![](https://www.briefingnews.gr/sites/default/files/styles/slider__638x287_/public/articlesnew/kentriki-skini-dimitris-kataleifos-450x256.jpg?itok=V4flLKRR)
Ο Πειραιάς, ως λιμάνι και πυρήνας εμπορικής δραστηριότητας, διαμόρφωσε για αιώνες μια ξεχωριστή πολιτισμική και κοινωνική ταυτότητα. Με τα χρόνια, οι αλλαγές στις τεχνολογίες, τις οικονομικές συνθήκες και τις καταναλωτικές συνήθειες οδήγησαν στην εξαφάνιση παραδοσιακών επαγγελμάτων που αποτελούσαν την καρδιά της πόλης. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, μέσω της ενότητας «Χαρτογραφώντας τον Πειραιά» και της θεματικής «Ανθρώπινος Μόχθος», αποδίδει φόρο τιμής σε αυτά τα επαγγέλματα και τους ανθρώπους που τα υπηρέτησαν.
Ο δημοσιογράφος Γιάννης Κλάδης, που ερευνά και παρουσιάζει τις ιστορίες αυτών των επαγγελμάτων δηλώνει στο ΒΗΜΑ ότι «οι ιστορίες ανθρώπων με επαγγέλματα που χάνονται στον χρόνο είναι πολλές στον Πειραιά. Αν έχεις διάθεση να ψάξεις, θα ανακαλύψεις θησαυρούς». Μέσα από συναντήσεις στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου, παλιοί επαγγελματίες αφηγούνται τις εμπειρίες τους και μεταφέρουν στο κοινό την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής.
Για τους ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους σε αυτά τα επαγγέλματα, η εξαφάνισή τους σηματοδοτεί μια βαθιά προσωπική απώλεια. Οι τελευταίοι τεχνίτες και μικροπωλητές βλέπουν τις γειτονιές τους να αλλάζουν ριζικά και τις δεξιότητές τους να μην έχουν πλέον ζήτηση. Αυτή η μετάβαση αφήνει ένα συναισθηματικό κενό και δημιουργεί την ανάγκη διατήρησης της ιστορικής μνήμης μέσα από προφορικές μαρτυρίες και καταγραφές. Η ανάδειξη αυτών των θεμάτων μέσα από πρωτοβουλίες όπως αυτή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά αποτελεί έναν τρόπο να διατηρηθεί η σύνδεση με το παρελθόν και να κατανοήσουμε καλύτερα τις ρίζες και την εξέλιξη της πόλης μας.
Ο ψαράς και η ψυχή του
Ο Σπύρος Βάλβης, ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες ψαράδες του Πασαλιμανιού, είναι από τους πλέον κατάλληλους για να μιλήσει σχετικά με τη μεταμόρφωση της αλιείας. «Το επάγγελμα υπάρχει ακόμα, αλλά έχει αλλάξει ριζικά. Σήμερα έχουμε ηλεκτρικές μηχανές, σύγχρονα σκάφη και τεχνολογία, αλλά οι θάλασσες δεν είναι οι ίδιες», αναφέρει στο ΒΗΜΑ. «Από τη μία, οι νέες τεχνολογίες έχουν κάνει το επάγγελμα πιο άνετο και ασφαλές. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία έχει βλάψει την αλιεία. Υπάρχουν λιγότερα ψάρια γιατί τα τρώνε οι φώκιες, οι χελώνες, τα δελφίνια. Η υπεραλίευση, η ρύπανση και η αλλαγή της ισορροπίας στη θαλάσσια ζωή έχουν περιορίσει τα ψάρια».
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/30/%CF%83%CF%80%CF%85%CF%81%CE%BF%CF%82-%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%B2%CE%B7%CF%82-%CF%88%CE%B1%CF%81%CE%B1%CF%82.jpg)
Ο ψαράς Σπύρος Βάλβης στην παρουσίασή του στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου
«Ένας άλλος λόγος που συμβαίνει αυτό συγκεκριμένα στην περιοχή μας είναι γιατί υπάρχουν πολλά πολεμικά πλοία στο Λυβικό πέλαγος και τη Μαύρη Θάλασσα, που ενοχλούν τα θηλαστικά. Έτσι, αυτά έρχονται σε εμάς, βρίσκοντας καταφύγιο στη θάλασσά μας. Τα συγκεκριμένα μεγαλόσωμα ζώα δεν έχουν “εχθρούς”, οπότε απλώς πολλαπλασιάζονται σε βαθμό που δεν έχουμε ξαναδει», προσθέτει.
