Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024 -

Η ανάπτυξη της χώρας απαιτεί την άμεση ανασύνταξη του κοινωνικού διαλόγου



Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος (Ο.Κ.Ε.) διοργάνωσε σήμερα, Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018, στο πλαίσιο της σύγκλησης της Ολομέλειάς της, συζήτηση με τους φορείς-μέλη της για την ανασύνταξη του θεσμοθετημένου κοινωνικού διαλόγου στη χώρα, ο οποίος τα τελευταία χρόνια υποβαθμίστηκε σημαντικά.

Στη συνεδρίαση συμμετείχαν ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, κ. Νίκος Βούτσης, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Γιάννης Δραγασάκης, ο πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και πρώην Υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρώην Υπουργός Ανάπτυξης κ. Κωστής Χατζηδάκης. Επίσης, ο κ. Σωκράτης Φάμελλος, Αν. Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Στην εναρκτήρια ομιλία του ο Πρόεδρος της Ο.Κ.Ε. κ. Γιώργος Βερνίκος αναφέρθηκε στο έργο της Ο.Κ.Ε. και στις διεθνείς συνεργασίες της για θέματα που αφορούν κρίσιμους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας. Επίσης, τονίζοντας τη σημασία του κοινωνικού διαλόγου για τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας και τη βιώσιμη ανάπτυξη, επεσήμανε την ανάγκη ανασύνταξης του θεσμοθετημένου κοινωνικού διαλόγου και την τήρηση της υποχρεωτικότητας που προβλέπει το Σύνταγμα και η νομοθεσία για την έκφραση αιτιολογημένη γνώμης της Ο.Κ.Ε. πριν από την ψήφιση των νομοσχεδίων στη Βουλή για θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.

Ο κ. Βούτσης υπογράμμισε ότι «σε ό,τι αφορά τον απολογισμό και τη στρατηγική ανασύνταξη του θεσμοθετημένου κοινωνικού διαλόγου στο πλαίσιο της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, σήμερα είναι πιο εύκολο να γίνει, ακριβώς επειδή άρχισε να λειτουργεί η προϋπόθεση του άκρως σημαντικού θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων με στόχο την ολοκλήρωσή του. Άρα ο ανταγωνισμός και οι συνθέσεις μπορούν να δώσουν ακόμη μεγαλύτερο νόημα στην ανάγκη του κοινωνικού διαλόγου για την επίτευξη ενός modus vivendi πάνω σε ορισμένα θέματα. Σε σχέση με την πολιτική ατζέντα των κομμάτων και το κατά πόσον έχουν αισθανθεί και ιεραρχήσει την ανάγκη του κοινωνικού διαλόγου, αλλά και του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών, πιστεύω ότι έχουμε μπει πλέον -κι αυτό είναι χαρακτηριστικό της νέας περιόδου- σε μια συστηματική προσπάθεια προγραμματικής ανασυγκρότησης των κομμάτων και εμβάθυνσης πάνω στα νέα δεδομένα, μετά από τη φάση κατά την οποία υπήρξαν κάποιες συγκεκριμένες, κάθε φορά, δεσμεύσεις, που έπρεπε να υλοποιούνται για να προχωράνε οι αξιολογήσεις» πρόσθεσε ο Πρόεδρος της Βουλής.

Ο κ. Δραγασάκης τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι χρειάζεται «να υποστηριχθεί ένας κοινωνικός και πολιτικός διάλογος που θα ενισχύσει τις άμυνες της δημοκρατίας απέναντι στις απειλές που αναδύονται. Αυτή η συνθήκη, προτάσσει μια διττή ανάγκη, τόσο εντός χώρας όσο και στο επίπεδο της Ευρώπης. Από τη μία πλευρά είναι ζωτικής σημασίας ένας χώρος εθνικού διαλόγου με στόχο την ευρύτερη συναίνεση γύρω από ζητήματα θεμελιακά για την επιβίωση της δημοκρατίας (πώς, για παράδειγμα, αντιμετωπίζουμε την ακροδεξιά απειλή, που αποτελεί έκφανση της διάρρηξης των κοινωνικών συμβολαίων και της υπονόμευσης της εμπιστοσύνης). Από την άλλη, για να επανασυνδεθεί το κοινωνικό με το πολιτικό είναι κρίσιμο να μορφοποιηθεί ένας χώρος προοδευτικού διαλόγου, χώρος δηλαδή συσπείρωσης των προοδευτικών δυνάμεων με στόχο τη διαμόρφωση μιας βιώσιμης εναλλακτικής απέναντι στην νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία που όπως απέτυχε να αποτρέψει την κρίση, με τις γνωστές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, απέτυχε και στη διαχείρισή της με τις τάσεις αυταρχικής πολιτικής εκτροπής να πληθαίνουν στην Ευρώπη».

