Παρασκευή 08 Νοεμβρίου 2024 -

Ο λοιμός της Αθήνας



Ένα μεγάλο μυστήριο της Παγκόσμιας Ιστορίας αποκαλύφθηκε από εφαρμογές της τεχνολογίας ανάλυσης DNA σε υλικό από δόντια. Πρόκειται για την αιτία που προκάλεσε τον Λοιμό της Αθήνας και τον θάνατο του Περικλή.

Βρισκόμαστε στην Αθήνα του 430 π.Χ. Η Αθηναϊκή Ηγεμονία στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο, που αποτελούσε μεγάλο μέρος του γνωστού κόσμου, αμφισβητείται ιδιαίτερα έντονα. Η Αθήνα βρίσκεται για δεύτερο συνεχή χρόνο σε εμπόλεμη κατάσταση με την συμμαχία της Σπάρτης, στην εμφύλια σύρραξη που έχει μείνει γνωστή στην Ιστορία ως Πελοποννησιακός Πόλεμος. Αν και στην θάλασσα η Αθήνα προς το παρόν κυριαρχεί, στην ξηρά τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η ύπαιθρος της Αττικής έχει ερημώσει και ο πληθυσμός της έχει συγκεντρωθεί εντός των μακρών τειχών της Αθήνας, η οποία πολιορκείται πλέον από τους Σπαρτιάτες. Είμαστε μόλις στην αρχή του τριακονταετούς διάρκειας Πελοποννησιακού Πολέμου, η έκβαση του οποίου φαίνεται ακόμη αβέβαιη. Ένας αστάθμητος παράγοντας, όμως, θα μεταβάλει την ισορροπία των δυνάμεων μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Πρόκειται για την εκδήλωση μίας ιδιαίτερα φονικής επιδημίας, γνωστής ως μεγάλου Λοιμού της Αθήνας.

 

Το κρανίο της φωτογραφίας βρέθηκε σε ομαδική ταφή, στο αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού. Ανήκε σ ένα παιδί ηλικίας έντεκα περίπου ετών με χαρακτηριστικά θήλεος ατόμου. Οι αρχαιολόγοι έδωσαν στο κορίτσι αυτό το όνομα «Μύρτις». Πρόκειται για το μοναδικό παιδικό κρανίο που φέρει τη μόνιμη οδοντοφυΐα και μερικά νεογιλά δόντια.

Είναι γεγονός ότι η πορεία της Ιστορίας πολλών πολιτισμών της αρχαιότητας επηρεάστηκε σημαντικά από την εμφάνιση επιδημιών. Μεταξύ αυτών, ο Λοιμός της αρχαίας Αθήνας αναμφισβήτητα αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους παράγοντες που συνέβαλαν στην έκβαση του Πελοποννησιακού Πολέμου, επισπεύδοντας την κατάρρευση του Χρυσού Αιώνα και της αθηναϊκής κυριαρχίας στην Μεσόγειο. Ο Λοιμός ξέσπασε κατά την πολιορκία της Αθήνας από τους Σπαρτιάτες, στην αρχή του καλοκαιριού του 430 π.Χ., και, μέχρι το καλοκαίρι του 428 π.Χ., κυριολεκτικά αποδεκάτισε τον πληθυσμό της πόλης. Έπειτα από μία βραχεία περίοδο ύφεσης, η επιδημία ξέσπασε ξανά στην διάρκεια του χειμώνα του 427 π.Χ. και διήρκεσε μέχρι τον χειμώνα του 426 π.Χ. Υπολογίζεται ότι περίπου ένας στους τρεις κατοίκους της Αθήνας χάθηκε από την επιδημία, μεταξύ των οποίων και ο ηγέτης της πόλης, ο Περικλής. Η απώλεια λόγω της επιδημίας μεγάλου μέρους του ανθρώπινου δυναμικού και σημαντικού τμήματος της στρατιωτικής ισχύος της ακέφαλης πλέον από χαρισματικούς ηγέτες Αθήνας, σε συνδυασμό με την κατακόρυφη πτώση του ηθικού των επιζώντων πολιτών της, οδήγησε σε σημαντικά λάθη πολιτικών και στρατιωτικών επιλογών από την ηγεσία της πόλης, που κατέληξαν στην ήττα και στην συνθηκολόγηση άνευ όρων. Έπειτα από αυτήν την ατυχή κατάληξη του πολέμου η Αθήνα δεν ανέκτησε στο μέλλον ξανά έστω και μέρος της ισχύος και της αίγλης της.

