Την άρση των περιορισμών, τους οποίους έχει θέσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) στις δημοπρασίες προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας, τύπου «ΝΟΜΕ», συνεχίζει να ζητά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στην τελευταία δημοπρασία του Οκτωβρίου, δικαίωμα συμμετοχής είχαν όσες εταιρείες διέθεσαν στην εγχώρια αγορά το 30% του φθηνού ρεύματος που είχαν αγοράσει στις προηγούμενες δημοπρασίες «ΝΟΜΕ».
Το όριο του 30% σε αυτή τη φάση επελέγη προκειμένου να μην βρεθούν αιφνιδιαστικά εκτός ΝΟΜΕ μικροί προμηθευτές που διέθεσαν υψηλά ποσοστά στις εξαγωγές, στους οποίους δίνεται ουσιαστικά ένα διάστημα προσαρμογής μέχρι τις επόμενες δημοπρασίες του 2018. Για τις δημοπρασίες του πρώτου εξαμήνου του 2018, το όριο του 30% αυξάνεται στο 50% για τους παρόχους που συμμετέχουν τουλάχιστον ένα έτος στον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό και στις δημοπρασίες του δεύτερου εξαμήνου του 2018, το όριο για την ίδια κατηγορία προμηθευτών αυξάνεται στο 70%.
Για τους νεοεισερχόμενους προμηθευτές, όσους δηλαδή δεν έχουν συμπληρώσει ένα χρόνο δραστηριότητας στην εσωτερική αγορά, το ποσοστό που πρέπει να διαθέσουν στην εγχώρια αγορά για να συμμετάσχουν στη δημοπρασία θα παραμείνει στο 30%.
Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση της ΡΑΕ, το συγκεκριμένο ποσοστό θα φτάσει στο 50% το πρώτο εξάμηνο του 2018 και το 70% το δεύτερο εξάμηνο του ίδιου χρόνου. Στόχος της Αρχής είναι να «φρενάρει» τις εταιρείες (κυρίως traders και όχι προμηθευτές) να πουλήσουν το φθηνό ρεύμα που αγοράζουν από τις δημοπρασίες, σε προνομιακές τιμές στις αγορές του εξωτερικού.
Όπως επισημαίνουν πηγές της ΡΑΕ στο ΒΗΜΑ, σε συνάντηση που είχαν την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή με εκπροσώπους της Κομισιόν _ στο περιθώριο της επίσκεψης του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιου για την Ενεργειακή Ένωση, Μάρος Σέφκοβιτς στην Αθήνα, υπήρχαν πιέσεις προκειμένου να καταργηθούν οι σχετικοί περιορισμοί.
Μια σκέψη είναι να μην καταργηθούν οι περιορισμοί, αλλά να τροποποιηθεί η απόφαση της ΡΑΕ για τις δημοπρασίες του 2018, πάντα με το σκεπτικό το φθηνό ρεύμα που αγοράζουν οι προμηθευτές από τις δημοπρασίες να διοχετεύεται προς όφελος των καταναλωτών της εγχώριας αγοράς και όχι στις αγορές του εξωτερικού, ώστε να βοηθήσει και στο άνοιγμα της αγοράς.