Ολοένα και περισσότεροι έλληνες καταναλωτές στρέφονται στην απόκτηση αυτοκινήτου μέσω της μακροχρόνιας ή της βραχυχρόνιας μίσθωσης (για έναν ή και περισσότερους μήνες), με τη δεύτερη κατηγορία να «κλέβει» συνεχώς μεγαλύτερα μερίδια αγοράς. Οι καταναλωτές, εξαιτίας της αδυναμίας αγοράς νέου αυτοκινήτου ακόμα και με δόσεις ή επειδή δεν πληρούν τα πιστοληπτικά κριτήρια των τραπεζών για δανειοδότηση με σκοπό την απόκτηση καινούργιου ΙΧ, εκμεταλλεύονται το μπαράζ προσφορών των εταιρειών μίσθωσης οχημάτων, οι οποίες δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, και στρέφονται σε αυτή τη λύση για να αποκτήσουν μεταφορικό μέσο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα το 33% των καταναλωτικών δανείων, δηλαδή μόλις ένα στα τρία καταναλωτικά που εκταμιεύονται, αφορά την αγορά καινούργιου αυτοκινήτου. Τα υπόλοιπα απορρίπτονται στο αρχικό στάδιο του ελέγχου των τραπεζών. Ετσι, ο δρόμος της χρονομίσθωσης για όποιον ενδιαφέρεται να αποκτήσει αυτοκίνητο μοιάζει με μονόδρομο, μιας και σε αρκετές περιπτώσεις τα πιστοληπτικά κριτήρια είναι πιο ελαστικά.
Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα επίσημα στοιχεία, καθώς εκτιμάται ότι σήμερα το μερίδιο της αγοράς των μακροχρόνιων μισθώσεων έχει αγγίξει το 55% του συνόλου, με αναλυτές της αγοράς να αναφέρουν ότι θα ξεπεράσει το 60% έως τα τέλη του 2024. Δηλαδή, σχεδόν τα 6 στα 10 αυτοκίνητα που αγοράζονται σήμερα αφορούν την αγορά του leasing. Ομως, στο σύνολο των οχημάτων που κυκλοφορούν σήμερα, τα μισθωμένα αποτελούν το 5% (περίπου 280.000 οχήματα). Η τάση είναι ανοδική και μειώνει το μέσο όρο ηλικίας του στόλου. Η μέση ηλικία των οχημάτων με leasing είναι 2,9 έτη, έναντι 17,3 ετών του συνόλου που κυκλοφορούν στην Ελλάδα, η οποία εμφανίζεται στην τρίτη θέση με τους πιο γερασμένους στόλους αυτοκινήτων στην ΕΕ.
Και μεταχειρισμένα
Οι περισσότεροι αγοραστές στρέφονται στα καινούργια μικρά ή και μικρομεσαία μοντέλα, με χαμηλά μισθώματα και χωρίς προκαταβολή. Ωστόσο, ακόμη πιο προσιτά είναι τα μεταχειρισμένα μοντέλα, τα οποία συμφέρουν περισσότερο στην περίπτωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης χάρη στα χαμηλότερα μηνιαία μισθώματα.
Τα οφέλη της χρονομίσθωσης των αυτοκινήτων, που αποτελεί μια συνεχώς αυξανόμενη τάση, βασίζονται σε τρεις παράγοντες. Ο πρώτος είναι ότι οι υποψήφιοι μπορούν να αποκτήσουν το αυτοκίνητο των ονείρων τους χωρίς να εκταμιεύσουν χρήματα ή να πάρουν κάποιο δάνειο. Ο δεύτερος είναι ότι ο μισθωτής απαλλάσσεται από το δυσβάστακτο κόστος συντήρησης (που αγγίζει τις 2.000 – 2.500 ευρώ για ένα μικρομεσαίο αυτοκίνητο τα πρώτα τέσσερα χρόνια), καθώς και από τα τέλη κυκλοφορίας, την ασφαλιστική κάλυψη και τις έκτακτες ζημιές, καθώς στο λίζινγκ η μεικτή ασφάλεια που απαιτείται καλύπτει αυτά τα κόστη.
Επιπλέον, ένας τρίτος παράγοντας που αφορά τους επαγγελματίες είναι οι ευνοϊκές φοροαπαλλαγές από την ενοικίαση του αυτοκινήτου, που εκπίπτει από τα έξοδά τους.
Στροφή και στη βραχυχρόνια
Μέχρι πρόσφατα, οι Ελληνες γνώριζαν κυρίως τη μακροχρόνια μίσθωση οχημάτων. Τα τελευταία χρόνια όμως έχει αναπτυχθεί και στην Ελλάδα η αγορά της βραχυχρόνιας μίσθωσης (εκτός της καλοκαιρινής τουριστικής σεζόν). Σε αυτό συνέβαλε σημαντικά η πληθώρα προσφορών από τις εταιρείες βραχυχρόνιας μίσθωσης (rent-a-car), οι οποίες προσφέρουν τον στόλο των διαθέσιμων αυτοκινήτων τους σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές και κατά τους χειμερινούς μήνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον Σεπτέμβριο έως και τον Μάιο, ένα μικρό μεταχειρισμένο αυτοκίνητο 1.200 κυβικών κοστίζει από 150 έως 200 ευρώ για μηνιαία μίσθωση, ενώ από 200 έως 300 ευρώ κοστίζει η μίσθωση ενός οικογενειακού ή ενός SUV.
Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα ανθούν και νέες εταιρείες που προσφέρουν ευέλικτα μισθώματα για την ενοικίαση αυτοκινήτου για βραχυχρόνια χρήση, διάρκειας από 30 ημέρες έως και έναν χρόνο. Μέσω αυτών των εταιρειών, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να νοικιάσουν ένα νέο μοντέλο, έχοντας το δικαίωμα μίσθωσης χωρίς προκαταβολή ή εγγύηση – κάτι που συνήθως απαιτείται στη μακροχρόνια μίσθωση – ενώ μπορούν να επιλέξουν μέσα από μια μεγάλη γκάμα μοντέλων, όπως SUV, ηλεκτρικά οχήματα και ελαφριά επαγγελματικά οχήματα.
Η συμβολή στην ελληνική οικονομία 1,3 δισ. ευρώ και 14.600 εργαζόμενοι για τον κλάδο μίσθωσης αυτοκινήτων
Η αγορά της μίσθωσης αυτοκινήτων, είτε για ιδιωτική είτε για επαγγελματική χρήση, μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο και στην Ελλάδα. Μάλιστα, για κάθε ένα ευρώ προστιθέμενης αξίας από τη λειτουργία των επιχειρήσεων του κλάδου, δημιουργούνται άλλα 0,8 ευρώ ΑΕΠ σε άλλους συγγενείς τομείς της ελληνικής οικονομίας. Το αποτύπωμα του κλάδου, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ και του Συνδέσμου Τουριστικών Επιχειρήσεων Ενοικιάσεως Αυτοκινήτων, στο ΑΕΠ της χώρας εκτιμάται στα 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ με 14.600 θέσεις πλήρους απασχόλησης. Υπολογίζεται ότι ο κλάδος μισθώσεων οχημάτων αποτελεί έναν σημαντικό κρίκο σε μια μεγάλη αλυσίδα αξίας που περιλαμβάνει τις πωλήσεις οχημάτων, τον ασφαλιστικό κλάδο, τα συνεργεία και τα καταστήματα πώλησης ανταλλακτικών αυτοκινήτων, τα πρατήρια βενζίνης, αλλά και τον τουριστικό τομέα. Τα μεγέθη των κλάδων που επηρεάζονται από τον κλάδο μισθώσεων περιλαμβάνουν περίπου 57.000 επιχειρήσεις συνολικά, 22,1 δισεκατομμύρια ευρώ κύκλο εργασιών και 255.000 εργαζομένους το 2023, ενώ ιδιαίτερη είναι η επίδραση που καταγράφεται στον κλάδο πώλησης και επισκευής οχημάτων μέσω των εταιρικών πωλήσεων, οι οποίες αποτελούν πλέον το 58%.
Ο στόλος των οχημάτων στη βραχυχρόνια μίσθωση υπολογίζεται στα 105.000 οχήματα με μέση ηλικία τα 3,1 έτη, ενώ το 56,5% των οχημάτων αυτών είναι από 1.000 έως 1.500 κυβικά. Από τα οχήματα αυτά, το 50% είναι οχήματα βενζίνης, το 31% diesel, το 14% υβριδικά-plug-in, ενώ μόλις το 2% είναι ηλεκτρικά.
Στη μακροχρόνια μίσθωση, ο στόλος των οχημάτων φτάνει τις 175.000 ΙΧ, με μέση ηλικία τα 2,6 έτη. Από τον συνολικό στόλο των οχημάτων, το 63% έχει κυβισμό 1.000 – 1.500 κυβικά, ενώ το 32,5% είναι οχήματα βενζίνης, το 32,7% diesel και το 34,8% υβριδικά-plug-in ή ηλεκτρικά.
Οσον αφορά τα επαγγελματικά οχήματα, ο στόλος αριθμεί μόλις 16.000 οχήματα (κυρίως ελαφρά επαγγελματικά – LCV) με μέση ηλικία τα 4 έτη. Από το σύνολο των επαγγελματικών οχημάτων προς μίσθωση, το 56% είναι 1.000 – 1.500 κυβικά, ενώ το 91,5% είναι diesel και το 7% ηλεκτρικά.
Το βέβαιο είναι ότι οι μισθώσεις οχημάτων ανά κατηγορία στοχεύουν σε διαφορετικές ανάγκες των καταναλωτών, αλλά συνολικά ευνοούν τη γρήγορη αντικατάσταση του στόλου οχημάτων, συμβάλλοντας στη μείωση του μέσου όρου ηλικίας του γερασμένου στόλου στην Ελλάδα, στην εισαγωγή νέων οχημάτων με μειωμένες εκπομπές αερίων και σύγχρονα συστήματα ασφάλειας, ενώ βοηθούν παράλληλα στη μείωση των ατυχημάτων.
Επιπλέον, τόσο οι βραχυχρόνιες μισθώσεις (rent-a-car) όσο και οι μακροχρόνιες μισθώσεις υποστηρίζουν την ποιότητα του εγχώριου τουριστικού προϊόντος, καθώς και την οδική ασφάλεια, ενώ οι σχετικές υπηρεσίες που προσφέρονται βοηθούν επιχειρήσεις και ιδιώτες στην καλύτερη διαχείριση του κόστους και των δαπανών τους.