Η αιτία που προκάλεσε τον Λοιμό της Αθήνας αποτελούσε μέχρι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της Ιστορίας της Ιατρικής. Τα μοναδικά δεδομένα, σχετικά με την αιτία του Λοιμού, περιορίζονται στις αφηγήσεις του μεγάλου αρχαίου ιστορικού του 5ου αιώνα π.Χ., του Θουκυδίδη, που προσβλήθηκε ο ίδιος από την νόσο, αλλά επέζησε. Στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Θουκυδίδης περιγράφει με αρκετή ακρίβεια τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Αθήνα την περίοδο του Λοιμού, καθώς και τα κύρια σημεία και συμπτώματα της νόσου.

Θεωρίες για την αιτία του Λοιμού

Στηριζόμενοι στην περιγραφή του Θουκυδίόόδη, πολλοί κορυφαίοι επιστήμονες από όλο τον κόσμο, έχουν κατά καιρούς διατυπώσει μία σειρά θεωριών και υποθέσεων, χωρίς όμως να έχουν καταφέρει να καταλήξουν σε ασφαλή συμπεράσματα για την αιτία που προκάλεσε τον Λοιμό της Αθήνας. Οι διάφορες θεωρίες για την αιτία του Λοιμού αναφέρονται συνοπτικά στον Πίνακα 1. Η αδυναμία τεκμηρίωσης οποιασδήποτε υπόθεσης σχετικά με την αιτία του Λοιμού οφείλεται στην δυσχέρεια ταυτοποίησης ενός μεμονωμένου ή συνδυασμού παθογενετικών παραγόντων ως αιτία, της επιδημίας, η οποία με βάση την κλινική εικόνα που περιγράφεται από τον Θουκυδίδη δεν ταιριάζει σε καμία από τις σύγχρονες μορφές λοιμώξεων. Αν και η αξιοπιστία και η ακρίβεια των αναφορών του Θουκυδίδη στον Λοιμό της Αθήνας δεν αμφισβητούνται, πρέπει να επισημανθεί ότι συνέγραψε την περίφημη Ιστορία του περίπου 10 χρόνια αργότερα από την περίοδο όπου συνέβησαν τα γεγονότα. Μάλιστα, καθώς ο ίδιος δεν διέθετε εξειδικευμένες γνώσεις ιατρικής*, θα μπορούσε να έχει δώσει έμφαση σε ορισμένα σημεία και συμπτώματα της νόσου που τον εντυπωσίασαν περισσότερο, σε βάρος άλλων, που όμως μπορούν να αποτελούν παθογνωμονικά χαρακτηριστικά για συγκεκριμένες παθήσεις. Εξ άλλου η ίδια νόσος είναι δυνατόν να μην εκδηλώνεται με τον ίδιο τρόπο σήμερα όπως στην αρχαιότητα.


Αεροφωτογραφία της περιοχής του Κεραμεικού, με τον αρχαιολογικό χώρο αυτού (αριστερά) και το νεκροταφείο του (πάνω δεξιά).

