16
Οκτωβρίου
2016
- 08:09
Τελευταία τροποποίηση στις 16 Οκτωβρίου, 2016 - 08:49

Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την πρώτη –και μοναδική μέχρι πριν λίγες μέρες- φορά που συνάντησα τη Μαρθίλια, όταν μία κοινής μας φίλης την είχε φέρει στην παρέα μας. Θυμάμαι μου είχε φανεί μάλλον ντροπαλή και κάπως συγκρατημένη τότε, αν και από την άλλη ίσως να φταίει ο χώρος που της ήταν ξένος ή και εμείς που ήμασταν λίγο άξεστοι και φωνακλάδες.
Το σημαντικό πάντως είναι πως αν και λίγα ξέραμε τότε, δεν ήταν δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς πως κάτι συμβαίνει με τη συγκεκριμένη κοπέλα. Εννοώ δε ξέρω πολλά από ετούτον τον κόσμο, μα πόσο συχνά μπορεί να συναντά κανείς ένα κοριτσάκι δεκαπέντε χρονών με τόσα χρόνια χορού και μουσικής στην πλάτη της και τέτοια αποφασιστικότητα για να αφιερωθεί στην Τέχνη –για να μην αναφέρω πως ήδη τότε έκανε εξάσκηση με μονολόγους του Σαίξπηρ.
Όλα αυτά βέβαια ανήκουν στο παρελθόν και ερχόμαστε σιγά, σιγά στο σήμερα, όπου η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική. Εκείνη πράγματι τελείωσε performing arts στο Λονδίνο, εξέδωσε ένα βιβλίο με μικρές ιστορίες, τις '' Γαλάζιες Πατούσες στο Ταβάνι'', έγραψε μία σειρά από τραγούδια και φυσικά συμμετείχε σε αρκετές συναυλίες –παραδεχτείτε το είναι εντυπωσιακό. Από την άλλη τώρα πια εγώ είμαι ο αγχωμένος μιας και πρόκειται για την πρώτη μου συνέντευξη. Κάπου λοιπόν ανάμεσα σ αυτές τις σκέψεις από τα σκαλιά ανεβαίνει η Μαρθίλια χαμογελαστή, με γυαλιά αλά John Lennon και ένα είδος ανεπιτήδευτης ξεγνοιασιάς στις κινήσεις της –που σαφέστατα βοήθησε τον τύπο στην άλλη μεριά της σκάλα που ήταν εντελώς ψαρωμένος. Το πού θα καθόμασταν το πήρε επάνω της και σύντομα καταλήξαμε σε ένα από τα χωμένα εκείνα στέκια για ροκάδες και ποιητές – ή έτσι τουλάχιστον το έχω πλέον στο μυαλό μου.
Κατ’ αρχάς Μαρθίλια θα ήθελα να μάθω ποιες είναι οι πηγές απ’ όπου αντλείς την έμπνευσή σου τόσο για τις ιστορίες σου;
Τις ιστορίες κατ αρχάς τις έγραφα από τα 15 μέχρι τα 17, 18 που ήταν τα τρία χρόνια του λυκείου όπου έτρεχα σε όλη την Αθήνα για μαθήματα, οπότε μεγάλο μέρος της μέρας μου το ξόδευα στα Μ.Μ.Μ. και στις στάσεις λεωφορείου, όπου βλέπεις πάρα πολλά. Υπάρχουν τόσες ιστορίες κρυμμένες, κάποιος άκυρος που θα καθόταν στη στάση και θα μου ‘λεγε την ιστορία της ζωής του ή θα ‘βλεπα κάποια που θα φορούσε ένα εντυπωσιακό φόρεμα και θα ‘φτιαχνα μία ολόκληρη ιστορία πίσω απ’ αυτό ή ακόμα έγραφα και για φίλους. Όλα αυτά ανακατεμένα βέβαια με προσωπικές εμπειρίες, σάλτσες κλπ. Υπήρχαν πράγματα γύρω μου που μου έδιναν τροφή για σκέψη και με ωθούσαν να γράψω και γενικότερα έπαιρνα ερεθίσματα απ’ όπου μπορούσα.
Και μιας και ασχολείσαι με πολλές μορφές τέχνης, γενικότερα ποια είναι η σχέση σου με την έμπνευση και τη μούσα;
Αυτό πάει ανάλογα με τις εποχές, ανάλογα με την ηλικία και τον τόπο που βρίσκεσαι. Μετακόμισα από το Λονδίνο γιατί εγώ προσωπικά δεν το έβρισκα εκεί, για αυτό και γύρισα για ένα διάστημα στην Αθήνα να κάτσω, γιατί εδώ ξεκίνησα και πιστεύω ότι εδώ υπάρχει ένα μέρος της ψυχής μου. Γενικά οι άνθρωποι είναι η πηγή της έμπνευσής μου, ένας άνθρωπος έχει τόσες πολλές πλευρές…. Όλα ξεκινάνε από τον άνθρωπο, πως αυτός αντιλαμβάνεται τη φύση, τη σχέση του με τους άλλους ανθρώπους κτλ.
