Το χαμηλότερο επίπεδο αποταμίευσης μεταξύ των 28 ευρωπαϊκών χωρών καταγράφεται στην Ελλάδα, καθώς τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις λυγίζουν υπό το βάρος της μείωσης των μισθών, των υπέρογκων φόρων αλλά και των επιβαρύνσεων που συνεπάγεται η λειτουργία ενός αναποτελεσματικού κράτους σε κρίσιμους τομείς όπως η υγεία και η παιδεία.
Ειδικά μάλιστα τα νοικοκυριά εμφανίζουν το δεύτερο τρίμηνο του 2017 αρνητική αποταμίευση ύψους 11,6 δις. ευρώ, δηλαδή καταναλώνουν περισσότερα από ότι παράγουν.
Αρνητική αποταμίευση σημαίνει ότι η δαπάνη των νοικοκυριών για ιδιωτική κατανάλωση είναι μεγαλύτερη από το διαθέσιμο εισόδημά τους και για πρώτη φορά η αποταμίευση στη χώρα μας περνάει σε αρνητικό έδαφος το 2012, δηλαδή δύο χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου.
Έκτοτε ακολουθεί σταθερά αρνητικό ρυθμό με ένα μικρό διάλειμμα ανάκαμψης, κυρίως το 2014, για να υποχωρήσει ξανά, φθάνοντας το -9,7% το δεύτερο τρίμηνο του 2017.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που πραγματοποίησε το τμήμα οικονομικών μελετών της Eurobank, με βάση τα οποία το ποσοστό αποταμίευσης για το σύνολο της οικονομίας στη χώρα μας διαμορφώνεται στο 9% του ΑΕΠ έναντι 22,6% στην Ευρώπη των 28 και 23,9% στην Ευρωζώνη.
Από το σύνολο 16 δις. ευρώ που αντιπροσωπεύει το επίπεδο αποταμίευσης των 9 ποσοστιαίων μονάδων ως ποσοστό του ΑΕΠ, το μεγαλύτερο μέρος, δηλαδή περί 15,5 δις. ευρώ προήλθε από τις μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις.
Στα 7,3 δις. ευρώ διαμορφώνεται η αποταμίευση από τις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις και στα 4,8 δις. ευρώ οι επενδύσεις της γενικής κυβέρνησης.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση με σημαντική διαφορά όχι μόνο από τις χώρες με υψηλά ποσοστά αποταμίευσης όπως η Σουηδία που έχει ποσοστό αποταμίευσης της τάξης του 30,3% ή η Μάλτα με 30,2%, η Ολλανδία με 29,4%, η Δανία με 28,8% και η Γερμανία με 27,4%.
Το επίπεδο αποταμίευσης στην Ελλάδα απέχει με διαφορά ακόμη και από χώρες της περιφέρειας που έχουν μπει σε αντίστοιχα προγράμματα σταθεροποίησης όπως η Ιρλανδία η οποία καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό αποταμίευσης που φθάνει το 35,5% ενώ εξίσου μεγάλη είναι η διαφορά και με την Ισπανία, το επίπεδο αποταμίευσης της οποίας διαμορφώνεται στο 22,5% του ΑΕΠ, αλλά και την Πορτογαλία όπου το επίπεδο αποταμίευσης διαμορφώνεται στο 16%.