Ησημειολογία της συνάντησης του Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν ήταν ισχυρή. Αγκαλιάστηκαν σαν δύο φίλοι στην υποδοχή και στην αποφώνηση των δηλώσεών τους. Ο πρώτος στάθηκε μπροστά από την ελληνική και τη σημαία της ΕΕ και ο άλλος μπροστά από την τουρκική. Δεξιά και αριστερά του πόντιουμ υπήρχαν δύο μπάνερ τα οποία υπενθύμιζαν ότι η Ελλάδα θα είναι μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τα επόμενα δύο χρόνια. Μια διόλου άσχημη διαπραγματευτική θέση για τη χώρα μας σε μια πολυσύνθετη διεθνή και περιφερειακή συγκυρία, στην οποία ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει να θέλει ξανά να προσεγγίσει την Ευρώπη. Κανένας δεν περίμενε να κάνουν οι δύο πλευρές το άλμα σε αυτή τη συνάντηση, άλλωστε δεν έγινε ούτε ένα μικρό βήμα. «Δεν είναι δυνατόν μέσα σε 16 μήνες να λύσουμε προβλήματα δεκαετιών» παρατήρησε αργότερα ο Γ. Γεραπετρίτης.
Η κοινή επιδίωξη ήταν να μείνουν ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας, να αντιμετωπίζονται οι κρίσεις πριν ξεσπάσουν, να διατηρηθούν τα ήρεμα νερά. Λίγο μετά τη νίκη Τραμπ, προτού ο νέος αμερικανός πρόεδρος ανοίξει τα χαρτιά της εξωτερικής πολιτικής του, δεν θα ήταν κατανοητή η βιασύνη και μάλιστα σε προβλήματα που χρονίζουν. Αλλά και ότι έγινε η συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών σε μια τέτοια στιγμή δεν είναι λίγο και σηματοδοτεί την επιθυμία τους να συνεχιστεί ο διμερής διάλογος ανεξαρτήτως των διεθνών και περιφερειακών εξελίξεων.
Η φωτογραφία της ασυνήθιστης συνάντησης Ερντογάν, Μητσοτάκη, Ράμα και Χριστοδουλίδη συμβόλισε περισσότερα από όσα ίσως είπαν οι τέσσερις ηγέτες και επηρέασε το κλίμα της συνάντησης στην Αθήνα. Αφότου αυτή πραγματοποιήθηκε, από τη Βουδαπέστη που βρισκόταν για την άτυπη Σύνοδο Κορυφής, ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι «υπάρχει ένα καλό κλίμα πάνω στο οποίο μπορούμε να οικοδομήσουμε, αλλά ακόμα δεν υπάρχει ένα κοινό πλαίσιο προκειμένου να συζητήσουμε τη μία μεγάλη διαφορά μας με την Τουρκία που δεν είναι άλλη από την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο».
Αιγαίο, Κυπριακό και Ανατ. Μεσόγειος
Ως προς αυτό το ζήτημα, ο Γ. Γεραπετρίτης δήλωσε ότι «οι θέσεις μας αφίστανται», παρότι αξιολογήθηκαν οι προϋποθέσεις για την εκκίνηση μιας ουσιαστικής συζήτησης, και ο τούρκος ομόλογός του τόνισε ότι «πρέπει να φερόμαστε ρεαλιστικά και να κάνουμε σωστή διάγνωση των προβλημάτων», τα οποία είναι «αλληλένδετα» και «δεν μπορούμε να τα προσεγγίζουμε μόνο μέσω της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ». Επίσης, έκανε λόγο για «δίκαιο διαμοιρασμό στην Ανατολική Μεσόγειο». Πρόσωπα που γνωρίζουν καλά τον τρόπο που σκέπτεται η Τουρκία εξηγούν ότι οι αναφορές σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο «μεταφράζονται» στον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει η γειτονική χώρα τις δύο περιοχές, η οποία υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβιβαστεί υπέρ της Ελλάδας στο Αιγαίο αν διαπίστωνε ότι και η Ελλάδα έχει ανάλογη αντίληψη για τα δικαιώματα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα ίδια πρόσωπα εκτιμούν ότι η αναφορά του Χ. Φιντάν ότι το Κυπριακό θα πρέπει να συζητηθεί με βάση την πραγματικότητα στο νησί και ότι «το μοντέλο της ομοσπονδίας δεν υπάρχει πλέον», αλλά ότι ο διάλογος θα πρέπει να συνεχιστεί, ίσως να σημαίνει λύση δύο κρατών, ίσως δύο κράτη με ισότιμη εσωτερική κυριαρχία και ενιαία φωνή στην ΕΕ.
