Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024 -

20.000 σπίτια διεκδικεί το Δημόσιο



«Σας αποστέλλουμε αντίγραφο της υποβληθείσας ένστασης από την Υπηρεσία μας στο Κτηματολογικό Γραφείο Ψυχικού Αττικής για ενημέρωσή σας. Προβάλλουμε ίδιο δικαίωμα κυριότητας, καθώς πρόκειται για δάση, δασικές εν γένει και χορτολιβαδικές εκτάσεις, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν σε σχέδιο πόλης και ενώ απώλεσαν τον δασικό τους χαρακτήρα, δεν έπαψαν να είναι δημόσια κτήματα, εφόσον δεν έχουν αναγνωριστεί ως ιδιωτικές».

Τα παραπάνω αναγράφονται σε ένα από τα δεκάδες χιλιάδες «ραβασάκια» (υπολογίζονται σε πάνω από 20.000 μόνο στην περιοχή της Αττικής) που έχουν λάβει από τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας, τις τελευταίες εβδομάδες έκπληκτοι πολίτες, κατά κύριο λόγο ιδιοκτήτες διαμερισμάτων σε περιοχές όπως το Ψυχικό, το Γαλάτσι, η Νέα Ιωνία, το Ν. Ηράκλειο και το Περιστέρι.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει δημοσίευμα της «Καθημερινής», πρόκειται για ένα μαζικό κύμα διεκδίκησης ιδιωτικών περιουσιών από την πλευρά του Δημοσίου, που προέρχεται από τη Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας και Κοινωφελών Περιουσιών της παραπάνω υπηρεσίας, στο πλαίσιο της διαδικασίας κτηματογράφησης. Συνολικά, εκτιμάται ότι έχουν αποσταλεί πάνω από 20.000 ειδοποιητήρια τους τελευταίους μήνες σε σειρά δήμων της Αττικής.

Στην περίπτωση του Ψυχικού, έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 717 ενστάσεις του Δημοσίου, απέναντι σε αντίστοιχο αριθμό ΚΑΕΚ (πρόκειται για την ταυτότητα που παίρνει κάθε δικαίωμα επί ακινήτου που εγγράφεται στο Κτηματολόγιο). Μόλις πριν από λίγες ημέρες, ο αντιδήμαρχος Τεχνικού Τομέα του Δήμου Φιλοθέης - Ψυχικού, κ. Αλέξανδρος Καριώτης, αποκάλυψε μέσω του προσωπικού του λογαριασμού σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι το τελευταίο διάστημα, δικαστικός κλητήρας μοιράζει στους κατοίκους της περιοχής τις κοινοποιήσεις για την εκδίκαση της ένστασης. Σημειώνει, δε, ότι ο δήμος έχει αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες, σε συνεργασία με τους δημότες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, το οποίο άπτεται του ρυμοτομικού σχεδίου του Ψυχικού και του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των ακινήτων της περιοχής.
Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η Διεύθυνση Δασών Ανατολικής Αττικής, εφαρμόζοντας το γράμμα του νόμου, θεωρεί πως όταν εντάχθηκε η περιοχή στο σχέδιο πόλης, τη δεκαετία του 1920, ήταν δασική. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν μηχανικοί, όλες οι περιοχές της χώρας που εντάχθηκαν στο σχέδιο πριν από το 1975, δηλαδή πριν από τη θέσπιση του πιο πρόσφατου Συντάγματος που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα (μετά και τις αναθεωρήσεις που έχουν μεσολαβήσει έκτοτε), αποτελούν ιδιοκτησία του Δημοσίου, καθώς ναι μεν έχουν απολέσει τον δασικό τους χαρακτήρα, όχι όμως και τον δημόσιο, διότι δεν έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις αποχαρακτηρισμού (με βάση τα όσα ορίζει η σημερινή νομοθεσία).
Αυτό προκύπτει λόγω του ότι οι δήμοι δεν ήταν υποχρεωμένοι μέχρι το 1975 να ζητούν γνωμοδότηση και έγκριση από τα κατά τόπους δασαρχεία για την ένταξη περιοχών τους στο σχέδιο πόλης. Σήμερα, λοιπόν με αφορμή τη διαδικασία της κτηματογράφησης, τα κατά τόπους δασαρχεία στέλνουν στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας τις περιοχές που, κατά την κρίση τους (και με βάση τις αμφιβόλου αξιοπιστίας αεροφωτογραφίες της περιόδου 1945 - 1960), ήταν δάση στο παρελθόν. «Ουσιαστικά, εφαρμόζεται ο κανόνας τού μία φορά δάσος, πάντα δάσος, ή μία φορά δημόσιο, πάντα δημόσιο, ακόμα κι αν οι συνθήκες έχουν μεταβληθεί στο μεσοδιάστημα, κάτι απολύτως φυσιολογικό, λόγω της ανάπτυξης της χώρας», σημειώνει χαρακτηριστικά μηχανικός που έχει κληθεί να χειριστεί αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν.
Λόγω γραφειοκρατίας
Γιατί όμως το Δημόσιο δεν απέχει από μια τέτοια κίνηση διεκδίκησης, που ουσιαστικά ταλαιπωρεί τους πολίτες, δεδομένου ότι θεωρείται εξαιρετικά αμφίβολο να του κατακυρωθεί η ιδιοκτησία χιλιάδων διαμερισμάτων (γιατί περί διαμερισμάτων πρόκειται στην πλειονότητα των περιπτώσεων); Ο λόγος είναι καθαρά γραφειοκρατικού χαρακτήρα.

«Ουσιαστικά, πρόκειται για υποχρέωση των υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια. Από τη στιγμή που το αρμόδιο δασαρχείο τούς κοινοποιεί ότι τα παραπάνω δικαιώματα έχουν δημόσιο χαρακτήρα, οι υπηρεσίες οφείλουν να προχωρήσουν σε ενστάσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να κατηγορηθούν για απιστία και για μη προάσπιση των συμφερόντων του δημοσίου!

Ως εκ τούτου, παρά το γεγονός ότι και το ίδιο το Δημόσιο δηλαδή γνωρίζει ότι οι ενστάσεις στις οποίες προχωρεί είναι, σε συντριπτικό ποσοστό, άνευ ουσίας και εκ των προτέρων χαμένες, συνεχίζεται η ίδια πρακτική, αντί να ληφθεί κάποια σχετική νομοθετική μέριμνα. Την ίδια στιγμή, οι ιδιοκτήτες καλούνται να προχωρήσουν σε νομικά έξοδα, προκειμένου να έχουν την απαιτούμενη νομική συνδρομή για την απόδειξη του αυτονόητου, ότι δηλαδή είναι οι νόμιμοι κάτοχοι της περιουσίας τους, η οποία μάλιστα έχει αποτελέσει και αντικείμενο βαρύτατης φορολογικής επιβάρυνσης τα τελευταία χρόνια, από το ίδιο το κράτος που τώρα εμφανίζεται να τη διεκδικεί.