Ο κ. Βενιζέλος αναφέρθηκε στη σημασία της γνώμης της Ο.Κ.Ε. «όταν διατυπώνεται κατά την κατάρτιση του νομοσχεδίου, πριν καν τη θέση ενός προσχεδίου νόμου σε κοινωνική διαβούλευση, όπως γίνεται τώρα».  Στη συνέχεια επεσήμανε ότι «συμφωνούμε για τον κοινωνικό διάλογο και για το μέλλον της χώρας, στο επίπεδο των αυτονόητων γενικοτήτων. Όταν διατυπώνουμε, με στερεότυπα, γενικότητες και αυτονόητα, συμφωνούμε όλοι. Είναι πολλά τα πεδία στα οποία υπάρχει σύμπτωση απόψεων όλων των φορέων –κοινωνικών, θεσμικών, ερευνητικών– που έχουν διατυπώσει απόψεις για τη φορολογία, για δημόσια διοίκηση, για την εκπαίδευση και ούτω καθεξής, με διαφωνίες, βεβαίως, στην αγορά εργασίας και στην κοινωνική ασφάλιση, όπου είναι διαφορετικοί οι ταξικοί ρόλοι, οι ρόλοι στην παραγωγή.  Αλλά όταν πας να τα εξειδικεύσεις αυτά, καταρρέει το αυτονόητο της γενικότητας.  Βεβαίως όλοι θέλουμε ανάπτυξη, όλοι θέλουμε ανταγωνιστικότητα, όλοι θέλουμε την επάνοδο στην κανονικότητα, όλοι θέλουμε την ευρωπαϊκή προοπτική, και τι συμβαίνει;  Όταν πας να τα εξειδικεύσεις αυτά  βρίσκεσαι μπροστά σε ανυπέρβλητα διλήμματα, σε συγκρούσεις, σε αντιθέσεις.  Αυτά όλα –και αυτή είναι η τελευταία μου παρατήρηση – θα μπορούσαμε να τα συζητούμε με άνεση υπό όρους κανονικότητας.  Η χώρα δεν βρίσκεται υπό όρους κανονικότητας».

Ο κ. Χατζηδάκης δήλωσε ότι «η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, ως θεσμός που προάγει τον διάλογο, έχει εκ των πραγμάτων ένα σημαντικό ρόλο να παίξει στην προσπάθεια να χτίσουμε τη χώρα που αξίζουν όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες. Διότι στην προσπάθεια αυτή είναι δεδομένο πως θα υπάρχουν διαφωνίες. Όμως με σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις θα μπορέσουμε να καταλήξουμε στη δημιουργική σύνθεση που απαιτείται για να μην αφήνουμε τις διαφωνίες αυτές να στερούν από την πατρίδα μας ένα καλύτερο μέλλον … Στην παρούσα φάση είναι μεγαλύτερη ανάγκη από ποτέ η μεγάλη συμμαχία του πολιτικού συστήματος, των εργαζομένων, των εργοδοτών και των κοινωνικών φορέων. Η Ελλάδα ανήκει σε όλους μας. Και αν κάτι πάει στραβά, χάνουμε όλοι μας. Και αυτό όσο νωρίτερα το αντιληφθούμε, τόσο το καλύτερο. Η πατρίδα μας έχει ζημιωθεί διαχρονικά από την έλλειψη κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου και συνεννόησης. Και αυτό μας αδικεί, γιατί ακυρώνει πολλά από τα πλεονεκτήματά μας ως χώρα».