Πίνακας

Παρακάτω, αναφέρονται (με αλφαβητική σειρά) οι λοιμώδεις νόσοι, οι οποίες έχουν κατά καιρούς υποστηριχθεί ως οι κύριες αιτίες του Λοιμού της Aθήνας:

Άνθρακας 
Βουβωνική πανώλη 
Γρίπη 
Γρίπη με επιπλοκή από Σύνδρομο τοξικού shock
Ελονοσία
Έμπολα
Εφιδρωτική νόσος
Εργοτισμός
Ερυσίπελας
Ιλαρά
Κίτρινος πυρετός με επιπλοκή  από σκορβούτο
Μάλις
Μηνιγγίτιδα
Οστρακιά κακοήθης
Πυρετός Lassa
Πυρετός Rift Valley
Σκορβούτο
Σύνδρομο τοξικού shock
∆ουλαραιμία
Τροφική τοξική αλευκία
Τυφοειδής πυρετός
Τύφος
∆ύφος με επιπλοκή πανώλης/δυσεντερίας/κίτρινου πυρετού
Χολέρα
 
 

Η τεκμηρίωση των θεωριών και των διαγνωστικών υποθέσεων της αιτίας του Λοιμού της Αθήνας θα μπορούσε ίσως να καταστεί εφικτή με την σύγχρονη μεθοδολογία μοριακής γενετικής, με την προϋπόθεση της ανακάλυψης και κατάλληλης μελέτης παλαιοπαθολογικού υλικού, η ανάλυση του οποίου ενδεχομένως θα οδηγούσε σε αναδρομική ασφαλή διάγνωση του παθογόνου παράγοντα που προκάλεσε την επιδημία. Τέτοιου είδους μελέτες έχουν πραγματοποιηθεί σε αρχαιολογικό σκελετικό υλικό της ιστορικής περιόδου του Μεσαίωνα, αλλά και αρχαιότερων πολιτισμών, όπως της Αρχαίας Αιγύπτου ή των αρχαίων πολιτισμών της Κεντρικής και Νοτίου Αμερικής.


Τμήμα της ανασκαφής.

Η έρευνα στον τάφο του Κεραμεικού

Το απαραίτητο σκελετικό υλικό για την πραγματοποίηση μίας αντίστοιχης έρευνας σε θύματα του Λοιμού της Αθήνας ανακαλύφθηκε σε σχετικά πρόσφατη αρχαιολογική ανασκαφή της περιόδου 1994-5, που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή του αρχαίου νεκροταφείου της Αθήνας, στον Κεραμεικό. Στην ανασκαφή αυτή ανακαλύφθηκε ένας ομαδικός τάφος ακανόνιστου σχήματος (6,5 μ, μήκους και 1,6 μ. βάθους) που περιείχε περίπου 150 νεκρούς, μεταξύ των οποίων και αρκετά παιδιά. Ο ομαδικός αυτός τάφος χρονολογήθηκε με την αξιολόγηση των αρχαιολογικών ευρημάτων μεταξύ 430-426 π.Χ., δηλαδή περίπου στην εποχή κατά την οποία ξέσπασε ο Λοιμός της Αθήνας.


Το σχέδιο της πρώτης ομαδικής ταφής.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αρχαιολόγων, ο συγκεκριμένος τάφος δεν είχε μνημειακό χαρακτήρα, καθώς τα σώματα των νεκρών βρέθηκαν στοιβαγμένα σε θέσεις που υποδήλωναν ότι θάφτηκαν βιαστικά, χωρίς την συνηθισμένη φροντίδα που επέβαλλε ο σεβασμός των αρχαίων στους νεκρούς. Με βάση τα ευρήματα αυτά, ομάδα Ελλήνων επιστημόνων διατύπωσε την θεωρία ότι πρόκειται για θύματα του Λοιμού της Αθήνας. Σύμφωνα με την υπόθεση εργασίας, η μελέτη του συγκεκριμένου σκελετικού υλικού, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να βοηθήσει στην διάγνωση της αιτιολογίας της επιδημίας.