Όσο για το ρόλο του αλιέα μέσα σε μια τοπική κοινωνία, ο κύριος Βάλβης σχολιάζει ότι στο παρελθόν «το ψάρεμα ήταν μια κληρονομιά που περνούσε από γενιά σε γενιά, αλλά σήμερα οι νέοι αποφεύγουν τη σκληρή ζωή του αλιέα». Το γεγονός αυτό εξηγεί και τους λόγους για τους οποίους σπανίζουν οι ψαράδες στην Αττική.
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/30/b_26792_or_128e2583-736e-4d54-bead-92d639cb28fa.jpg)
Η προσωπική του ιστορία περιλαμβάνει πολλά από όσα περιμένει κάποιος να ακούσει όταν μαθαίνει για το παιδί μιας πολύτεκνης οικογένειας που στα 10 ακολούθησε τα υπόλοιπα αδέλφια του στα καΐκια. «Ήμασταν μεγάλη οικογένεια, 5 αγόρια και ένα κορίτσι και μεγαλώσαμε πολύ φτωχικά. Ο μπαμπάς μου είχε ένα καϊκάκι και με αυτό τάιζε 10 στόματα. Στα 10 μου τον ακολούθησα όπως έκαναν και οι αδελφοί μου. Δούλευα την νύχτα μέχρι αργά και έτσι δεν μπόρεσα να τελειώσω το σχολείο».
Σήμερα ο κύριος Βάλβης είναι 55 χρονών κι έχει 3 παιδιά. Θυμάται πως όταν ο γιος ήταν μωρό τον έπαιρνε μαζί του βόλτα στη βάρκα. Ωστόσο, αυτό σε καμία δεν σημαίνει ότι επιθύμησε ή επιθυμεί τα παιδιά του να γίνουν. «Καλό είναι να μάθει κανείς ψάρεμα, αλλά ως επάγγελμα είναι χρονοβόρο, βαρύ, με δύσκολα ωράρια και κουραστικό. Δεν έχεις προσωπική ζωή ή ελεύθερο χρόνο όταν είσαι ψαράς. Κάνεις ταξίδια μεσοπέλαγα για μία, δύο, τρεις μέρες σερί, τα καλοκαίρια. Ο μικρότερος γιος μου είναι 14 ετών – στην ηλικία του ήμουν ήδη τεχνήτης, πώς έχουν αλλάξει οι καιροί!».
Αναμνήσεις από το καμαράκι της μηχανής προβολής
Ακόμα και η απλή καταγραφή των κινηματογράφων του Πειραιά -και η αναπόφευκτη σύγκριση με τη σημερινή ένδεια χειμερινών αιθουσών- θα ήταν μια πολύ χρήσιμη συμβολή στη διαφύλαξη της πρόσφατης ιστορίας της πόλης. Όταν όμως έχεις την δυνατότητα να ακούσεις από τα χείλη του Νίκου Σάμιου το χρονικού του χρονικό της ανόδου και της πτώσης ιστορικών κινηματογράφων του Πειραιά, τότε δεν την αφήνεις να πάει χαμένη.
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/30/%CE%91%CE%A0%CE%9F%CE%9B%CE%9B%CE%A9%CE%9D.jpg)
Ο κινηματογράφος Απόλλων, κλειστός εδώ και δεκαετίες, που βρισκόταν στο Πασαλιμάνι.
«Τα 2/3 των ιστορικών κινηματογράφων έχουν κλείσει. Η τεχνολογία αλλάζει, και μαζί της χάνονται επαγγέλματα. Δεν υπάρχει πλέον κανένας κάτω των 50 στην Αττική που να κάνει αυτή τη δουλειά», δηλώνει στο ΒΗΜΑ. Η εμφάνιση των multiplex, η ευκολία πρόσβασης στις ταινίες μέσω του διαδικτύου και η αλλαγή των ψυχαγωγικών συνηθειών του κοινού έφεραν το τέλος της «χρυσής εποχής» του σινεμά. «Ο Πειραιάς είχε κάποτε έναν ζωντανό κινηματογραφικό χάρτη. Τώρα, έχει μείνει μόνο το ΣΙΝΕΑΚ. Για πόσο ακόμα; Θα δείξει», σχολιάζει χαρακτηριστικά ο κύριος Σάμιος.
