Κυριακή 19 Μαΐου 2024 -

Μια μεγάλη ανακάλυψη με ελληνική συμμετοχή!



Οι αστέρες νετρονίων είναι τα πυκνότερα σώματα που γνωρίζουν οι επιστήμονες στο Σύμπαν. Ωστόσο, τα ακριβή χαρακτηριστικά τους παραμένουν άγνωστα.

Συνδυάζοντας την πρόσφατη παρατήρηση της συγχώνευσης ενός ζεύγους αστέρων νετρονίων με θεωρητικές προσομοιώσεις, μία διεθνής ομάδα επιστημόνων, στην οποία συμμετέχει ο Καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του ΑΠΘ Νικόλαος Στεργιούλας, κατάφερε να υπολογίσει, για πρώτη φορά, ένα αυστηρό όριο για το ελάχιστο δυνατό μέγεθος που μπορεί να έχουν οι αστέρες αυτοί.

«Όταν ένας κανονικός αστέρας με μεγάλη μάζα εξαντλήσει την ικανότητά του να παράγει ενέργεια, ο πυρήνας του καταρρέει και σχηματίζεται ένας πάρα πολύ συμπαγής αστέρας νετρονίων, ενώ τα εξωτερικά στρώματα του αρχικού αστέρα αποβάλλονται εκρηκτικά. Πρόσφατα, παρατηρήθηκε για πρώτη φορά από τους ανιχνευτές βαρυτικών κυμάτων LIGO και VIRGO η συγχώνευση δύο τέτοιων αστέρων νετρονίων, ενώ μετρήθηκε η συνολική μάζα του διπλού συστήματος και βρέθηκε ίση με 2,7 ηλιακές μάζες» αναφέρει ο Καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του ΑΠΘ Νικόλαος Στεργιούλας.

Με βάση αυτή την παρατήρηση, μία διεθνής ομάδα επιστημόνων από τη Γερμανία, την Ελλάδα και την Ιαπωνία, στην οποία συμπεριλαμβάνεται ο κ. Στεργιούλας, κατάφερε να θέσει ένα αυστηρό όριο στο ελάχιστο μέγεθος των αστέρων νετρονίων, με τη βοήθεια λεπτομερών προσομοιώσεων σε υπερ-υπολογιστή. Λαμβάνοντας υπόψη τη θεωρία της σχετικότητας, οι ερευνητές έδειξαν, για πρώτη φορά, ότι η ακτίνα ενός αστέρα νετρονίων πρέπει να είναι αυστηρώς μεγαλύτερη από 10,7 χιλιόμετρα. Με βάση το αποτέλεσμα αυτό, περιορίζονται οι πιθανές καταστάσεις της ύλης στο εσωτερικό των αστέρων νετρονίων.

 

Ο κ. Στεργιούλας συμμετέχει στη διοίκηση του Επιστημονικού Φόρουμ για την υποστήριξη του ανιχνευτή VIRGO, καθώς και σε μια νέα, διεθνή ομάδα εργασίας που μελετά την επιστημονική αξιοποίηση του μελλοντικού ανιχνευτή τρίτης γενιάς Einstein Telescope. Μέρος των προσομοιώσεων έγινε στον νέο υπερ-υπολογιστή ARIS του Εθνικού Δικτύου Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΔΕΤ), στην Αθήνα.

Τα αποτελέσματα της διεθνούς ερευνητικής ομάδας δημοσιεύθηκαν στην τελευταία έκδοση του έγκριτου διεθνούς περιοδικού «Astrophysical Journal Letters».