Αποτελέσματα της γενετικής έρευνας

Τα αποτελέσματα της ερευνητικής μελέτης της ομάδας αυτής στο αρχαιολογικό υλικό του ομαδικού τάφου του Κεραμεικού δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στην Ιατρική Επιθεώρηση International Journal of Infectious Diseases. Στην εργασία αυτή περιγράφεται η μέθοδος που ακολουθήθηκε για την διερεύνηση του παθογόνου μικροβιακού παράγοντα που προκάλεσε τον Λοιμό της Αθήνας. Ως υλικό της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν ακέραια δόντια που εξήχθησαν από τρεις τυχαία επιλεγμένους νεκρούς του ομαδικού τάφου του Κεραμεικού.


Στην μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τρία δόντια τυχαία επιλεγμένα από διαφορετικούς νεκρούς του ομαδικού τάφου του Kεραμεικού με αυστηρή προϋπόθεση επιλογής τους την μακροσκοπική και ακτινογραφική ακεραιότητα της εσωτερικής (πολφικής) τους κοιλότητας ώστε να μηδενισθεί ο κίνδυνος επιμόλυνσής της από περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Η επιλογή δοντιών ως υλικό της μελέτης έγινε με βάση το επιστημονικά τεκμηριωμένο γεγονός ότι μετά τον θάνατο τα δόντια διατηρούνται ακέραια για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα, διατηρώντας τον περιεχόμενο πολφικό θάλαμό τους στεγανό, ενώ ο πολφικός ιστός στο εσωτερικό των δοντιών παραμένει ανεπηρέαστος  από εξωτερικές επιμολύνσεις. Έτσι, έχει αποδειχθεί ότι η ανάλυση του DNA του πολφού δοντιών μπορεί να οδηγήσει στην αναδρομική διάγνωση ακόμα και αρχαίων μολυσματικών ασθενειών, εφ’ όσον όμως συνοδεύονταν από μικροβιαιμία. Στις περιπτώσεις αυτές, ο μικροβιακός παράγοντας που κυκλοφορεί στο αίμα, άρα και στον πολφό του δοντιού, παγιδεύεται στο εσωτερικό του δοντιού μετά την νέκρωσή του και μουμιοποιείται. Με την εφαρμογή σύγχρονων εργαστηριακών μεθόδων, υπό αυστηρά άσηπτες συνθήκες, καθίσταται πλέον δυνατή η διαπίστωση της ύπαρξης μικροβιακού DNA που περιλαμβάνεται στο εσωτερικό του δοντιού. Είναι δυνατόν να ελεγχθεί εάν το αρχαίο DNA περιέχει γενετικό υλικό ενός υποψήφιου μικροοργανισμού με την μέθοδο της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (Ρευ), χρησιμοποιώντας ανιχνευτές DNA που αντιστοιχούν απόλυτα σε ήδη γνωστά γονίδια του συγκεκριμένου μικροβίου. Στην περίπτωση όπου παρατηρηθεί πολλαπλασιασμός τμήματος του αρχαίου DNA, το αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται θετικό και ταυτόχρονα η αδρή διάγνωση της νόσου έχει τεθεί. Αντίθετα, ενδεχόμενο αρνητικό αποτέλεσμα δεν αποκλείει με ασφάλεια το ενδεχόμενο ύπαρξης του συγκεκριμένου μικροβιακού παράγοντα, καθώς η αδυναμία αντίδρασης μπορεί να οφείλεται είτε σε διαφορετική γονιδιακή σύνθεση του αρχαίου, σε σχέση με το σύγχρονο στέλεχος του συγκεκριμένου μικροβίου, είτε στην φθορά του αρχαίου γενετικού υλικού στα σημεία που αντιστοιχούν ακριβώς στους ανιχνευτές DNA που χρησιμοποιούνται.

Ακριβώς η μεθοδολογία αυτή ακολουθήθηκε στην μελέτη του γενετικού υλικού του Κεραμεικού, η οποία πραγματοποιήθηκε στα εργαστήρια της Μοριακής Νευροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας, και ολοκληρώθηκε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας Έρευνας της Κρήτης.

