Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2024 -

Για βιασμούς εργαζόμενων γυναικών στα Harrods καταγγέλλεται ο Ο Μοχάμεντ Aλ Φαγιέντ



Παγκόσμια αίσθηση προκαλούν οι μαρτυρίες πέντε γυναικών που ισχυρίζονται πως βιάστηκαν από τον πρώην ιδιοκτήτη των Harrods, Μοχάμεντ Aλ Φαγιέντ, όταν  εργάζονταν στο πολυτελές πολυκατάστημα του Λονδίνου.

Το BBC έχει καταγράψει παρόμοιες μαρτυρίες από περισσότερες από 20 γυναίκες που υποστηρίζουν ότι ο δισεκατομμυριούχος, ο οποίος πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών, τους επιτέθηκε σεξουαλικά και κάποιες τις βίασε.

Στο ντοκιμαντέρ «Al-Fayed: Predator at Harrods» συγκεντρώθηκαν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι, κατά τη διάρκεια της ιδιοκτησίας του Aλ Φαγιέντ, η εταιρεία όχι μόνο απέτυχε να παρέμβει για τις καταγγελίες, αλλά συνέβαλε και στην συγκάλυψη των υποθέσεων.

Οι σημερινοί ιδιοκτήτες των Harrods δήλωσαν ότι είναι «εντελώς τρομοκρατημένοι» από τους ισχυρισμούς, ζητώντας συγγνώμη από τα θύματα.

«Ο ιστός της διαφθοράς και της κατάχρησης στην εταιρεία ήταν απίστευτος και πολύ σκοτεινός», λέει ο δικηγόρος Bruce Drummond, μέλος μιας νομικής ομάδας που εκπροσωπούσε ορισμένες από τις γυναίκες.

Τα επεισόδια σημειώθηκαν στο Λονδίνο, το Παρίσι, το Σεντ Τροπέ και το Άμπου Ντάμπι.

«Έκανα προφανές ότι δεν ήθελα να συμβεί αυτό. Δεν έδωσα συγκατάθεση. Ήθελα απλώς να τελειώσει», λέει μια από τις γυναίκες, η οποία λέει ότι ο Αλ Φαγιέντ τη βίασε στο διαμέρισμά του στο Park Lane.

Μια άλλη γυναίκα λέει ότι ήταν έφηβη βιάστηκε στη διεύθυνση Mayfair.

«Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ ήταν ένα τέρας, ένα σεξουαλικό αρπακτικό χωρίς καμία απολύτως ηθική πυξίδα», λέει, προσθέτοντας ότι όλο το προσωπικό των Harrods ήταν τα «παιχνίδια» του.

«Ήμασταν όλοι τόσο φοβισμένοι. Καλλιεργούσε τον φόβο. Αν έλεγε «πήδα» οι υπάλληλοι θα ρωτούσαν «πόσο ψηλά».

Ο Αλ Φαγιέντ αντιμετώπισε κατηγορίες σεξουαλικής επίθεσης όσο ήταν ζωντανός, αλλά οι ισχυρισμοί που έρχονται τώρα στην δημοσιότητα είναι πρωτοφανούς κλίμακας και σοβαρότητας. Το BBC πιστεύει ότι πολλές περισσότερες γυναίκες μπορεί να έχουν δεχτεί επίθεση.

«Ο Αλ Φαγιέντ ήταν άθλιος»

Η επιχειρηματική σταδιοδρομία του Αλ Φαγιέντ ξεκίνησε στους δρόμους της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, όπου κερνούσε ανθρακούχα ποτά τους περαστικούς. Ωστόσο, ο γάμος του με την αδερφή ενός εκατομμυριούχου Σαουδάραβα έμπορου όπλων, ήταν τον βοήθησε να σφυρηλατήσει νέες σχέσεις και να χτίσει μια επιχειρηματική αυτοκρατορία.

Μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1974 και ήταν ήδη γνωστό δημόσιο πρόσωπο όταν ανέλαβε τα Harrods το 1985. Τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, εμφανιζόταν τακτικά ως καλεσμένος σε τηλεοπτικές εκπομπές.

Ο Αλ Φαγιέντ, του οποίου ο γιος , Ντόντι, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα μαζί με την πριγκίπισσα Νταϊάνα το 1997, έγινε γνωστός στη νέα γενιά μέσω της τηλεοπτικής σειράς του Netflix «The Crown».

