Πέμπτη 05 Δεκεμβρίου 2024 -

Ασφαλιστική ενημερότητα και με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα Ταμεία



Την έκδοση ασφαλιστικής ενημερότητας στους οφειλέτες των Ταμείων, υπό την προϋπόθεση να καταβάλλουν εμπρόθεσμα τις τρέχουσες εισφορές, από 1ης Ιανουαρίου 2017 και εφ’ εξής, διαπραγματεύεται με τους εκπροσώπους των δανειστών η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας.

Η κακή πορεία των εσόδων από τις τρέχουσες ρυθμίσεις, καθώς τους τελευταίους μήνες πολλαπλασιάζονται επικίνδυνα όσοι σταματούν να εξυπηρετούν τις δόσεις τους και βγαίνουν εκτός διακανονισμού, αλλά και ο φόβος κατάρρευσης του εγχειρήματος αλλαγής στον τρόπο υπολογισμού των εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες από την επόμενη χρονιά, οδηγούν την κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας σε λύσεις «ανάγκης».

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», ο αρμόδιος υφυπουργός Εργασίας Τάσος Πετρόπουλος εδώ και μήνες διαπραγματεύεται με τους εκπροσώπους των δανειστών το συγκεκριμένο σχέδιο διάσωσης των Ταμείων και κυρίως του ΟΑΕΕ, που προβλέπει μεταξύ άλλων το «πάγωμα» των ληξιπρόθεσμων οφειλών και την εξασφάλιση ασφαλιστικής ενημερότητας στους ελεύθερους επαγγελματίες, που από την αρχή του επόμενου χρόνου θα πληρώνουν τις τρέχουσες εισφορές τους εντός των προβλεπόμενων χρονοδιαγραμμάτων.

Οσο για τις οφειλές, αυτές θα διακανονιστούν σε δεύτερο χρόνο. Στόχος του υπουργείου είναι να προχωρήσει σε συνεννόηση με τους εκπροσώπους των θεσμών, σε μια ρύθμιση α λα καρτ, όπου θα σταθμίζονται κάθε φορά οι πραγματικές δυνατότητες του οφειλέτη κι έτσι να καθορίζεται το ύψος και ο αριθμός των δόσεων.

Η αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων έχει οριστεί ως η μητέρα των μαχών για το υπουργείο Εργασίας. Για τον λόγο αυτό επιδιώκεται η με κάθε τρόπο είσπραξη των τρεχουσών μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών, καθώς σε αντίθετη περίπτωση τα έσοδα θα κατέρρεαν και η ενεργοποίηση νέου «κόφτη» στις συντάξεις θα ήταν προ των πυλών.

Αλλωστε, είναι πλέον ορατές οι ενδείξεις για νέο κύμα παύσης πληρωμών από τους ελεύθερους επαγγελματίες, εξαιτίας κυρίως της δυσανάλογα μεγάλης φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης, όπως αυτή καθορίστηκε στον πρόσφατο ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου. Ηδη, σχεδόν ένας στους δύο οφειλέτες που εντάχθηκαν στη ρύθμιση των 100 δόσεων έχει απενταχθεί και αδυνατεί να ενταχθεί στην πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων, με αποτέλεσμα οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί να δεσμεύονται.

Σύμφωνα με πληροφορίες, εάν οι οφειλέτες του ΟΑΕΕ που δεν έχουν ενταχθεί σε κάποια ρύθμιση ξεκινήσουν να πληρώνουν τις τρέχουσες εισφορές τους, τα έσοδα του Ταμείου θα αυξηθούν σε ετήσια βάση κατά τουλάχιστον 350 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 40% της ετήσιας κρατικής χρηματοδότησης προς το Ταμείο.

Η διαπραγμάτευση με τους εκπροσώπους των δανειστών, οι οποίοι στο παρελθόν ήταν αρνητικοί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ξεκίνησε σχεδόν αμέσως μετά την ψήφιση του ασφαλιστικού νόμου και πλέον, οι διαπραγματεύσεις έχουν φθάσει σε «ικανοποιητικό σημείο», σύμφωνα με ανθρώπους που συμμετέχουν σε αυτές.

Εφόσον η πρόταση γίνει αποδεκτή από τους δανειστές, και ο οφειλέτης εξυπηρετεί απρόσκοπτα τις τρέχουσες εισφορές του, θα εντάσσεται σε διαδικασία διακανονισμού και των «παγωμένων» ληξιπρόθεσμων οφειλών του παρελθόντος. Θα επιδιωχθεί μια «εξατομικευμένη» ρύθμιση και οι δόσεις θα καθορίζονται με βάση το συνολικό προφίλ του οφειλέτη, για τον καθορισμό του οποίου θα λαμβάνονται υπόψη, για παράδειγμα, το πότε δημιουργήθηκαν τα χρέη και ποιες προσπάθειες διακανονισμού έγιναν στο παρελθόν. Στο τραπέζι παραμένουν και οι προτάσεις για το «πάγωμα» σε συνδυασμό με μείωση του ασφαλιστικού χρόνου, κατά τον οποίο δεν καταβλήθηκαν εισφορές, καθώς και για παρακράτηση της όποιας οφειλής από τη σύνταξη (ισχύει ήδη για χρέη έως 20.000 ευρώ). Καθώς μάλιστα η προώθηση μιας τέτοιας λύσης θα άνοιγε την πόρτα εξόδου από τις τρέχουσες ρυθμίσεις όσων με ιδιαίτερη δυσκολία παραμένουν συνεπείς και εξυπηρετούν τις δόσεις τους παράλληλα με τις τρέχουσες εισφορές, στο υπουργείο Εργασίας εξετάζουν επιπλέον κίνητρα για να διατηρηθούν ζωντανές αυτές οι ρυθμίσεις. Σε κάθε περίπτωση, όπως εξηγούν στην «Κ» αρμόδια στελέχη, η έξοδος από τη ρύθμιση συνεπάγεται και προσαύξηση της οφειλής, καθώς δεν ισχύει η έκπτωση που προβλέπεται στις τρέχουσες ρυθμίσεις.