Σημασία των ευρημάτων

Ύστερα από έξι διαδοχικές δοκιμασίες χωρίς αποτέλεσμα (πού αντιστοιχούσαν σε έξι υποψήφια μικρόβια), παρατηρήθηκε θετικός πολλαπλασιασμός τριών γονιδίων που αντιστοιχούσαν στον μικροβιακό παράγοντα Salmonella enterica serovar Typhi, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εκδήλωση τυφοειδούς πυρετού. Η αντίδραση αυτή επαναλήφθηκε διαδοχικά στο γενετικό υλικό των δοντιών και των τριών νεκρών του τάφου του Κεραμεικού που εξετάσθηκαν. Η αντιστοιχία των τριών γονιδίων που διερευνήθηκαν στο αρχαίο στέλεχος του μικροβίου σε σχέση με τις γνωστές αλληλουχίες του σύγχρονου στελέχους έφθασε το 96%.


Αγγεία της ομαδικής ταφής. (© Γ’ ΕΠΚΑ)

Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος, ότι δηλαδή το μικρόβιο αυτό υπήρχε στα δόντια και των τριών νεκρών του ομαδικού τάφου που εξετάσθηκαν, των πιθανολογούμενων δηλαδή θυμάτων του λοιμού της Αθήνας. Ως αποτέλεσμα, είναι εύλογο να θεωρηθεί ότι ο τυφοειδής πυρετός συμμετείχε στην αιτιολογία του λοιμού της Αθήνας είτε αποκλειστικά είτε σε συνδυασμό με κάποιον άλλο, προς το παρόν άγνωστο, λοιμογόνο παράγοντα.


Άνω γνάθος με συνύπαρξη των νεογιλών και μονίμων δοντιών.

Η διάγνωση του τυφοειδούς πυρετού, προβαλλόμενη στις αναφορές του Λοιμού από τον Θουκυδίδη, συμφωνεί με πολλά από τα κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, η επιδημία ξεκίνησε από τον Πειραιά και αποδόθηκε από πολλούς σε σκόπιμη δηλητηρίαση των πηγαδιών από τους Σπαρτιάτες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το ακάθαρτο νερό αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες της νόσου. Εξ άλλου ο Λοιμός θα μπορούσε να οφείλεται στην διασπορά του μικροβίου από φορείς του–ταξιδιώτες που έφθασαν στον Πειραιά από ενδημικές περιοχές όπου πρωτοεμφανίσθηκε η επιδημία, μεταξύ των οποίων, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, αναφέρονται η Αιθιοπία, η Αίγυπτος, η Λιβύη και η Περσία. Ακριβώς αυτό συμβαίνει και σήμερα που ο τυφοειδής πυρετός συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό πρόβλημα υγείας σε παγκόσμια κλίμακα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, κάθε χρόνο εκδηλώνονται δεκάδες εκατομμύρια νέα κρούσματα, που οδηγούν σε περίπου 600.000 θανάτους (κυρίως παιδιών και ηλικιωμένων ατόμων) σε ενδημικές περιοχές του αναπτυσσόμενου κόσμου, όπου οι συνθήκες υπερπληθυσμού, ακατάλληλης ύδρευσης και πλημμελούς υγιεινής, αλλά και ανεπαρκούς προσφοράς υπηρεσιών υγείας, επιτρέπουν την εκδήλωση παρόμοιων επιδημιών (στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ εκδηλώνονται σποραδικά κρούσματα τυφοειδούς πυρετού, που αφορούν κυρίως επισκέπτες χωρών του Τρίτου Κόσμου). Παρόμοιες συνθήκες επικρατούσαν στην πολιορκημένη Αθήνα, όπου ολόενα και περισσότερος πληθυσμός από την ύπαιθρο της Αττικής συγκεντρωνόταν εντός των τειχών της. Οι συνθήκες συνωστισμού του πληθυσμού και τα συνεπαγόμενα προβλημάτα δημόσιας και ατομικής υγιεινής των κατοίκων της πολιορκημένης Αθήνας του 430 π.Χ., όπως περιγράφονται από τον Θουκυδίδη, πρέπει να δημιουργούσαν αναμφισβήτητα δυσκολίες, ώστε να επιτρέψουν αρχικά την εκδήλωση και στην συνέχεια την εξάπλωση της θανατηφόρου επιδημίας.