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/30/thumbnail_%CE%91%CE%A4%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%9F%CE%9D3.jpg)
Ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς κινηματογράφους στον Πειραιά, το Αττικόν, που βρίσκεται μια ανάσα από τον σταθμό του μετρό στο Δημοτικό Θέατρο.
Για τον ίδιο, η τεχνολογική πρόοδος φέρνει αναπόφευκτες αλλαγές, αλλά ταυτόχρονα διαβρώνει την πολιτισμική ταυτότητα της πόλης. «Χάνεται ο πυρήνας μας, η κουλτούρα μας, αυτό που μας κάνει Πειραιώτες», σημειώνει με νοσταλγία. Θεωρεί τον εαυτό του τυχερό, διότι πρόλαβε τη «χρυσή εποχή» των κινηματογραφικών αιθουσών. Η επαγγελματική του διαδρομή μετρά 45 χρόνια μέσα στο καμαράκι της μηχανής προβολής. Τα 25 από αυτά εργάζεται στον Δήμο.
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/30/thumbnail_%CF%87%CE%B1%CE%B9-%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CF%86.jpg)
Ο κινηματογράφος Χάι Λάιφ στεγαζόταν σε ένα από τα πιο διάσημα κτήρια στον Πειραιά, εκεί όπου βρίσκονταν για χρόνια τα γραφεία του ΚΚΕ στην πόλη.
«Από μικρός μπήκα στον χώρο γιατί αγαπούσα το σινεμά κι έχω δει αμέτρητες ταινίες. Δεν έμαθα να δουλεύω μόνο τη μηχανή – αλλά όλη την γκάμα της τότε τεχνολογίας του κινηματογράφου. Σήμερα αυτές οι μηχανές δεν υπάρχουν. Και είναι λογικό. Είναι σαν να συγκρίνεις το καρβουνάκι με τη λάμπα διαρκείας», δηλώνει στο ΒΗΜΑ.
Για μερικούς μήνες μάλιστα, υπήρξε μηχανικούς κινηματογράφου στη Σχολή Ικάρων. Θυμάται ότι κατάφεραν να αναβαθμίσουν το τότε αμφιθέατρο της Σχολής προκειμένου να γίνονται καλύτερες προβολές. «Έτσι, αυξήσαμε το ενδιαφέρον των Ικάρων για την τέχνη του κινηματογράφου», ανακαλεί.
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/30/sc0014.jpg)
Ο κινηματογράφος Καστέλλα είναι μία ακόμα ιστορική αίθουσα του Πειραιά που έχει κλείσει δυστυχώς τις πόρτες της εδώ και πολλά χρόνια. Πλέον λειτουργεί ως γυμναστήριο. Εδώ βλέπουμε διαφημιστικό φυλλάδιο που κυκλοφόρησε στα τέλη της δεκαετίας του ’90.
«Αν θα μπορούσα να ξεχωρίσω μία καθοριστική στιγμή που καταλαβα ότι ο κόσμος του κινηματογράφου άλλαξε μια για πάντα, θα ήταν όταν πρωτοάνοιξαν τα Village Cinemas. Άλλα συστήματα, άλλη τεχνολογία και άλλες απαιτήσεις. Αυτή ήταν η πτώση του επαγγέλματός μας, δυστυχώς», λέει ο κύριος Σάμιος και προσθέτει: «Ακόμη και σήμερα, πόσοι πάνε στους συνοικιακούς κινηματογράφους; Βασικά, πόσοι πάνε σινεμά γενικότερα; Με το που βγαίνει μια ταινία στις αίθουσες, την επομένη τη βρίσκεις στο ίντερνετ. Έχουν πέσει δραματικά τα εισιτήρια, έχουν κλείσει τα σινεμά – όσο κι αν λένε και γράφουν ότι ο Έλληνας μετά την πανδημία πάει στον κινηματογράφο. Τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρη πτώση».
Η δε κατάσταση στον Πειραιά, με την μία μόλις χειμερινή αίθουσα στο κέντρο της πόλης, μοιάζει απελπιστική. «Στον Πειραιά είχαμε τόσους και τόσους ιστορικούς κινηματογράφους, όπως το «Αττικόν», το «Χάι Λάιφ», τον «Απόλλωνα», το «Σπλέντιντ», το «Παλλάς» κ.α.. Συχνά έρχονταν κι από τα περίχωρα για να δουν ταινία. Πλέον οι ιστορικοί κινηματογράφοι της Αττικής παίρνουν ζωή το καλοκαίρι με τα θερινά, αλλά κι αυτό περιορισμένα», επισημαίνει.