Στο σημείο που βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι διαβουλεύσεις είναι δύσκολο να αποσαφηνιστεί η ακριβής θέση της Τουρκίας για το Κυπριακό, μολονότι διπλωματικές πηγές επιμένουν ότι εξελίσσεται ικανοποιητικά, με τη συνδρομή της Αγκυρας που δεν είχε κανέναν λόγο να μπει στη συζήτηση, αλλά το έκανε εξαιτίας του θερμότερου κλίματος στον ελληνοτουρκικό διάλογο. Επιπλέον, ο Χ. Φιντάν που ήταν κάθετος στο συγκεκριμένο θέμα δέχθηκε να ξεκινήσει ένας επί της ουσίας διάλογος.
Παράθυρο Φιντάν για ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα
Οι δύο υπουργοί Εξωτερικών φρόντισαν να αναφερθούν εκτενώς στην αισιόδοξη πλευρά του σχεδόν διετούς μορατόριουμ: ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων, τουρισμός, πολιτιστική κληρονομιά, συνεργασία στο Μεταναστευτικό, στην πολιτική προστασία κ.ά. Για την ελληνική πλευρά δύο ήταν τα μεγάλα οφέλη από τη συνάντηση της Παρασκευής. Το πρώτο, ότι εδραιώθηκαν οι θετικές δράσεις, το καλό κλίμα και συμφωνήθηκε να ενισχυθούν οι «μονάδες» αποσυμπίεσης των εντάσεων. Το δεύτερο, ότι ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών δεν έκλεισε την πόρτα για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο μέλλον, παρότι ο Γ. Γεραπετρίτης ήταν κατηγορηματικός ότι χρειάζεται περαιτέρω νομιμοποίηση για να εισέλθει σε συζήτηση για το πιο καυτό θέμα της ελληνοτουρκικής ατζέντας.
Στη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν διαπιστώθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, το υψηλό επίπεδο κατανόησης των δύο πλευρών για μια σειρά διεθνών και περιφερειακών ζητημάτων, τα οποία αφορούσαν τη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία, τον Καύκασο και την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Η ελληνική πλευρά διατηρεί την ανησυχία της για τα εξοπλιστικά, μολονότι αντιλαμβάνεται ότι η σχέση Τραμπ – Ερντογάν δεν είναι αυτή που ήταν εξαιτίας της σκληρής στάσης της Τουρκίας απέναντι στο Ισραήλ.
Ωστόσο, και η ελληνική και η τουρκική πλευρά προβληματίζονται έντονα για την παρεμβατική πολιτική στην οικονομία και την επιβολή δασμών που προανήγγειλε ο Τραμπ, που αναμένεται να αυξήσουν τον πληθωρισμό διεθνώς. Μάλιστα, ήταν τόσο μεγάλο το ενδιαφέρον ανταλλαγής απόψεων για αυτά τα ζητήματα ώστε ανατράπηκε το πρόγραμμα της συνάντησης και ενώ είχε συμφωνηθεί μία ώρα κατ’ ιδίαν συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών και μία ώρα γεύμα, εξελίχθηκε σε δύο ώρες κατ’ ιδίαν συνάντηση, με αποτέλεσμα η συνεργασία των δύο αντιπροσωπειών να διαρκέσει μόνο μισή ώρα, και δύο ώρες γεύμα.
Οι επόμενες συναντήσεις
Το χρονοδιάγραμμα των επόμενων συναντήσεων έχει, προς το παρόν, τρεις σταθμούς. Στις 2-3 Δεκεμβρίου θα συναντηθούν οι αντιπροσωπείες για τη συνέχιση του πολιτικού διαλόγου και για τη θετική ατζέντα.
Στις αρχές του 2025, τέλος Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου, θα συγκληθεί το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ) Ελλάδας – Τουρκίας στην Αγκυρα, το οποίο περιλαμβάνει και συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν. Πριν ή μετά το ΑΣΣ αναμένεται να συναντηθούν ξανά οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών προκειμένου να συζητήσουν ξανά τα θέματα που τέθηκαν στη συνάντηση της Παρασκευής. Την Τρίτη ο Γ. Γεραπετρίτης θα ενημερώσει την Επιτροπή Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής για όσα συζήτησε με τον ομόλογό του, προκειμένου να καθησυχάσει τις ανησυχίες της αντιπολίτευσης για τυχόν αποστασιοποίηση της Ελλάδας από το Διεθνές Δίκαιο.