Προηγήθηκε συνάντηση του Συμβουλίου των Προέδρων των Μελών της Ο.Κ.Ε., στο οποίο συμμετείχαν οι κ. Ιωάννης Παναγόπουλος, Πρόεδρος Γ.Σ.Ε.Ε., κ. Βασίλειος Κορκίδης, Πρόεδρος Ε.Σ.Ε.Ε., κ. Ιωάννης Ρέτσος, Πρόεδρος Σ.Ε.Τ.Ε., κ. Ιωάννης Παϊδας, Πρόεδρος Α.Δ.Ε.Δ.Υ., κ. Νικόλαος Καραμούζης, Πρόεδρος E.E.T., κ. Γεώργιος Πατούλης, Πρόεδρος Κ.Ε.Δ.Ε., κ. Δημήτριος Βερβεσός, Πρόεδρος Δ.Σ.Α., κ. Γεώργιος Στασινός, Πρόεδρος Τ.Ε.Ε., κ. Κωνσταντίνος Κόλλιας, Πρόεδρος Ο.Ε.Ε., κ. Χάρης Κυριαζής, Εκπρόσωπος ΣΕΒ, κ. Δημήτρης Βαριάμης, Α’ Αντιπρόεδρος Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε, κ. Γεώργιος Βλάχος, Πρόεδρος Σ.Α.Τ.Ε., κ. Νικόλαος Τσεμπερλίδης, Πρόεδρος ΚΕ.Π.ΚΑ., κ. Κωστής Παπαϊωάννου, Πρόεδρος Greenpeace Ελλάδα, κ. Ιωάννης Λυμβαίος, Γενικός Γραμματέας ΕΣΑμεΑ και κ. Βασίλειος Θεοτοκάτος, Πρόεδρος Α.Σ.Π.Ε.

Στη διάρκεια της συνάντησης υιοθετήθηκε Κοινή Δήλωση για τα ζητήματα που ταλανίζουν τη χώρα. Στην Κοινή Δήλωση:

  • Τονίζεται η ανάγκη για απολογισμό και στρατηγική ανασύνταξης του θεσμοθετημένου κοινωνικού διαλόγου στο πλαίσιο της Ο.Κ.Ε.
  • Επισημαίνεται ότι ο κοινωνικός διάλογος, σήμερα περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει να επανέλθει και να βρίσκεται ψηλά στην πολιτική ατζέντα κάθε κυβέρνησης, των πολιτικών κομμάτων και να μην λειτουργεί ανταγωνιστικά, αλλά συμπληρωματικά με τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς, συμπεριλαμβάνοντας όλα τα μεγάλα ζητήματα της κοινωνίας και της οικονομίας.
  • Υπογραμμίζεται η βαρύτητα της Συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών για το Εθνικό Αναπτυξιακό Σχέδιο, περίγραμμα του οποίου παρουσίασε η Ο.Κ.Ε. στα πολιτικά κόμματα το Φεβρουάριο του 2018.
  • Δηλώνεται η ενεργός συμμετοχή των Προέδρων των φορέων της Ολομέλειας της Ο.Κ.Ε. στη διαβούλευση για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την εμβάθυνση, καθώς και ολοκλήρωσή της. Η ενεργός συμμετοχή και η υπευθυνότητα των κοινωνικών εταίρων, των παραγωγικών δυνάμεων  και  της κοινωνίας των πολιτών είναι βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Ο Πρόεδρος της Βουλής, στο τέλος της συζήτησης, διαπίστωσε ότι υπάρχει ευρεία αποδοχή και συναίνεση στα τέσσερα σημεία της Κοινής Δήλωσης των Προέδρων των φορέων που συμμετέχουν στην Ο.Κ.Ε. Επιπλέον, τόνισε την ανάγκη αναβάθμισης του ρόλου της Ο.Κ.Ε και δεσμεύτηκε ότι στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής τη Δευτέρα θα θέσει το θέμα της στενής συνεργασίας της Ο.Κ.Ε. με τις Διαρκείς Επιτροπές της Βουλής.