Η πολιτισμική ταυτότητα σε κρίση
Η εξαφάνιση των παραδοσιακών επαγγελμάτων δεν αποτελεί απλώς μια οικονομική μεταβολή, αλλά και μια βαθιά κοινωνική και πολιτισμική αλλαγή. Αυτά τα επαγγέλματα ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής και της τοπικής κουλτούρας, δημιουργώντας σχέσεις εμπιστοσύνης και αλληλεπίδρασης μεταξύ των κατοίκων.
Ο Πειραιάς διαμορφώθηκε ως πόλη της εργατικής τάξης, όπου λιμενεργάτες, μηχανουργοί, ναυπηγοξυλουργοί και αχθοφόροι συνέβαλαν στη γέννηση μιας ιδιαίτερης πολιτιστικής φυσιογνωμίας. Τα τεκέδικα, τα στέκια του ρεμπέτικου, οι ιστορικοί κινηματογράφοι και τα καρνάγια του Περάματος συνέδεσαν την καθημερινότητα με την τέχνη, τη μουσική και την εργατική κουλτούρα. Σήμερα, καθώς αυτές οι δραστηριότητες μειώνονται ή εξαφανίζονται, χάνεται και ένα κομμάτι της πολιτισμικής ταυτότητας της πόλης.
Ο Σπύρος Βάλβης το περιγράφει με απλά λόγια: «Ο Πειραιάς ήταν μια πόλη ψαράδων για αιώνες. Τώρα, αυτό αλλάζει και δεν υπάρχει γυρισμός». Όμοια, ο Νίκος Σάμιος αναρωτιέται αν οι εναπομείναντες κινηματογράφοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν στο μέλλον.
Η απώλεια παραδοσιακών επαγγελμάτων δεν είναι απλώς μια οικονομική ή τεχνολογική αλλαγή. Είναι η διάρρηξη μιας συνέχειας που συνδέει τις γενιές. Οι παλιοί ψαράδες, οι κινηματογραφιστές, οι καραβομαραγκοί, οι φαροφύλακες, οι εισπράκτορες εισιτηρίων και τόσοι άλλοι δεν ήταν απλώς εργαζόμενοι, αλλά φορείς μιας ιστορίας που έδωσε ταυτότητα στον Πειραιά. Η εξαφάνιση αυτών των επαγγελμάτων σημαίνει απώλεια εμπειριών, γνώσης και τρόπων ζωής που χαρακτήρισαν την καθημερινότητα της πόλης.
Το φαινόμενο αυτό δεν περιορίζεται στον Πειραιά, αλλά αποτελεί μια πανελλαδική πραγματικότητα. Η βιομηχανοποίηση, η παγκοσμιοποίηση και η είσοδος των μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων έχουν εκτοπίσει πολλούς τεχνίτες και μικρούς επαγγελματίες. Αυτή η αλλαγή επηρεάζει όχι μόνο την οικονομία, αλλά και την πολιτιστική ταυτότητα των τοπικών κοινωνιών, καθώς οι νεότερες γενιές απομακρύνονται από παραδοσιακές δεξιότητες και ασχολίες.
Παρόλα αυτά, η ανάδειξη των χαμένων επαγγελμάτων δεν αρκεί. Η κοινωνία καλείται να βρει τρόπους να διατηρήσει την πολιτιστική κληρονομιά, είτε μέσω εκπαιδευτικών δράσεων, είτε με την αναβίωση στοιχείων της παραδοσιακής ζωής στην καθημερινότητα. Οι ιστορίες των ανθρώπων που ζωντανεύουν μέσα από την πρωτοβουλία «Χαρτογραφώντας τον Πειραιά» μάς υπενθυμίζουν ότι η πολιτιστική ταυτότητα δεν είναι στατική, αλλά διαμορφώνεται συνεχώς, στην προσπάθεια να παραμείνει ζωντανή.
INFO: Η θεματική «Ο ανθρώπινος μόχθος» στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, την οποία επιμελείται ο δημοσιογράφος Γιάννης Κλάδης, συμπεριλαμβάνει ένα κύκλο συναντήσεων με επαγγελματίες από χώρους και κλάδους που χάνονται στο χρόνο. Πληροφορίες για τις επόμενες συναντήσεις αλλά και όλες τις παραστάσεις και τις δράσεις του ΔΘΠ θα βρείτε εδώ.
tovima