Εικόνα αλληλουχίας DNA του αγνώστου μικροβιακού παράγοντα όπου σημειώνονται οι διαφορές με την γνωστή αλληλουχία του μικροβίου Salmonella Typhi. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συντριπτική πλειονότητα των διαφορών αυτών δεν αλλάζει το μήνυμα του γενετικού κώδικα των γονιδίων που ελέγχθηκαν. (©Int J Infect Dis, ELSEVIER)

Η λοιμώδης φύση της επιδημίας στην αρχαία Αθήνα υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι μεταδιδόταν άμεσα στους ιατρούς και στους συγγενείς που περιέθαλπαν τους νοσούντες. Η νόσος ήταν ιδιαίτερα μολυσματική, καθώς καμία ιδιοσυγκρασία δεν μπορούσε να της αντισταθεί. Στην αρχαία Αθήνα παρατηρείτο ιδιαίτερα μεγάλη μολυσματικότητα και θνησιμότητα της νόσου, καθ’ όσον υπολογίζεται ότι περίπου το ένα τέταρτο ή το ένα τρίτο του πληθυσμού της Αρχαίας Αθήνας χάθηκε από την επιδημία. Παρόμοια ποσοστά θνησιμότητας έχουν περιγραφεί και στην σύγχρονη μορφή τυφοειδούς σε ενδημικές περιοχές του Τρίτου Κόσμου. Η αδυναμία οποιασδήποτε μορφής πρόληψης ή θεραπείας της επιδημίας στην αρχαία Αθήνα δεν μας προκαλεί εντύπωση, καθώς σήμερα είναι γνωστό ότι η αντιμετώπιση των επιδημιών τυφοειδούς είναι εφικτή μόνο με εμβολιασμό του πληθυσμού ή με χορήγηση κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής, που ασφαλώς δεν ήταν διαθέσιμες επιλογές για τους Αθηναίους πολίτες του 430 π.Χ. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, όσοι επιζούσαν έπειτα από την πρώτη προσβολή δεν νοσούσαν εκ νέου, τουλάχιστον όχι με τον ίδιο θορυβώδη τρόπο και οπωσδήποτε χωρίς θανατηφόρα κατάληξη. Ένας από τους επιζώντες, άλλωστε, ήταν ο ίδιος ο Θουκυδίδης. Το στοιχείο αυτό υποδηλώνει την ανοσοποίηση των επιζώντων ατόμων του πληθυσμού από την νόσο, και ταιριάζει με την σύγχρονη μορφή του τυφοειδούς πυρετού, όπου παρατηρούνται υποτροπές σε μικρό ποσοστό των ασθενών αλλά με μειωμένη βαρύτητα.

