Νέο τοπίο, αλλά και νέες «ταχύτητες» συνταξιούχων που εργάζονται προκύπτουν με βάση την εγκύκλιο για την απασχόληση των συνταξιούχων που εκδόθηκε με καθυστέρηση σχεδόν 2 ετών (άρθρο 20 του νόμου 4387/2016).
Η εγκύκλιος διαχωρίζει τους συνταξιούχους σε αυτούς που είχαν συνταξιοδοτηθεί και εργαζόταν ήδη στις 13.5.2016 του 2016,οπότε και τέθηκε σε εφαρμογή ο νόμος Κατρούγκαλου και στους συνταξιούχους που βγήκαν στη σύνταξη με το νέο καθεστώς. Στην πρώτη περίπτωση οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι εμπίπτουν στις προηγούμενες διατάξεις και υφίστανται μικρότερες περικοπές. Για τους νέους συνταξιούχους όμως που ξεκίνησαν να εργάζονται μετά την εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου είτε ως μισθωτοί είτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες (εφόσον προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ) περικόπτεται το 60% του συνόλου των ακαθάριστων συντάξεων.
Επιπλέον αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης των συνταξιούχων που διορίζονται σε φορείς της γενικής κυβέρνησης.
Με την εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι η σύνταξη περικόπτεται τη χρονική περίοδο που παρέχεται η αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα, για την οποία προκύπτει η υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, και όχι στη χρονική περίοδο καταβολής των σχετικών αμοιβών για την αναληφθείσα δραστηριότητα. Για παράδειγμα, εάν ο συνταξιούχος απασχολήθηκε για το σύνολο του έτους 2017 και στη συνέχεια διέκοψε την απασχόλησή του, όμως η σχετική αμοιβή για την παρασχεθείσα κατά το έτος 2017 εργασία καταβληθεί το έτος 2018, θα θεωρηθεί ότι απασχολήθηκε το έτος 2017 και συνεπώς η σύνταξη αναστέλλεται ή περικόπτεται για το έτος 2017, ενώ για το έτος 2018 η σύνταξη καταβάλλεται χωρίς περιορισμό δεδομένου ότι έχει διακοπεί η αναληφθείσα δραστηριότητα.
Επίσης περικόπτεται η σύνταξη για όσες ημέρες αντιστοιχούν στην απασχόλησή , για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης. Ειδικά στις περιπτώσεις που ο συνταξιούχος αναλάβει εργασία σε φορείς της γενικής κυβέρνησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 του ν.4270/2014, η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων σε περίπτωση συρροής συντάξεων, κύριας και επικουρικής, αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η εργασία.
Σε περίπτωση άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος (υπαγωγή στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) ή αυτοαπασχόλησης (υπαγωγή στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΕΤΑΑ), όπου η ασφάλιση γίνεται με βάση τον μήνα, η σύνταξη περικόπτεται κατά 60% για το σύνολο του μήνα που ασκείται επαγγελματική δραστηριότητα.
Παράδειγμα 1: Συνταξιούχος του ΕΦΚΑ λαμβάνει κύρια σύνταξη ύψους €800,00 και επικουρική σύνταξη από το ΕΤΕΑΕΠ ύψους €100,00, και αναλαμβάνει εργασία στον ιδιωτικό τομέα, με πλήρη απασχόληση (25 ημέρες ασφάλισης). Ο εν λόγω συνταξιούχος θα λάβει μειωμένη κύρια και επικουρική σύνταξη κατά 60%, δηλαδή η μηνιαία κύρια σύνταξη θα ανέρχεται σε €320,00 [(€800,00 - (60% x €800,00)] και η μηνιαία επικουρική σύνταξη θα ανέρχεται σε €40,00 [€100,00 - (60% x €100,00)].
Παράδειγμα 2: Συνταξιούχος του ΕΦΚΑ λαμβάνει κύρια σύνταξη ύψους €800,00, και επικουρική σύνταξη από το ΕΤΕΑΕΠ ύψους €100,00 και εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα για 2 ημέρες τον μήνα, με πλήρες ωράριο. Στην περίπτωση αυτή, το ποσό της κύριας σύνταξης για κάθε ημέρα ανέρχεται σε €32,00 (€800,00/25) και για κάθε ημέρα απασχόλησης το ποσό της κύριας σύνταξης μειώνεται κατά €19,20 (60% x €32,00). Συνολικά, ο συνταξιούχος απασχολείται 2 ημέρες το μήνα και, συνεπώς, θα λάβει κύρια σύνταξη ύψους €761,60 [€800,00 - (2 x €19,20)].
Ποιοι γλιτώνουν η πέφτουν στα μαλακά
Η εγκύκλιος εξαιρεί από τον κόφτη όσους έχουν χαμηλό αγροτικό εισόδημα εισάγοντας πλαφόν εισοδηματικού ορίου «διατήρησης της αγροτικής περιουσίας».
