Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως ακούν τις καμπάνες του να χτυπούν, παρά το γεγονός πως έχουν αφαιρεθεί εδώ και αρκετές δεκάδες χρόνια.
Το απόκοσμο ρωμανικό καμπαναριό του 14ου αιώνα ξεπροβάλλει μέσα από τα νερά της λίμνης Resia στο νότιο Τιρόλο, σαν μια άλλη Ατλαντίδα, προκαλώντας δέος σε όλους ανεξαιρέτως τους περαστικούς.
Το μεγάλο ύψος του στάθηκε η αφορμή για την τωρινή του πρωταγωνιστικότητα μέσα στα γαλαζοπράσινα νερά της αλπικής λίμνης ενώ στέκει μόνο, αγέρωχο και περήφανο, ατενίζοντας τις κατάλευκες βουνοκορυφές των Άλπεων.
Ωστόσο η παραμυθένια εικόνα του, όσο όμορφη και αν είναι στα μάτια μας, έρχεται να μας θυμίσει μια ιστορία θλίψης και πόνου για χιλιάδες κόσμο σε μια πραγματικά πολύ δύσκολη εποχή.
Το παράξενο, βυθισμένο χωριό Curon τοποθετείται στο νότιο Τιρόλο, σε μια ορεινή επαρχία των Άλπεων, στην κοιλάδα Val Venosta. Σύμφωνα πάντα με επίσημες αναφορές, το 1919, στο τέλος περίπου του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έπειτα από την προσάρτηση του Νοτίου Τιρόλο στην Ιταλία από την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, η ιταλική κυβέρνηση του Μπενίτο Μουσολίνι αποφασίζει να υλοποιήσει ένα σχέδιο με σκοπό την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας και την παροχή ρεύματος σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της Ελβετίας. Η ιδέα της κατασκευής ενός φράγματος με σκοπό την ένωση των δύο εκ των τριών φυσικών λεκανών στο πέρασμα Resia (της λίμνης Resia και της λίμνης Curon) είναι γεγονός.
Ωστόσο, οι εργασίες καθυστερούν αρκετά. Περίπου πέντε χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι αξιωματούχοι, χωρίς καμία επιπλέον παράταση, καταλήγουν στην υλοποίηση ενός κοντινού υδροηλεκτρικού εργοστασίου. Παρά τις τοπικές αντιδράσεις, το έργο προχωρά, ενώ οι πρόχειροι υπολογισμοί κάνουν λόγο για μόλις πέντε μέτρα ύψους των νερών της λίμνης.