Αίσθηση προκαλούν οι αποκαρδιωτικές εικόνες της οικολογικής καταστροφής στον Βόλο με τους τόνους νεκρών ψαριών να έχουν συγκεντρωθεί στο σημείο που έχει τοποθετηθεί το δίχτυ προστασίας του Παγασητικού.
Στην περιοχή έχουν μεταφερθεί μηχανήματα τα οποία φορτώνουν τα ψάρια σε μεγάλα φορτηγά, ώστε να μεταφερθούν στον χώρο συγκέντρωσης που έχει διαμορφωθεί, ενώ ο θάνατος των ψαριών προκάλεσε την παρέμβαση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου.
Πρόκειται για μια υγειονομική βόμβα που έχει εξαπλωθεί πολλά χιλιόμετρα μέσα στον Παγασητικό, ενώ εκτενή ρεπορτάζ πραγματοποιούν μέσα απ’ όλο τον κόσμο.
Μάλιστα έχει προκύψει άγρια κόντρα μεταξύ του δημάρχου του Βόλου, Αχιλλέα Μπέου και του περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Δημήτρη Κουρέτα.
Από την περιοχή έχουν απομακρυνθεί τουριστικά και ιστιοπλοϊκά σκάφη, με τους επιχειρηματίες να εκφράζουν την αγωνία τους για την επόμενη μέρα, καθώς μέχρι στιγμής έχουν συλλεχθεί περισσότεροι από 100 τόνους νεκρών ψαριών.
«Προφανέστατα, αυτό δημιουργεί κινδύνους. Η αλιεία έχει χτυπηθεί πάρα πολύ, όλη η χρήση των ακτών έχει χτυπηθεί πάρα πολύ, σωστά με την έννοια της προστασίας της δημόσιας υγείας γιατί υπάρχουν ζητήματα από την αποσύνθεση των ψαριών», είπε μιλώντας στο MEGA, ο καθηγητής περιβαλλοντικής και υγειονομικής μηχανικής, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
Επιπλέον, συμπλήρωσε ότι: «από τη μία μεριά πρέπει όσο πιο γρήγορα γίνεται να απομακρυνθούν τα ψάρια από τη θάλασσα και από την άλλη να τα διαχειριστεί ως δυνητικά επικίνδυνα απόβλητα, δηλαδή να τα κάψει και όχι να τα θάψει. Είναι ξεκάθαρο ότι χρειάζεται καύση και θεωρώ ότι είναι σωστή η θέση του κ. περιφερειάρχη σε ό,τι αφορά στην τοξικότητα και τις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Είναι ξεκάθαρο αυτό, επιστημονικά δεν υπάρχει καμία ερώτηση στην πραγματικότητα».
Σύμφωνα με τον κ. Σαρηγιάννη, η έντονη δυσοσμία που επικρατεί στην περιοχή, «είναι προϊόν της αποσύνθεσης, υπάρχει πάρα πολύ μεγάλο οργανικό φορτίο στο νερό και στην παραλία που ξεβράζονται τα ψάρια».
«Η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται άμεση δράση για τη μεταφορά τους και αντίστοιχα τη διαχείριση σαν οργανικό υλικό που πρέπει να καεί», τόνισε.
«Χρειάζεται να κάνουμε μια σειρά από δράσεις που έχουν να κάνουν και με τη διαχείριση του υλικού που μπαίνει στο νερό, άρα να προσέξουμε λίγο παραπάνω ακόμα και την ίδια τη διαχείριση των αποβλήτων. Χρειάζεται να το δούμε πιο επιθετικά σε ό,τι αφορά στη διαχείριση των αποβλήτων και των υλικών που μπαίνουν στους υδάτινους όγκους της περιοχής. Ο έλεγχος των πιθανών τοξικών ανθίσεων, με έλεγχο των θρεπτικών συστατικών που μπαίνουν στο νερό και αντίστοιχων προγραμμάτων παρακολούθησης της ποιότητας του νερού, είναι πάρα πολύ σημαντικό, ιδιαίτερα στην περίπτωση που μπορούμε να ανιχνεύσουμε χαμηλά επίπεδα οξυγόνου», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μεγάλης σημασίας είναι επίσης «η διαχείριση των νερών από έντονα φαινόμενα βροχόπτωσης. Αυτό έχει να κάνει και με ανάπτυξη τεχνητών καναλιών για την κινητικότητα του νερού και μπορεί κανείς να βρει και πιο άμεσες, πιο κοστοβόρες, λύσεις, όπως μηχανικό αερισμό στην περιοχή, έτσι ώστε να αυξηθεί το διαλυμένο οξυγόνο γρήγορα».