Αναλυτικά, οι κατηγορίες συνταξιούχων που εξαιρούνται από τον οριζόντιο κόφτη 60% είναι :
1. Συνταξιούχοι κατ επάγγελμα αγρότες του πρώην ΟΓΑ που συνεχίζουν να ασκούν αγροτική δραστηριότητα και μετά την συνταξιοδότησή τους. Κατ εξαίρεση, ο κόφτης θα ισχύσει για όσους είναι κατ επάγγελμα αγρότες και συνταξιοδοτηθούν από 1/1/2025 και μετά.
2. Παλαιοί συνταξιούχοι των πρώην ΙΚΑ, Δημοσίου, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ- ΜΜΕ οι οποίοι ήταν ήδη συνταξιούχοι ή είχαν ήδη υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από τις 12 Μαίου του 2016 και αποκτούν εισόδημα από άσκηση αγροτικής δραστηριότητας. Πρόκειται για συνταξιούχους που δεν ήταν υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον πρώην ΟΓΑ μέχρι 31.12.2016 (αν και είχαν τότε αγροτικό εισόδημα) και εξακολουθούν για τους ίδιους λόγους να μην είναι υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ αγροτών από 1.1.2017.
3. Νέοι συνταξιούχοι ΕΦΚΑ (πρ. ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ- ΜΜΕ, Δημοσίου) οι οποίοι συνταξιοδοτήθηκαν ή υπέβαλλαν αίτηση μετά τις 13 Μαίου του 2016 και έχουν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα κάτω από 4.923,12 ευρώ το χρόνο. Αν το αγροτικό εισόδημα δεν ξεπερνά αυτό το πλαφόν που ισούται με το ελάχιστο ασφαλιστέο εισόδημα του αγρότη, δεν μπορεί να θεωρηθεί επανένταξη στην αγορά εργασίας, αλλά διατήρηση της αγροτικής περιουσίας.
4. Συνταξιούχοι που αναλαμβάνουν εργασία ή δραστηριότητα για την οποία δεν προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, ακόμη και εάν από την ασκούμενη επαγγελματική δραστηριότητα προκύπτει εισόδημα (π.χ. μερίσματα, εισοδήματα από ΙΚΕ κλπ).
5. Συνταξιούχοι που λαμβάνουν αμοιβές (π.χ. έξοδα κίνησης) που δεν υπόκεινται σε εισφορές κύριας σύνταξης ή λαμβάνουν αποδοχές για τις οποίες υφίσταται δυνατότητα παραίτησης και παραιτούνται του δικαιώματος είσπραξής τους.
6. Συνταξιούχοι που λαμβάνουν αμοιβές από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ή άλλα συγγενικά δικαιώματα.
7. Συνταξιούχοι που ανανεώνουν σύμβαση εργασίας, η οποία έχει συναφθεί πριν τις 13 Μαίου του 2016 ή υπογράφουν νέα σύμβαση με τον ίδιο ή ακόμη και άλλο εργοδότη, αρκεί να μην μεσολαβεί ούτε μια ημέρα κενό ανάμεσα στις δυο συμβάσεις.
Παράδειγμα: συνταξιούχος από το 2012 του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ είχε αναλάβει μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα από 1.1.2014 έως 31.10.2017. Από 1.11.2017 αναλαμβάνει εργασία στον ίδιο (ή σε άλλον εργοδότη) καταρτίζοντας σύμβαση από 1.11.2017 έως 31.12.2019. Στην περίπτωση αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο ως προς την απασχόληση συνταξιούχων. Εάν όμως η νέα σύμβαση ισχύει από 2.11.2017, θεωρείται ότι υπάρχει διακοπή και συνεπώς εφαρμόζεται από 2.11.2017 το άρθρο 20 του ν.4387/2016. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση ανάληψης υπηρεσίας σε φορέα γενικής κυβέρνησης πριν την 13.5.2016, αν επακολούθησε διορισμός στην ίδια ή άλλη θέση χωρίς χρονικό κενό, εφόσον η λήξη της υπηρεσίας και ο επαναδιορισμός συντελέστηκαν ταυτόχρονα, με επακόλουθο η υπηρεσία να είναι συνεχής. Εάν όμως προκύπτει διακοπή μεταξύ των αναληφθεισών υπηρεσιών, ανεξαρτήτως της χρονικής διάρκειας της διακοπής, έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του κοινοποιούμενου άρθρου.
8. Συνταξιούχοι αναπηρίας, ανεξάρτητα από το πότε συνταξιοδοτήθηκαν ή πότε ανέλαβαν εργασία. Η εγκύκλιος ξεκαθαρίζει πως ο κόφτης ισχύει μόνο για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος.