Οι γυναίκες με τις οποίες έχει μιλήσει το BBC υποστηρίζουν ότι η απεικόνισή του ως ευχάριστη και φιλάρεσκη απείχε πολύ από την πραγματικότητα.

«Ήταν άθλιος», λέει μια από τις γυναίκες, η Σοφία, η οποία εργάστηκε ως προσωπική του βοηθός από το 1988 έως το 1991, ισχυριζόμενη ότι προσπάθησε να τη βιάσει περισσότερες από μία φορές.

«Αυτό με θυμώνει, ο κόσμος δεν πρέπει να τον θυμάται έτσι. Δεν είναι όπως φαινόταν», συμπληρώνει.

Μερικές από τις γυναίκες παραιτήθηκαν, ή παραιτήθηκαν εν μέρει, από το δικαίωμά τους στην ανωνυμία για να κινηματογραφηθούν με το BBC να συμφωνεί, ώστε να μην χρησιμοποιηθούν τα επώνυμά τους. Άλλες επέλεξαν να παραμείνουν ανώνυμες. Συνολικά, οι μαρτυρίες τους αποκαλύπτουν ένα μοτίβο άσχημης συμπεριφοράς και σεξουαλικής κακοποίησης από τον Αλ Φαγιέντ.

Ο ιδιοκτήτης των Harrods κυκλοφορούσε τακτικά μέσα τους τεράστιους ορόφους πωλήσεων του πολυκαταστήματος και εντόπιζε νεαρές γυναίκες βοηθούς τις οποίες έβρισκε ελκυστικές. Στη συνέχεια θα προωθούνταν για να εργαστούν στα γραφεία του στον επάνω όροφο, είπαν άνδρες και γυναίκες που δούλευαν στο κατάστημα.

Οι επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν στα γραφεία του στο Harrods, στο διαμέρισμα του Αλ Φαγιέντ στο Λονδίνο ή σε ταξίδια στο εξωτερικό, συχνά στο Παρίσι στο ξενοδοχείο Ritz, του οποίου ήταν επίσης ιδιοκτήτης, ή στην κοντινή του ιδιοκτησία Villa Windsor.

Άλλα πρώην μέλη του προσωπικού είπαν στο BBC ότι ήταν ξεκάθαρο τι συνέβαινε.

«Όλοι κοιτάζαμε ο ένας τον άλλον όταν βλέπαμε γυναίκες να περνούν από εκείνη την πόρτα σκεπτόμενοι, «εσύ καημένη… είσαι εσύ σήμερα» και νιώθαμε εντελώς ανίσχυροι να το σταματήσουμε», λέει η Άλις.

«Με βίασε»

Η Rachel, εργάστηκε ως προσωπική βοηθός στο Harrods τη δεκαετία του 1990.

Ένα βράδυ μετά τη δουλειά, λέει ότι την κάλεσαν στο πολυτελές διαμέρισμά του, σε ένα μεγάλο τετράγωνο στο Park Lane με θέα στο Hyde Park του Λονδίνου. Το κτίριο προστατευόταν από το προσωπικό ασφαλείας, ενώ διέθετε ένα γραφείο που είχε στελεχωθεί από υπαλλήλους του Harrods.

Η Rachel λέει ότι ο Αλ Φαγιέντ της ζήτησε να καθίσει στο κρεβάτι του και μετά έβαλε το χέρι του στο πόδι της, ξεκαθαρίζοντας τι ήθελε.

«Θυμάμαι ότι ένιωθα το σώμα του πάνω μου, το βάρος του. Μόνο που τον άκουγα να κάνει αυτούς τους θορύβους… Και απλά γυρνούσα το κεφάλι μου σε άλλη κατεύθυνση», λέει.

Το BBC μίλησε με 13 γυναίκες που ισχυρίζονται ότι ο Fayed τους επιτέθηκε σεξουαλικά στο Park Lane.

Τέσσερις από αυτές, συμπεριλαμβανομένης της Rachel, λένε ότι βιάστηκαν.

Η Σοφία, η οποία λέει ότι δέχθηκε σεξουαλική επίθεση, περιέγραψε την όλη κατάσταση ως έναν εφιάλτη από τον οποίο δεν μπορούσε να αποδράσει.

«Δεν μπορούσα να φύγω. Δεν είχα οικογένεια για να επιστρέψω, έπρεπε να πληρώσω ενοίκιο», λέει.

«Ήξερα ότι έπρεπε να το περάσω αυτό και δεν ήθελα. Ήταν φρικτό και το κεφάλι μου ήταν αναστατωμένο», συμπλήρωσε.

