Η 30χρονη μητέρα από την Βάρκιζα, η οποία θα οδηγηθεί στις φυλακές, περιγράφει στο υπόμνημά της μία πολύ βασανισμένη ζωή, με την τύχη να μην είναι με το μέρος της. Η μητέρα της, όπως λέει, είχε συνεχώς διαφορετικούς συντρόφους, ενώ οι συμμαθητές της στο σχολείο την χλεύαζαν. Όταν έφυγαν από τη ζωή η θετή της μητέρα και η γιαγιά της, μπήκε σε ορφανοτροφείο….
«Όταν ήμουν περίπου 14 ετών πέθανε η γιαγιά μου η οποία νοσούσε για χρόνια. Το ίδιο διάστημα, παράλληλα, νοσούσε και η μητέρα μου από ασθένεια βασανιστική και οδυνηρή η οποία αμέσως μετά το θάνατο της γιαγιάς μου, την ισοπέδωσε πλήρως. Εζησα αργά, βαθιά και έντονα όλη την περίοδο της φυσικής της εξαθλίωσης μέχρι το θάνατο.
Θυμάμαι να κοιμάμαι δίπλα της και να ξυπνάω συνέχεια μέσα στη νύχτα για να δω αν αναπνέει ακόμα ή έχει πεθάνει. Είμαι βέβαιη ότι η ίδια επέλεξε να χειροτερέψει, αισθάνομαι πάντα ότι αφού έχασε τη μητέρα της δεν την ενδιέφερε η δική μου τύχη γιατί σε καμία περίπτωση δεν αισθανόταν την ίδια αγάπη για εμένα, έτσι ήταν επιθυμία της να καταρρεύσει και να πεθάνει εγκαταλείποντάς με.
Θυμάμαι σαν χθες τα αισθήματα οδύνης που με κυρίευσαν από αυτές τις διαδοχικές απώλειες, ακόμα όμως πιο ζωντανά αισθάνομαι τον πανικό και την απόγνωση που με κατέβαλε όταν στην ηλικία των 17 έμεινα παντελώς μόνη μου στη ζωή. Δύο φορές στην ηλικία εκείνη αποπειράθηκα να αυτοκτονήσω με κατανάλωση χαπιών και αλκοόλ, νοσηλεύτηκα και τις δύο φορές και ξεπέρασα τον κίνδυνο. Τότε την περίπτωση μου ανέλαβαν οι αρμόδιες αρχές και για ένα έτος περίπου, μέχρι την ενηλικίωση μου μεταφέρθηκα σε ορφανοτροφείο από όπου και αποχώρησα στην ηλικία των 18. Επειδή ούτε με σπουδές ασχολούμουν, ούτε ενδιαφέροντα, κοινωνικές σχέσεις, συγγενείς ή φίλους είχα, προσπάθησα να κάνω κάποιες περιστασιακές δουλειές, τις οποίες όμως δεν άντεχα, με έπιαναν κρίσεις πανικού και μετά από λίγες μέρες τις σταματούσα».
Τα άσχημα παιδικά χρόνια
«Στη διάρκεια των σχέσεων αυτόν έπεσα πολλές φορές θύμα σωματικής κακοποίησης, ενώ η λεκτική και ψυχολογική βία είχε μάλλον γίνει από νωρίς συνήθεια, δομικό, σχεδόν, στοιχείο της ζωής και της προσωπικότητας μου.
Στο πρόσωπο του εκάστοτε συντρόφου, όσο πρόωρη ή ακατάλληλη και να ήταν η περίπτωση, έβλεπα πάντα τον μελλοντικό σύζυγο και πατέρα των παιδιών μου καθώς είχα έντονη την ανάγκη να δημιουργήσω οικογένεια και να αποκτήσω επιτέλους ένα κλοιό προστασίας στη ζωή μου, όμως σχεδόν όλες οι σχέσεις μου, μετά από κάποια περίοδο σαρκικών επαφών έληγαν χωρίς δική μου πρωτοβουλία παρά τις προσπάθειες και την ανοχή που έδειχνα. Έτσι το σκηνικό της εγκατάλειψης, της κακοποίησης και της υποτίμησης της νοητικής, ηθικής και σωματικής μου υπόστασης από τους γύρω μου ήταν πάντα παρών στη ζωή μου.
