για το άσυλο. Ο Μονταμάνι ζει σε ένα ανεπίσημο καταυλισμό προσφύγων στις Βρυξέλλες, όπου επίσης περιμένει να εγκριθεί η άδεια παραμονής του.
Και οι δύο τους λένε ότι ήταν η ανάγκη που τους οδήγησε να πηδήξουν στα παγωμένα νερά της θάλασσας, τον Ιούνιο και δεν το διάλεξαν. Τονίζουν ότι δεν θα συμβούλευαν ποτέ κανέναν να κάνει το ίδιο. Αλλά για εκείνους, αυτή ήταν η μοναδική επιλογή εκείνη τη στιγμή. Ο Μονταμάνι σκοπεύει να ολοκληρώσει τις σπουδές του, που διακόπηκαν στη Συρία και ονειρεύεται μία ημέρα να εργαστεί για μία ανθρωπιστική οργάνωση, ή τον ΟΗΕ. «Είδα την καταπίεση στη Συρία. Αλλά είδα και την καταπίεση των Σύρων, έξω από τη χώρα. Δεν θέλω να υποφέρει κανένας άλλος έτσι. Θέλω να είμαι σε θέση να υπερασπιστώ τα ανθρώπινα δικαιώματα», εξηγεί».