
Ο Εθνικός μας Ύμνος και ο Ύμνος στην Ελευθερία..
Όσο η Ελλάδα σφαδάζει στο πεδίο των μαχών και από τον εμφύλιο σπαραγμό, τα υπό βρετανική κυριαρχία Επτάνησα είναι ένας άλλος κόσμος που εμπνέεται από τα ιδανικά των επαναστατημένων. Η Επανάσταση του ’21 είναι και μια μάχη για τη γλώσσα και τις φιλελεύθερες ιδέες που θα αναγεννούσαν το έθνος, αυτό το ιδεώδες υπηρετούσαν ο Σολωμός με την ποίησή του και ο Μάντζαρος με τη μουσική.
Όπως μου λέει ο κ. Ζερβόπουλος, όταν ο Σολωμός φτάνει στην Κέρκυρα το 1828 οι δυο τους γίνονται αχώριστοι φίλοι, περνούν πολύ χρόνο μαζί. Θεωρούν ότι η ποίηση και η μουσική είναι στενά δεμένες και μοιράζονται τον ίδιο πόθο για την πνευματική αναγέννηση του έθνους. «Ο Μάντζαρος καθόταν στο πιάνο και από δίπλα ο Σολωμός απήγγειλε στίχους που τους μελοποιούσε, και μέσα από την αλληλεπίδρασή τους ο καθένας βάθαινε στην Τέχνη του». Ο Μάντζαρος ήταν πολύ καλλιεργημένος, γόνος οικογένειας αριστοκρατών.
Τα πρώτα του μαθήματα τα παίρνει στην Κέρκυρα με μουσικοδιδάσκαλους, κυρίως Ιταλούς που εργαζόταν στην ορχήστρα του θεάτρου της πόλης, όπου δινόνταν παραστάσεις όπερας, και μετά στο περίφημο ωδείο της Νάπολης που διευθύνει ο Νικολό Τσιγγαρέλι, ένας πολύ σπουδαίος παιδαγωγός της εποχής, δάσκαλος του Ροσίνι και του Μπελίνι, ο οποίος του προτείνει να αναλάβει τη διεύθυνση του Ωδείου με τη συνταξιοδότησή του, πρόταση εξόχως τιμητική την οποία ο Μάντζαρος απορρίπτει. Η επιθυμία του είναι να εγκατασταθεί στην Κέρκυρα και να συμβάλει στη μουσική καλλιέργεια του τόπου του, συνθέτοντας μουσική για την ελληνική γλώσσα. «Ήταν ένας άνθρωπος με τρομερή παιδεία και αναγνώριζε αυτό το κενό. Ασχολήθηκε όλη του τη ζωή με τη διδασκαλία της μουσικής και δημιούργησε έφτιαξε τις βάσεις για τις επόμενες γενιές των Επτανήσιων συνθετών. Το ποίημα του Σολωμού το γνώρισε από την έκδοση του 1825».

Οι τρεις μελοποιήσεις του Ύμνου

Ο Μάντζαρος συνθέτει την Πρώτη μελοποίηση, από την οποία προήλθε ο εθνικός μας ύμνος, στα 1828-29 για τετράφωνη χορωδία και πιάνο σε απλό λαϊκό ύφος με στόχο να διαδοθεί το σολωμικό ποίημα. Το ποίημα των 158 στροφών χωρίζεται σε 24 ευκολοτραγούδιστες μελωδίες και ο κόσμος μαθαίνει να τραγουδάει τον αγώνα των Ελλήνων για την ελευθερία. Μόλις τελειώνει, αρχίζει αυτό που είχε σαν ιδανική μουσική στο μυαλό του, την περίφημη Πολυφωνική μελοποίηση, την οποία δουλεύει για περισσότερο από 30 χρόνια ξετυλίγοντας, όσο ωριμάζει, τη δεινότητά του ως συνθέτης.
«Εκείνη την εποχή τα μεγάλα μουσικά έργα κορυφώνονταν με μια φούγκα, αυτή η πολυφωνική μορφή σύνθεσης θεωρούνταν το κορυφαίο είδος με το οποίο θα καταπιανόταν ένας συνθέτης. Ο Μπαχ έχει γράψει εξαιρετικές φούγκες, ο Μπετόβεν στις κορυφώσεις των έργων του βάζει φούγκες (ο Μάντζαρος γεννιέται 12 χρόνια πριν τον θάνατο του Μπετόβεν). Χωρίζει λοιπόν το έργο σε 46 μέρη και το δουλεύει σε αυτή την ανώτατη μορφή μουσικής σύνθεσης, διορθώνει, σβήνει, σκίζει, συμπληρώνει και, ταυτόχρονα, σε ένα τετράδιο καθαρογράφει τα μέρη που κρατάει τα οποία από ένα σημείο επίσης αναθεωρεί ξανά και ξανά. Το έργο που ακούσαμε στο Μέγαρο Μουσικής είναι η τελική φάση της πολυφωνικής γραφής (ακούστηκαν, συνολικά 22, από τα 46 μέρη της) η οποία καταγράφεται στο χειρόγραφο που υπάρχει στο Δημαρχείο της Κέρκυρας».