Μετά από σχέση που είχαν συνάψει απέκτησα με τον τότε σύντροφό μου ένα παιδί εφτά ετών περίπου σήμερα το οποίο ζει μαζί του. Έπειτα, μετά από σοβαρή σχέση με άλλον άντρα, με τον οποίο επιθυμούσα να κάνω οικογένεια, αποκτήσαμε ένα κοριτσάκι, το οποίο δυστυχώς πέθανε από σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου, το βρήκαμε ξαφνικά νεκρό στον ύπνο του τον Ιανουάριο του 2014 χωρίς να έχουμε κανένα προειδοποιητικό σημάδι. Η κατάσταση της ψυχικής υγείας μου τότε εκτροχιάστηκε πλήρως, με κατέβαλαν κρίσεις πανικού, μόνιμη θλίψη, απόγνωση, το απόλυτο ηθικό πνευματικό και ψυχικό σκότος. Η αιφνίδια απώλεια της κόρης μου, συμπλήρωσε την διαδοχή των ακραίων απωλειών στη ζωή μου και θεμελίωσε οριστικά το συναισθηματικό μου αδιέξοδο. Με την προτροπή και του συντρόφου μου επισκέφτηκα ψυχιάτρους, συγκεκριμένα στο Αιγινήτειο νοσοκομείο. Μου διέγνωσαν περίπου τέσσερις νόσους θυμάμαι, πέρα από την κατάθλιψη και τις κρίσεις πανικού, τις οποίες όμως δεν είμαι σε θέση να σας εκθέσω με ακρίβεια. Λάμβανα φαρμακευτική αγωγή για δύο χρόνια αν θυμάμαι καλά από το 2014 έως το 2016» υποστηρίζει.
«Ηθελα να κάνω οικογένεια»
Όπως υποστηρίζει το άτυχο μωράκι το απέκτησε μετά από μία σχέση 5 μηνών και όπως σημειώνει ήταν συνειδητή της επιλογή να δημιουργήσει μία οικογένεια με κάποιον « ο όποιος στα μάτια μου φάνταζε και πάλι ο παντοτινός μου σύζυγος, ο «σωτήρας» με τον οποίο θα είχα επιτέλους την ευκαιρία να αποκτήσω μία ευημερία και ισορροπία στη ζωή μου και να κάνω ό,τι μπορώ για να αποκτήσω μία οικογένεια με τέτοια θεμέλια. Στην πορεία όμως εκδήλωσε έκρυθμες συμπεριφορές, αντιλήφθηκα ότι πάσχει από πολύ σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές και ότι του χορηγούνταν φαρμακευτική αγωγή. Παρόλα αυτά έδειξα ανοχή, δεν ήμουν διατεθειμένη να απολέσω την ευκαιρία που ένιωθα ότι δικαιούμαι στην οικογενειακή ζωή»
Ωστόσο, ο σύντροφός της την εγκατέλειψε και έμεινε πάλι μόνη με ένα μωρό στην αγκαλιά.
«Έφερα στον κόσμο το βρέφος μου, σε μία περίοδο που αισθανόμουν συναισθηματικά κατακρεουργημένη. Δεν μπορώ να μην παραδεχτώ ότι η καθημερινότητά μου, ειδικά μετά τη γέννηση της κόρης μου, ήταν βασανιστική και αντιμετώπιζα σοβαρή δυσκολία να ανταπεξέλθω. Δεν είχα, ούτε έχω, ικανότητα να εργαστώ, τα απολύτως απαραίτητα εξασφαλίζω από ένα μίσθωμα που λαμβάνω περί τα 200 € από διαμέρισμα που εκμισθώνω στη Βάρκιζα. Η οικία μου ήταν πολύ ακατάστατη και βρώμικη, τα παράθυρα τα ήθελα πάντα κλειστά, ντρεπόμουν για αυτή την άθλια κατάσταση και δεν ήθελα κανείς να μπαίνει μέσα, αλλά δεν μπορούσα να ασχοληθώ και με το θέμα αυτό. Δεν έχω κανένα συγγενή, ούτε φίλους, ζούσα πλήρως απομονωμένη. Δεν είχα ποτέ βοήθεια από κανέναν, κανείς δεν έδειξε ενδιαφέρον και η αλήθεια είναι ότι ούτε το ζήτησα….Πολύ συχνά το άκουγα να κλαίει, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, το τάιζα, το κρατούσα, προσπαθούσα να το κοιμίσω, δε σταματούσε, δεν ήμουν ικανή ούτε να το ηρεμήσω».