Πολλά από τα κλινικά χαρακτηριστικά, τα σημεία και συμπτώματα που περιγράφονται από τον Θουκυδίδη, ταιριάζουν με τα αντίστοιχα της σύγχρονης μορφής τυφοειδούς πυρετού. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ο ισχυρός πονοκέφαλος και ο πυρετός, το εξάνθημα, η διάρροια κ.ά. Ορισμένα άλλα εμφανίζονται και στην σύγχρονη μορφή τυφοειδούς πυρετού, αν και αρκετά σπάνια, και αφορούν κυρίως περιπτώσεις ιατρικά παραμελημένες. Υπάρχουν βέβαια ορισμένα χαρακτηριστικά της επιδημίας της Αρχαίας Αθήνας, όπως περιγράφονται από τον Θουκυδίδη, τα οποία δεν χαρακτηρίζουν την σύγχρονη μορφή του τυφοειδούς πυρετού. Η περιγραφή αυτών συνετέλεσε ώστε μέχρι σήμερα ο τυφοειδής πυρετός να μην καταλαμβάνει μία από τις πρώτες θέσεις στην αναδρομική διαφορική διάγνωση του Λοιμού της Αθήνας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η ιδιαίτερα θορυβώδης και αιφνίδια εκδήλωση των συμπτωμάτων της νόσου, οι διαταραχές συμπεριφοράς και η σχετικά γρήγορη θανατηφόρος κατάληξη. Τα σημεία αυτά θεωρούνται από την ομάδα των Ελλήνων ερευνητών ότι αποτελούν μία πρόκληση για την διατύπωση υποθέσεων που θα διερευνηθούν σε περαιτέρω έρευνες στο ίδιο θέμα. Μεταξύ των διαφορών αυτών ξεχωρίζει το στοιχείο ότι, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, από τον Λοιμό νοσούσαν και πέθαιναν και ζώα. Αντίθετα, στην σύγχρονη μορφή του ο τυφοειδής πυρετός προσβάλλει μόνο τον άνθρωπο. Η διαφορά αυτή θεωρείται τόσο σημαντική, ώστε πριν από την γενετική έρευνα είχε σχεδόν αποκλεισθεί η πιθανότητα η αιτία του Λοιμού της Αθήνας να ήταν ο παθογόνος παράγοντας του τυφοειδούς πυρετού. Πώς, λοιπόν, μπορεί να εξηγηθεί αυτή η αντίφαση;


Εικόνα της ηλεκτροφόρησης του θετικού προϊόντος PCR με ανιχνευτές DNA που αντιστοιχούσαν στον μικροβιακό παράγοντα του τυφοειδούς πυρετού. (©Int J Infect Dis, ELSEVIER)

Σύμφωνα με μία υπόθεση εργασίας της ερευνητικής μας ομάδας που έχει ήδη γίνει δεκτή προς δημοσίευση στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση «Infection Genetics and Evolution», εφ’ όσον η περιγραφή του Λοιμού από τον Θουκυδίδη είναι ακριβής και εφ’ όσον αποδειχθεί ότι ο τυφοειδής πυρετός ήταν η μοναδική αιτία του Λοιμού, τότε είναι πιθανό το προγονικό στέλεχος του παθογόνου παράγοντα να είναι το αρχέγονο στέλεχος του S. Typhi, που μέχρι σήμερα υπολογιζόταν ότι ανάγεται σε πολύ προγενέστερες εποχές της τάξεως των 50.000 χρόνων π.Χ. Είναι λοιπόν προφανές πόσο σημαντική ανακάλυψη μπορεί να είναι η ταυτοποίηση και αποκωδικοποίηση του γονιδιώματος του παθογόνου παράγοντα του Λοιμού της Αθήνας και πόσο μεγάλες δυνατότητες για περαιτέρω έρευνα δημιουργούνται. Οι διαφορές μεταξύ των κλινικών εκδηλώσεων των σύγχρονων μορφών επιδημιών τυφοειδούς και της περιγραφής του Λοιμού της Αθήνας από τον Θουκυδίδη γενικά μπορούν να αποδοθούν σε σημαντικές γονιδιακές μεταβολές του προγονικού στελέχους του παθογόνου μικροβιακού παράγοντα μεταξύ των 2.400 χρόνων που μεσολάβησαν και επηρέασαν καθοριστικά την τυπική κλινική πορεία των εκδηλώσεων της νόσου από την Αθήνα του 430 π.Χ. μέχρι σήμερα.

Συμπεράσματα

Τα μέχρι τώρα γνωστά αποτελέσματα των μελετών της ερευνητικής ομάδας του Πανεπιστημίου της Αθήνας καταλήγουν στα εξής συμπεράσματα:

Ο παθογόνος παράγοντας του τυφοειδούς πυρετού υπήρχε, χωρίς καμία αμφιβολία, σε τρεις από τους νεκρούς του ομαδικού τάφου του Κεραμεικού που θεωρούνται πιθανά θύματα του Λοιμού.