Κι ενώ δεν έχει καταλήξει στην τελική μορφή της πολυφωνικής μελοποίησης, το 1844 συνθέτει και μια Ενδιάμεση μελοποίηση με 39 μέρη σε μεικτό ύφος, ένας συνδυασμός της πολυφωνικής και της πρώτης. «Το χειρόγραφο αυτό το δένει σε έναν κόκκινο δερμάτινο τόμο και το αφιερώνει στον Όθωνα, ο οποίος ως ανταμοιβή τού απονέμει τον αργυρό σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος. Αυτό που ανακαλύψαμε στην έρευνά μας ήταν ότι ένας γερμανός αυλικός ονόματι Γιόσεφ Μίντλερ, ο οποίος εισήγαγε το στενογραφικό σύστημα που και σήμερα χρησιμοποιείται στη Βουλή των Ελλήνων, μετέγραψε τη μουσική δημιουργώντας ένα αντίγραφο για να σταλεί στη Γερμανία, ίσως για να εξακριβωθεί η αξία του. Τις νότες συνοδεύει με τους ελληνικούς στίχους, με μια γερμανική μετάφραση εξαιρετικής φιλολογικής αξίας, αλλά και με τη φωνηματική απόδοση των στίχων στη στενογραφική γραφή». Το χειρόγραφο του Όθωνα και το γερμανικό χειρόγραφο φυλάσσονται στο Μουσείο και στη Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη αντίστοιχα.
Μετά από αυτό το διάλειμμα επιστρέφει στο έργο ζωής για εκείνον που ήταν η Πολυφωνική μελοποίηση του Ύμνου, την οποία ολοκληρώνει, πιθανότατα, στα 1865 μετά από πολλές φάσεις επεξεργασίας, όπως αποτυπώνονται στο περίφημο χειρόγραφο που βρίσκεται στο Δημαρχείο της Κέρκυρας.
Το χειρόγραφο του Δημαρχείου
Η διδακτορική διατριβή του κ. Κώστα Ζερβόπουλου συγκεντρώνει και φέρνει στο φως όλο το διασωζόμενο υλικό που σχετίζεται με τον Ύμνο, τυπωμένα, χειρόγραφα και αντίγραφα. Αυτό σημαίνει έναν τεράστιο όγκο δουλειάς που απαιτούσε όχι μόνο την αποκατάσταση της μουσικής γραφής αλλά και των ιστορικών διαδρομών. Είναι χαρακτηριστική η παρακάτω ιστορία.
«Όσο ζούσε ο Μάντζαρος δεν δέχθηκε ποτέ χρήματα για τις δουλειές που έκανε, ως ευγενής ζούσε από τα εισοδήματα από τα κτήματα. Ο πατέρας του όμως τον είχε φορτώσει με χρέη, και όταν πέθανε τα παιδιά του κληρονόμησαν μόνο χαρτιά και χρέη. Το 1879, ο γιος του Δημήτριος, που είναι δικηγόρος, πηγαίνει σε μια παγκόσμια εμπορική έκθεση στο Παρίσι για να πουλήσει τα χειρόγραφα του πατέρα του σε εκδοτικούς οίκους ή και σε ιδιώτες. Κάποια από αυτά, ενδεχομένως, πουλιούνται, ευτυχώς όμως όχι και το πολυτιμότερο εξ αυτών, μια που η τιμή του, 25.000 γαλλικά φράγκα, περίπου 110.000 ευρώ, δεν ήταν ευκαταφρόνητη. Το χειρόγραφο του Δημαρχείου επέστρεψε στην Κέρκυρα και κάποια στιγμή, προπολεμικά, το αγόρασε ο Γεώργιος Παπανδρέου (ως υπουργός Παιδείας, εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης), το χάρισε στο Μουσείο Κερκύρας (ίσως, το παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας) και περιήλθε στην ιδιοκτησία του Δήμου. Όταν το αναζήτησα το είχαν κλειδωμένο στο Δημαρχείο σε ένα παλιό χρηματοκιβώτιο, χωρίς να γνωρίζουν την αξία του».