«Εδεσα το μωρό και βγήκα...»
«Την Τετάρτη 27/2 ήθελα να βγω από το σπίτι. Θυμάμαι τις κινήσεις που έκανα σχεδόν μηχανικά κάθε φορά πριν φύγω. Ταΐσα το μωρό και το έβαλα να κοιμηθεί στο ειδικό καθισματάκι του, το οποίο τοποθέτησα πάνω στο κρεβάτι, αφού του είχα περάσει τους προστατευτικούς ιμάντες ώστε να μην κάνει απότομη κίνηση στον ύπνο του και πέσει. Την σόμπα την είχα σχεδόν συνεχώς αναμμένη στο υπνοδωμάτιο για να ζεσταίνεται αλλά χωρίς να ακουμπάει κάπου, σε απόσταση από αντικείμενα, κλινοσκεπάσματα κλπ. Το ίδιο έκανα και εκείνο το απόγευμα. Σε καμία περίπτωση δεν είχα πιστολάκι αναμμένο, ποτέ δεν είχα κάνει κάτι τέτοιο γιατί κανένας λόγος δεν υπήρχε. Προφανώς και, παρά την κατάσταση μου, μπορούσα να διακρίνω ότι ένα πιστολάκι δεν μπορούσε να θέρμανει το χώρο, παρά μόνο να προκαλεί πολύ θόρυβο και ακραίο κίνδυνο. Πριν φύγω μετά τις οκτώ παρά το απόγευμα, θυμάμαι ότι είπα στον πρώην σύντροφό μου να έρθει να κρατήσει τη μικρή μέχρι να γυρίσω. Δε μου δήλωσε ότι θα έρθει, δεν έδωσα όμως βάση, θεώρησα ότι ως συνήθως θα έρθει άμεσα αφού του είπα ότι φεύγω και ότι σε κάθε περίπτωση ήταν η ώρα του να περάσει από το σπίτι. Έλειψα μέχρι την μία τα ξημερώματα περίπου, σκέφτηκα ότι θα καθυστερήσει αλλά όπως και να είχε ο πρώην σύντροφος μου θα είχε επιστρέψει και δε με κάλεσε γιατί δεν είχε κάποιο πρόβλημα.
«Οταν ανέβηκα στο διαμέρισμα δεν μπορούσα να αναπνεύσω από τους καπνούς»
Όταν ανέβηκα στο διαμέρισμα και άνοιξα την πόρτα αντίκρισα πολύ πυκνούς καπνούς. Προσπάθησα να μπω μέχρι το υπνοδωμάτιο, δεν μπορούσα καν να δω ούτε να αναπνεύσω από τους καπνούς, πνιγόμουν, ο χώρος ήταν απροσπέλαστος από τα τοξικά αέρια. Θυμάμαι ότι κατέβηκα ουρλιάζοντας. Ο σύντροφος μου ήταν ακόμη από κάτω του ζήτησα βοήθεια, ανεβήκαμε μαζί πάλι αλλά ήταν αδύνατον και γι’ αυτόν να επέμβει.