Η Gemma, η οποία εργάστηκε ως μια από τους προσωπικούς βοηθούς του Αλ Φαγιέντ μεταξύ 2007-09, λέει ότι η συμπεριφορά του γινόταν πιο τρομακτική κατά τη διάρκεια ταξιδιών εργασίας στο εξωτερικό και υποστηρίζει ότι κορυφώθηκε με τον βιασμό της στη Villa Windsor στο Bois de Boulogne του Παρισιού.

Η Gemma λέει ότι ξύπνησε ξαφνιασμένη στην κρεβατοκάμαρά της. Ο Αλ Φαγιέντ ήταν δίπλα της στο κρεβάτι φορώντας μόνο μια μεταξωτή ρόμπα. Στη συνέχεια προσπάθησε να πάει στο κρεβάτι μαζί της.

«Του είπα, «όχι, δεν σε θέλω». Και συνέχισε απλώς να προσπαθεί να πέσει στο κρεβάτι, πέφτοντας πάνω μου χωρίς εγώ να μπορώ να κινηθώ», λέει.

«Ήμουν κάπως μπρούμυτα στο κρεβάτι και εκείνος απλώς πίεσε το σώμα του πάνω μου», τονίζει η γυναίκα.

Παράλληλα, λέει ότι αφού τη βίασε ο Αλ Φαγιέντ αυτή έκλαψε, ενώ εκείνος σηκώθηκε και της είπε με επιθετικό ύφος να πλυθεί με Ντετόλ.

«Προφανώς ήθελε να σβήσω κάθε ίχνος του από πάνω μου», εξηγεί.

Οκτώ άλλες γυναίκες είπαν επίσης ότι δέχθηκαν σεξουαλική επίθεση από τον Αλ Φαγιέντ στα ακίνητά του στο Παρίσι και άλλες πέντε περιέγραψαν τις επιθέσεις ως απόπειρα βιασμού.

Κοινό μυστικό

«Την κακοποίηση των γυναικών, την γνώριζα όταν ήμουν στο κατάστημα», λέει ο Tony Leeming, διευθυντής τμήματος των Harrods από το 1994 έως το 2004. «Δεν ήταν καν μυστικό», θυμάται ο Leeming, ο οποίος λέει ότι δεν γνώριζε για πιο σοβαρές κατηγορίες περί επίθεσης ή βιασμού.

«Και νομίζω ότι αν ήξερα εγώ, όλοι ήξεραν. Όποιος πει ότι δεν ήξερε είπε ψέματα, λυπάμαι», αναφέρει.

Η μαρτυρία του Leeming υποστηρίζεται από πρώην μέλη της ομάδας ασφαλείας του Αλ Φαγιέντ.

«Γνωρίζαμε ότι είχε αυτό το πολύ έντονο ενδιαφέρον για νεαρά κορίτσια», λέει ο Eamon Coyle, ο οποίος εντάχθηκε στο Harrods το 1979 ως προσωπικό ασφαλείας των καταστημάτων και στη συνέχεια έγινε αναπληρωτής διευθυντής ασφαλείας από το 1989-95.

Εντωμεταξύ, ο Steve, που δεν ήθελε να χρησιμοποιηθεί το επώνυμό του, εργάστηκε για τον δισεκατομμυριούχο μεταξύ 1994-95. Είπε στο BBC ότι το προσωπικό ασφαλείας «ήξερε πως ορισμένα πράγματα συνέβαιναν σε κάποιες γυναίκες υπαλλήλους στο Harrods και στο Park Lane».

Πολλές από τις γυναίκες μας είπαν ότι όταν άρχισαν να εργάζονται απευθείας για τον Αλ Φαγιέντ υποβλήθηκαν σε ιατρικές εξετάσεις, συμπεριλαμβανομένων επεμβατικών τεστ σεξουαλικής υγείας που πραγματοποιήθηκαν από γιατρούς.

Αυτό τους παρουσιάστηκε ως προνόμιο, είπαν οι γυναίκες στο BBC.

«Δεν υπάρχει κανένα όφελος για κανέναν να γνωρίζει ποια είναι η σεξουαλική μου υγεία, εκτός αν σκοπεύεις να κοιμηθείς με κάποιον, κάτι που μου φαίνεται πολύ ανατριχιαστικό τώρα», λέει μια γυναίκα, η οποία ήταν εκτελεστική βοηθός του Αλ Φαγιέντ το 2005.