Στα κομμάτια σου κυριαρχεί μια θεατρικότητα, επομένως μέσω της μουσικής σου τελικά μεταφέρεις ιστορίες ή συναισθήματα;
Αν με ρωτούσες πιο μικρή θα σου ‘λεγα θέλω να λέω ιστορίες όπως μ’ αρέσει πολύ και ν’ ακούω ιστορίες. Παρόλα αυτά όταν γράφω ένα κομμάτι δε μ’ ενδιαφέρει ακριβώς τι θα πάρεις, μ’ ενδιαφέρει όποιος ακούει τη μουσική να νιώθει πράγματα, να είναι τροφή για σκέψη και τροφή για συναίσθημα. Δε θέλω να τους επιβάλλω πράγματα αλλά να τους πιέσω με καλό τρόπο να νιώσουν, γιατί το συναίσθημα είναι πιο σημαντικό και νιώθω πως είναι συναρπαστικό.
Πως ξεκίνησες να ασχολείσαι με την τέχνη και πόσο εύκολο ήτανε τώρα ειδικά με τα πράγματα όπως είναι;
Μου δόθηκαν πολλά ερεθίσματα από μικρή σε αθλητισμό, μουσική, χορό και ουσιαστικά επέλεξα αυτό που μου έβγαινε πιο αβίαστα από όλα, από την άλλη δε ξέρω αν έχει σχέση που και ο πατέρας μου είναι μουσικός και άκουγα από μικρή μουσική. Είδα πάντως ότι αυτό μιλάει στην ψυχή μου περισσότερο και πήγα προς τα κει, από μικρή μου είχε κολλήσει η ιδέα και έβλεπα ότι έβγαινε και συνέχισα.
Υπάρχει κάτι που να χαρακτηρίζει τον τρόπο που σκέφτεσαι;
Για μένα το παν είναι ο αυθορμητισμός, σίγουρα δεν πρέπει κάτι να γίνεται βεβιασμένα. Έχω επιλέξει να δουλεύω με αυτόν τον τρόπο γιατί έτσι βγαίνει πιο αληθινό.
Μπορείς να μας μεταδόσεις την εμπειρία του να ανεβαίνεις στη σκηνή;
Κοίταξε να δεις τόσα πολλά live δεν έχω κάνει. Ειδικά στην αρχή όταν είχα ξεκινήσει να παίζω σόλο, το stage fright ήταν σε άλλα επίπεδα, έτρεμα και ακόμα το έχω. Τώρα όμως που ανεβαίνω με παρέα πάνω στη σκηνή νιώθω πιο άνετα και όταν είστε μια παρέα και το ‘χετε δίνετε όλο αυτό προς το κοινό χάνεσαι περισσότερο κι έτσι σου φεύγει και το άγχος. Σίγουρα πάντως αρχίζω να νιώθω πιο άνετα όταν επικοινωνώ με τον κόσμο, η ενέργεια που σου δίνουν, η προσοχή τους, είναι πολύτιμη, χωρίς αυτά είσαι κάτι μη ολοκληρωμένο. Τους δίνω και μου επιστρέφουν κάτι που με γεμίζει.
Θυμάσαι κάποιο live που να σ’ άρεσε λίγο περισσότερο;
Το καλύτερο live που έχω κάνει ήταν στο Λονδίνο, σε μία gallery, που είχα από κάτω πέντε άτομα που τα ήξερα λίγο κιόλας. Υπήρχε όμως ατμόσφαιρα, δε με είχαν ξανακούσει κιόλας. Άλλο είναι στο 6 dogs με τους Steams, που ήταν το πρώτο μου μεγάλο ας πούμεlive και έπαιζα ως support act και είχα νιώσει ότι μπορούσα να βγάλω αυτό που είμαι στο κοινό, υπήρχε κλίμα εμπιστοσύνης.
Απ’ όλα όσα κάνεις θα μας πεις με τι ασχολείσαι αυτήν την περίοδο;
Αυτήν την περίοδο κάνουμε πρόβες, ετοιμάζουμε ένα πρόγραμμα από τέλη Οκτωβρίου αν όλα πάνε καλά και μετά θα είμαστε ενεργοί και σε lives, συνεχίζω να παρακολουθώ μαθήματα χορού, είμαι βοηθός σκηνοθέτη στο έργο του Zweig ‘’Το γράμμα μιας άγνωστης’’, σε παράσταση της Άννα Βαγενά, με την Κατερίνα Θεοχάρη και θα ανέβει αρχές Δεκέμβρη. Το Δεκέμβρη ακόμη θα παίξω και στον ‘’Αντεροβγάλτη’’, στο δεύτερο επεισόδιο, μία θεατρική παράσταση του Γιώργου Σίμωνα στο Rabbithole. Υπάρχουν ορισμένες ακόμα για τις οποίες όμως δε μπορώ ακόμα να μιλήσω, αλλά θα βγουν μέσα στο Δεκέμβρη.
Μια τελευταία σκέψη για να μας αφήσεις;
Θα επιμείνω στον αυθορμητισμό και να είσαι ανοιχτός, να αφήνεις τα πράγματα γύρω σου να σε εμπνέουν ό,τι και να ναι αυτό καλό ή κακό, βαρετό ή συναρπαστικό. Πρέπει να αφήνει κανείς πράγματα να μπαίνουν μέσα του για να μπορεί να βγάζει κάτι ανάλογο.
Πηγή κειμένου:
athanatimousikiesti.blogspot.gr/