9. Διορισμένοι σε αιρετά όργανα ΟΤΑ, διοικητές, υποδιοικητές, πρόεδροι, αντιπρόεδροι, μέλη συλλογικών οργάνων διοίκησης ΝΠΔΔ κλπ. εφόσον ο διορισμός έχει γίνει μετά την 13.5.2016 ή αν έχουν παραιτηθεί της προβλεπόμενης αμοιβής. Ομοίως εξαιρούνται όσοι αιρετοί λαμβάνουν αποκλειστικά ποσά ως έξοδα αποζημίωσης ή έξοδα παράστασης. Σε περίπτωση, δε, που τα ανωτέρω πρόσωπα δεν δικαιούνται ή έχουν παραιτηθεί της προβλεπόμενης για τη θέση που κατέχουν αμοιβής, εφόσον προβλέπεται από το νόμο η σχετική δυνατότητα, δεν έχουν εφαρμογή οι κοινοποιούμενες ρυθμίσεις.
10. Οι συνταξιούχοι της Τράπεζας της Ελλάδας οι οποίοι, ανεξάρτητα από το χρονικό σημείο ανάληψης εργασίας μετά την συνταξιοδότηση, εντάσσονται στο παλαιό καθεστώς.
11. Παλαιοί συνταξιούχοι, οι οποίοι είχαν καταστεί ήδη συνταξιούχοι στις 12 Μαίου του 2016 και είχαν αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχόληση ήδη νωρίτερα από την ημερομηνία αυτή και συνεχίζουν απασχολούμενοι. Γι αυτούς ισχύει το προηγούμενο καθεστώς που ορίζει :
α) Για όσους δεν είχαν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους, ετίθετο σε αναστολή η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων, κύριων και επικουρικών.
β) Μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους, το ποσό της ακαθάριστης κύριας σύνταξης ή του αθροίσματος των ακαθάριστων κύριων συντάξεων, που υπερέβαινε τα τριάντα ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτά διαμορφώνονταν κάθε φορά και ισχύουν την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, καταβαλλόταν μειωμένο κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%). Πχ. αν η κύρια σύνταξη ήταν 1000 ευρώ μικτά, τα 30 ημερομίσθια Χ 26,18 ευρώ ισούνται με 785,4 ευρώ. Το 70% της διαφοράς αντιστοιχεί σε 214.6 ευρώ. Αρα , η σύνταξη των 1000 ευρώ θα μειωθεί στα 785,4 ευρώ. Η επικουρική σύνταξη καταβάλλεται επίσης, χωρίς περικοπή.
12. Οι συνταξιούχοι λόγω γήρατος φορέων κύριας ασφάλισης που αναλάμβαναν δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) και του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.), υπόκειντο στους εξής περιορισμούς:
α) Για όσους δεν είχαν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους, ετίθετο σε αναστολή η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων, κύριων και επικουρικών, υποχρεούνταν δε στην καταβολή των προβλεπόμενων εισφορών.
β) Μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας, υποχρεούνταν να καταβάλουν τις προβλεπόμενες από τις οικείες διατάξεις εισφορές προσαυξημένες κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Σε περίπτωση που το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων υπερέβαινε τα εξήντα (60) ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, δηλαδή τα 1570,8 ευρώ ,το ποσό που υπερέβαινε το ανωτέρω όριο υπόκειτο σε περικοπή. Η επικουρική σύνταξη δεν συνυπολογιζόταν για τον ανωτέρω περιορισμό και καταβαλλόταν κανονικά.
Ο χρόνος για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές από τον απασχολούμενο συνταξιούχο χρησιμοποιείται μόνο για προσαύξηση της σύνταξης και όχι για θεμελίωση δεύτερου δικαιώματος. Το ύψος της προσαύξησης υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για κάθε μια ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς επί των συνταξίμων αποδοχών για κάθε έτος απασχόλησης. Δικαίωμα προσαύξησης δίνεται πλέον και στους παλαιούς συνταξιούχους που έχουν λάβει σύνταξη πριν τον νόμο Κατρούγκαλου και απασχολούνται από 13/5/2016 και μετά.
Όποιος δε δηλώσει την εργασία του και εντοπιστεί θα πρέπει να επιστρέψει τη σύνταξη με τόκο! Συγκεκριμένα οι συνταξιούχοι που αναλαμβάνουν εργασία ή αυτοαπασχόληση οφείλουν να γνωρίσουν στον ΕΦΚΑ και στο ΕΤΕΑΕΠ την ανάληψη της δραστηριότητας και τη διάρκειά της (η σχετική δήλωση υποβάλλεται υποχρεωτικά με την ανάληψη της δραστηριότητας). Αν δεν υποβληθεί η δήλωση και δεν γίνει περικοπή ή αναστολή της σύνταξης, ακολουθεί καταλογισμός σε βάρος του συνταξιούχου του ποσού που έπρεπε να παρακρατηθεί και αυτό επιβαρύνεται με ετήσιο επιτόκιο 4,56%. Το οφειλόμενο ποσό μπορεί να παρακρατείται από τις κύριες και επικουρικές συντάξεις σε περίπτωση που προκύπτει περικοπή τους ή από τις μελλοντικές συντάξεις και μέχρι το 1/4 του ποσού της μηνιαίας κύριας και επικουρικής σύνταξης, έως την εξόφληση της οφειλής.