Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2025 -

Ο ΟΗΕ προειδοποιεί για χειροτέρευση της ανθρωπιστικής κρίσης στην Υεμένη



Ιδιαίτερη ανησυχία για την τύχη των παιδιών που υφίστανται υποσιτισμό στην Υεμένη εξέφρασε το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA) του ΟΗΕ, τονίζοντας ότι τουλάχιστον 19,5 εκατομμύρια κάτοικοι θα χρειαστούν ανθρωπιστική βοήθεια το 2025.

«Ο πληθυσμός της Υεμένης συνεχίζει να είναι αντιμέτωπος με σοβαρή ανθρωπιστική κρίση και κρίση προστασίας των αμάχων», επισήμανε στο Συμβούλιο Ασφαλείας η Τζόις Μισούγια, υποδιευθύντρια του OCHA.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις που περιέχονται σε έκκληση για χρηματοδότηση το 2025 που θα γίνει «σύντομα», συνέχισε, «η κρίση επιδεινώνεται».

«Τουλάχιστον 19,5 εκατομμύρια άνθρωποι στην Υεμένη έχουν ανάγκη ανθρωπιστική βοήθεια και προστασία φέτος, ή 1,3 εκατ. περισσότεροι από ό,τι το 2024», διευκρίνισε.

«Σχεδόν ο μισός» πληθυσμός της Υεμένης, με άλλα λόγια πάνω από 17 εκατομμύρια άνθρωποι, «δεν μπορούν να καλύψουν βασικές διατροφικές τους ανάγκες», ανέφερε ακόμη η αξιωματούχος του ΟΗΕ, εκφράζοντας ανησυχία για τους «πιο περιθωριοποιημένους», όπως οι γυναίκες και τα κορίτσια, καθώς και για τους «4,8 εκατ. εξαναγκαστικά εκτοπισμένους».

Ανάμεσα σε αυτούς που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, «σχεδόν τα μισά παιδιά κάτω των πέντε ετών υποφέρουν από σοβαρή καθυστέρηση ανάπτυξης εξαιτίας του υποσιτισμού», υπογράμμισε.

Τα «φοβερά» επίπεδα της επιδημίας χολέρας προστίθενται εξάλλου στο βάρος του συστήματος υγείας ήδη υπό «μεγάλη πίεση».

Ο ειδικός επιτετραμμένος του ΟΗΕ για την Υεμένη Χανς Γκρούντμπεργκ, ο οποίος επέστρεψε από την πρωτεύουσα Σανάα, την οποία ελέγχουν οι αντάρτες Χούθι, από την πλευρά του υπογράμμισε την ανάγκη να υπάρξει «άμεσα αποκλιμάκωση και αληθινή δέσμευση υπέρ της ειρήνης».

Η ανάγκη να υπάρξει αντίδραση στην κρίση στην Υεμένη είναι ακόμη μεγαλύτερη καθώς από «εν μέρει η περιφερειακή σταθερότητα εξαρτάται από την επίτευξη ειρήνης» σε αυτήν, έκρινε.

Ο πόλεμος στην Υεμένη από το 2014 έχει στοιχίσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές κι έχει προκαλέσει μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο.

Οι Χούθι, φυλή και ένοπλο κίνημα από τη βόρεια Υεμένη, με υποστήριξη του Ιράν, κυρίευσαν τον έλεγχο της Σανάα το 2014, κατόπιν σχεδόν όλου του βόρειου τμήματος της χώρας της αραβικής χερσονήσου. Για να υποστηρίξει τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση, η Σαουδική Αραβία επενέβη στον πόλεμο τον Μάρτιο του 2015, επικεφαλής συμμαχίας που επιδίωξε —μάταια— να συντρίψει τους αντάρτες.

Συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που κλείστηκε υπό την αιγίδα του ΟΗΕ τον Απρίλιο του 2022 επέτρεψε να αποκλιμακωθούν οι μάχες και, τον Δεκέμβριο της περασμένης χρονιάς, τα εμπόλεμα μέρη υποσχέθηκαν να τηρήσουν οδικό χάρτη που καταρτίστηκε από τον διεθνή οργανισμό.

 

Αλλά, καθώς ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας συνεχιζόταν, οι Χούθι εξακολουθούσαν να εξαπολύουν επιθέσεις εναντίον της ισραηλινής επικράτειας και εναντίον πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα και στον Κόλπο του Άντεν.

Το κίνημα ανταρτών λέει πως δρα σε ένδειξη «αλληλεγγύης» στους Παλαιστίνιους κι υπόσχεται να συνεχίσει τις ενέργειές του ωσότου τεθεί σε εφαρμογή συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας.

Δεν είναι ακόμη σαφές αν η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που ανακοινώθηκε χθες πως θα τεθεί σε ισχύ την Κυριακή θα ωθήσει τους Χούθι να σταματήσουν αυτές τις ενέργειες.

Με απόφασή του που υιοθετήθηκε με 12 ψήφους υπέρ και 3 αποχές (Ρωσία, Κίνα, Αλγερία), το Συμβούλιο Ασφαλείας από την πλευρά του απαίτησε χθες για ακόμη μια φορά οι Χούθι να σταματήσουν «αμέσως» τις επιθέσεις τους εναντίον πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα και στον Κόλπο του Άντεν.

Ακόμη, καταγράφοντας τη χρήση εξελιγμένων όπλων στις επιθέσεις αυτές, το ΣΑ αξίωσε, χωρίς να κατονομάσει καμιά χώρα, τα κράτη μέλη να «σταματήσουν να προμηθεύουν όπλα στους Χούθι» κατά παραβίαση του εμπάργκο όπλων που έχει επιβάλει, σύμφωνα με το ΑΠΕ.