Κάλεσα αμέσως την πυροσβεστική, κατέφτασε σύντομα αλλά ήταν πολύ αργά για την μικρή μου κόρη. Η κόρη μου δεν περπατούσε ακόμη, δε γνωρίζω και δεν μπορώ να εξηγήσω πως συνέβη, με βασανίζει ο τρόπος που μπορεί να προκλήθηκε το αποτέλεσμα και φτιάχνω συνεχώς εικόνες και αλληλουχίες στο μυαλό μου. Μπορεί δε να κριθεί ηθικά φρόνιμο και δίκιο ότι δεν δικαιούμαι άλλη ευκαιρία στην μητρότητα και στην οικογένεια. Επιθυμώ όμως και αξιώνω, δεδομένης της νεαρής μου ηλικίας μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή και την κοινωνική επανένταξη προκειμένου να επέλθει, υποτυπωδώς, η εξιλέωση μου. Σαφώς κατανοώ ότι χρειάζομαι υποστήριξη μετά τα νοσηρά συμβάντα και την κορυφαία ηθική διανοητική και ψυχική διατάραξη της ζωής μου, φρονώ δε όμως ότι σκοπός της έννομης τάξης ομοίως και στην περίπτωση μου, δεν είναι ο ολοκληρωτικός αποκλεισμός μου από την κοινωνία αλλά η «επιστροφή» μου σε αυτήν ως χρηστό μέλος της.
«Βοηθήστε ένα ολομόναχο και κατατρεγμένο κορίτσι»
Κυρία Πρόεδρε, στη ζωή μου βρίσκομαι αγκαλιά και συνοδοιπόρος με μία λέξη: απώλεια . Απώλεια της μητέρας μου, Απώλεια της αγνότητας και της παιδικής αθωότητας, απώλεια της οικογενειακής γαλήνης, απώλεια της φυσιολογικής κοινωνικής ζωής και την τραγικότερη όλων- το μεγάλο μου τραύμα μέχρι την περασμένη Τετάρτη. Απώλεια παιδιού. Με την φτωχή και ανεπεξέργαστη σκέψη μου ήλπιζα πάντοτε ότι αυτή η αλληλουχία μαύρου στη ζωή μου θα σταματούσε αλλά πλανεύτηκα. Χάνω και την μονάκριβη μου κόρη. Το παιδί μου κάηκε επειδή εγώ που προσπάθησα να το ζεστάνω δεν είχα την συγκρότηση να προβλέψω το αποτέλεσμα. Ασφαλώς παίρνω όλη την ευθύνη γι’ αυτό που συνέβη. Σήμερα περνώ το κατώφλι και της δικαιοσύνης. Κινδυνεύω να βιώσω άλλη μία μαύρη εμπειρία που δεν είχα ποτέ σκεφτεί, την φυλακή. Ενώπιόν σας που βρίσκομαι τώρα αντιλαμβάνομαι ότι βρίσκομαι για αυτόν το λόγο. Στη δική μου ψυχή η τιμωρία μου όμως δεν διανοούμαι ότι θα είναι η κράτηση μου. Θα ήταν πολύ φτηνό αυτό για να εξιλεωθώ. Η εσωτερική μου συντριβή, το βαθύ μου πένθος δε συγκρίνονται ούτε με πέντε φορές ισόβια. Κι ας ξέρω μέσα μου ότι αυτό που συνέβη βρίσκεται στα όρια του τυχαίου. Ας γνωρίζω ότι ακόμα και ο νόμος σε τέτοιες περιπτώσεις- στην απώλεια οικείων-αναγνωρίζει την συντριβή και δεν τιμωρεί. Δεν έχω δύναμη να σας ικετεύσω για επιείκεια. Σας ζητώ να αναγνωρίσετε ένα ολομόναχο και κατατρεγμένο κορίτσι που δεν τα καταφέρνει σε αυτή τη ζωή. Αποτολμώ να σας ζητήσω μόνο βοήθεια. Έχετε αντιληφθεί ότι στα 30 μου χρόνια δεν την είχα ποτέ και από κανέναν. Το βίωμα μου μονίμως ήταν να μου συμβαίνει κάτι χειρότερο από πριν-σαν ένα λάκτισμα- να με στείλει πιο κάτω, να με αποδομήσει και να με συντρίψει. Δεν έχει μείνει όμως άλλη ύλη να συντριβεί. Λίγη ψυχή μόνο αλλά κι αυτήν την αναζητώ.».