Με βάση το στοιχείο αυτό, ο τυφοειδής πυρετός θα μπορούσε να ενοχοποιηθεί ως πιθανή αιτία του Λοιμού της Αθήνας και του θανάτου του Περικλή.

Οι διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ των περιγραφών του Θουκυδίδη και της σύγχρονης μορφής του τυφοειδούς πυρετού μπορούν να εξηγηθούν με γονιδιακές μεταβολές του προγονικού στελέχους του μικροβίου που μένουν να διερευνηθούν και να ταυτοποιηθούν σε μελλοντική περαιτέρω εργαστηριακή έρευνα.

Η ταυτόχρονη συνύπαρξη και άλλης νόσου στην πολιορκημένη Αθήνα του 430 π.Χ., σε συνδυασμό με επιδημία τυφοειδούς, δεν μπορεί προς το παρόν να αποκλεισθεί.

Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής θεωρούνται πολύ σημαντικά, καθώς ρίχνουν φως σε ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της παγκόσμιας και βέβαια της ελληνικής Ιστορίας.

Το πλέον σημαντικό γεγονός, όμως, είναι ότι η έρευνα αυτή οργανώθηκε, πραγματοποιήθηκε και ολοκληρώθηκε από Έλληνες ερευνητές σε ελληνικά ερευνητικά κέντρα με την υποστήριξη ερευνητικού προγράμματος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας.

Οι προοπτικές που δημιουργούνται για περαιτέρω εργαστηριακή έρευνα αφορούν:

Στην διερεύνηση της ύπαρξης του παθογόνου παράγοντα S.typhi σε περισσότερα θύματα του ομαδικού τάφου και στην διερεύνηση της πιθανότητας συνύπαρξης άλλου παθογόνου παράγοντα στα θύματα αυτά.

Στην περαιτέρω αποκωδικοποίηση του γενετικού κώδικα του αρχαίου στελέχους του S.typhi.

Στις δυνατότητες για συνεργασία με ερευνητικά κέντρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, και βέβαια στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας της ανάλυσης αρχαίου DNA σε άλλες περιόδους της ελληνικής Ιστορίας.

Τα συμπεράσματα από τις μελλοντικές έρευνες αυτές, μεταξύ άλλων, μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση των μηχανισμών εκδήλωσης και εξάπλωσης του τυφοειδούς πυρετού, όπως και άλλων παρόμοιων επιδημικών καταστάσεων στο παρελθόν και στην σύγχρονη εποχή. Οι δυνατότητες αυτές αποτελούν άλλωστε και την κληρονομιά του Θουκυδίδη, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Αφήνω στον καθένα, γιατρό ή άμαθο, να εξηγήσει, κατά τα όσα ξέρει, από πού ήρθε και ποιά ήταν η αιτία της λοιμικής που προκαλούσε τέτοια αναταραχή στον οργανισμό, οδηγώντας τον από την υγεία στον θάνατο. Εγώ, που αρρώστησα ο ίδιος και είδα με τα μάτια μου άλλους να αρρωσταίνουν, θα περιγράψω την αρρώστια και τα συμπτώματά της ώστε αν τύχει και ξανάρθει ποτέ, να τα έχει ο καθένας υπ’ όψιν του και να ξέρει την αρρώστια για να πάρει καλά τα μέτρα του…».

των Μανώλη Ι. Παπαγρηγοράκη, επίκουρου καθηγητή Ορθοδοντικής Παν/μίου Αθηνών, Φιλίππου Συνοδινού, ορθοδοντικού, Χρήστου Γιαπιτζάκη, γενετιστή, βιολόγου-οδοντιάτρου, Έφης Μπαζιωτοπούλου-Βαλαβάνη, αρχαιολόγου.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος 21 της έντυπης Πεμπτουσίας (Σεπ. – Νοε. 2006)
Πηγή κειμένου: 

pemptousia.gr