«Χρειάζεται να δράσουμε βάζοντας το μαχαίρι στο κόκαλο, με την έννοια του να μπορέσουμε να δούμε τα πραγματικά προβλήματα. Υπάρχουν λύσεις. (…) Είναι ένα έλλειμμα, κατά την γνώμη μου, στη συζήτηση που έγινε με την ολλανδική εταιρία για την αναδιαμόρφωση του υδάτινου συστήματος της Θεσσαλίας. Το κομμάτι πώς η περιβαλλοντική επιβάρυνση επηρεάζει τελικά τη δημόσια υγεία και πώς πρέπει να το αντιμετωπίσεις, έλειψε από τη μελέτη, πρέπει να προστεθεί», κατέληξε ο Δ. Σαρηγιάννης.
«Η αποξήρανση αποδείχθηκε προβληματική».
Ο ιχθυολόγος Δημήτρης Ευαγγελίδης, μιλώντας στο Mega για τις αιτίες του προβλήματος επισημαίνει ότι αυτές ανάγονται πίσω στη δεκαετία του ’60 όταν και αποφασίστηκε η αποξήρανση της λίμνης Κάρλας.
«Η γενεσιουργός αιτία όλων αυτών των προβλημάτων, και αυτό πρέπει να το βάλουμε βαθιά στο μυαλό μας, είναι οι πειραματισμοί τους οποίους πραγματοποίησε εδώ και δεκαετίες το ελλαδικό κράτος με τη λίμνη της Κάρλας. Αποφάσισε για ψηφοθηρικούς λόγους να την αποξηράνει χωρίς να υπάρχει η ανάλογη τεχνογνωσία την εποχή εκείνη, τις αρχές της δεκαετίας του ’60, η οποία προέβλεπε και την κατασκευή ενός ταμιευτήρα ώστε να υπάρχει ένα τμήμα της λίμνης. Ο ταμιευτήρας αυτός ουδέποτε κατασκευάστηκε, η αποξήρανση αποδείχθηκε προβληματική διότι τον χειμώνα τα περισσότερα χωράφια πλημμύριζαν», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Τα τεράστια οικολογικά προβλήματα» που έφερε η κίνηση αυτή, οδήγησαν στην απόφαση «να ξαναδημιουργήσουν» τη λίμνη εξήγησε.
Σε ό,τι αφορά τις αποκρουστικές εικόνες από τον Βόλο ανέφερε πως: «Το θέμα δεν είναι ότι άνοιξαν το κανάλι να φύγουν τα νερά από την Κάρλα, το πρόβλημα είναι ότι δεν υπήρχε κάποιο διαχωριστικό, μια σίτα, ώστε να φύγει μόνο το νερό και όχι τα ψάρια. Υπάρχουν τεχνικές λύσεις να μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο αλλά μέσα στον πανικό προφανώς άνοιξαν το κανάλι να φύγουν τα νερά να αδειάσει η λίμνη, να πέσει η στάθμη. Πρέπει να τονίσουμε ότι τα ψάρια αυτά που βρέθηκαν στον Παγασητικό ήταν όλα ψάρια του γλυκού νερού».
«Είχαμε χιλιάδες θανάτους μέσα στη λίμνη ήδη, από καθαρά θερμοκρασιακούς λόγους. Η περιεκτικότητα σε οξυγόνο του νερού μειώνεται δραματικά όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία», τόνισε.
Η τεράστια αυτή καταστροφή έχει φέρει πλήγμα και στους επιχειρηματίες της περιοχής.
Όπως ανέφερε ο Γιώργης Τερζάκης στο MEGA, το πρόβλημα δεν είναι τωρινό, καθώς «όλο το καλοκαίρι βγάζαμε νεκρά ψάρια από τη θάλασσα για να μην τα βλέπει ο κόσμος».
«Αυτήν την στιγμή τα ψάρια δε σώζονται. Από την προηγούμενη εβδομάδα είναι τεράστιος ο όγκος που έρχεται στις ακτές μας», είπε.
«Όλος ο κόσμος κλαίει αυτή την στιγμή, όλοι οι υπάλληλοί μας είναι στα σπίτια τους, εμείς δεν μπορούμε ούτε στα σπίτια μας να κάτσουμε, μυρίζει. Χθες πήγα να ανοίξω το μαγαζί, δεν υπάρχει ψυχή στις Αλυκές. Όλα τα μαγαζιά είναι κλειστά. Δεν μπορείς να κάτσεις. Μετά από συνάντηση που κάναμε, βάσει του περσινού τζίρου, όλα τα μαγαζιά έχουμε από 60 έως 80% πτώση», ανέφερε χαρακτηριστικά.