Ολοένα και πιο κοντά στην Ελλάδα… πετούν τα κουνούπια που μεταδίδουν επικίνδυνα νοσήματα, όπως ο δάγκειος πυρετός, με τους επιστήμονες να αφήνουν πλέον ανοιχτό το ενδεχόμενο της εγκατάστασής τους στη χώρα και σε άλλα μέρη της Γηραιάς Ηπείρου.
Αλλωστε, ήδη μεταδόσεις καταγράφονται πλέον και εντός ευρωπαϊκών συνόρων, γεγονός που έχει θέσει τις αρμόδιες αρχές σε μόνιμη επιφυλακή.
Παράλληλα όμως, όπως σημειώνει ο ΕΟΔΥ σε ενημερωτικό υλικό, εγρήγορση χρειάζεται και από τους πολίτες. Μάλιστα, προσφέρουν μία σημαντική πληροφορία σχετικά με τις συνήθειες των συγκεκριμένων κουνουπιών που μπορεί να θέσει σε υποψίες τον κάθε ένα από εμάς, ακόμη κι αν δεν έχουν εντρυφήσει στην εντομολογία, ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι, ιδίως σε πιθανή επίσκεψη σε χώρα του εξωτερικού όπου ενδημεί ο δάγκειος πυρετός ή/και οι νόσοιChikungunya ήZika.
Πιο συγκεκριμένα και όπως επισημαίνουν οι ειδικοί του Οργανισμού, τα ατομικά μέτρα προστασίας θα πρέπει να λαμβάνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, καθώς οι ιπτάμενοι αυτοί «συνήθεις ύποπτοι» χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη δραστηριότητα το πρωί και αργά το μεσημέρι/απόγευμα έως το σούρουπο.
Αντιθέτως και, ως γνωστόν, τα κοινά κουνούπια είναι πιο δραστήρια το σούρουπο και το βράδυ.
Πιο συγκεκριμένα, τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τη χρήση εγκεκριμένων εντομοαπωθητικών σώματος (στο δέρμα και πάνω από τα ρούχα) και περιβάλλοντος, πάντοτε σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης. Αυτά μπορεί να είναιοι σήτες, οι κουνουπιέρες, τα κλιματιστικά και οι ανεμιστήρες. Συνιστάται επίσης η χρήση μακριών ρούχων που καλύπτουν όσο το δυνατόν περισσότερο το σώμα.
Μια ακόμη σημαντική λεπτομέρεια για τους ταξιδιώτες είναι πως τα μέτρα αυτά θα πρέπει να τα τηρούν ευλαβικά όχι μόνον κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους στην ενδημική χώρα ή περιοχή, αλλά και για τρεις εβδομάδες μετά την επιστροφή/άφιξήτους στην Ελλάδα. Και αυτό γιατί ακόμη και εάν δεν έχουν αρρωστήσει, μπορεί να έχουν ασυμπτωματική λοίμωξη αλλά και συνεπώς να είναι «μεταδοτικοί» και να μολύνουν τα κουνούπια που θα τους τσιμπήσουν.
Φταίει για όλα το κουνούπι τίγρης;
Οπως ενημερώνει ο ΕΟΔΥ, ο δάγκειος πυρετός, η νόσος Chikungunya και η νόσος από τον ιό Zika μεταδίδονται στον άνθρωπο με το τσίμπημα (νυγμός) μολυσμένων θηλυκών κουνουπιών του γένους Aedes. Πιο συγκεκριμένα, το κουνούπιAedes aegypti, που είναι ο βασικός διαβιβαστής αυτών των ιών παγκοσμίως,δεν είναι εγκατεστημένο στην Ελλάδα.
Πλέον όμως εντοπίζεται στην Κύπρο και σύμφωνα με ειδικούς που επικαλείται το BBC σε πρόσφατο δημοσίευμά του, το ενδεχόμενο εξάπλωσης αυτού του είδους στην Ευρώπη είναι «ανησυχητικό».
Καθώς όμως έχει εγκατασταθεί και στη χώρα μας το «Ασιατικό κουνούπι τίγρης» (Aedes albopictus), που είναι δευτερεύων διαβιβαστής, είναι υπαρκτός οκίνδυνος εισαγωγής αυτών των ιών μέσω ταξιδιωτών (εισαγόμενων κρουσμάτων) και στη συνέχεια της τοπικής εγχώριας μετάδοσής τους.
Η ανοδική τάση
Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), το 2023 αναφέρθηκαν 130 εγχώρια κρούσματα δάγκειου πυρετού στην Ευρωπαϊκή Ενωση/Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΕ/ΕΟΧ), όταν το 2022 δεν ξεπερνούσαν τα 71.
Πρόκειται για σημαντική αύξηση σε σύγκριση με την περίοδο 2010-2021, όταν ο συνολικός αριθμός των εγχώριων κρουσμάτων ήταν 73 για ολόκληρη τη δεκαετία. Σε άνοδο όμως βρίσκονται και τα εισαγόμενα κρούσματα, με 1.572 αναφερόμενες περιπτώσεις το 2022 και περισσότερες από 4.900 το 2023.
Οπως, μάλιστα, αναφέρεται στην πρόσφατη έκθεση του Κέντρου, πρόκειται για τον υψηλότερο αριθμό εισαγόμενων κρουσμάτων δάγκειου πυρετού που έχει αναφερθεί από την έναρξη της επιτήρησης σε επίπεδο ΕΕ το 2008.
Μια ακόμη σημαντική λεπτομέρεια, δε, είναι πως κατά τους πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους αρκετές χώρες ανέφεραν σημαντική αύξηση του αριθμού τωνεισαγόμενων κρουσμάτων, γεγονός που μαρτυρά ότι η φετινή χρονιά μπορεί να κλείσει με νέα αρνητικό ρεκόρ. Στη χώρα μας πάντως τα τελευταία έτηέχουν καταγραφεί μόνο εισαγόμενα περιστατικάαυτών των νοσημάτων, σε περιορισμένο αριθμό, σε ταξιδιώτες που είχαν έρθει από ενδημικές χώρες του εξωτερικού το 2022 αναφέρθηκαν 5 κρούσματα και το 2023 ακόμα 3.
Επιπρόσθετα, τους πέντε πρώτους μήνες του 2024 (δηλώθηκαν στον ΕΟΔΥ τρία περιστατικά που διαγνώσθηκαν εντός Ελλάδος και ένα που διαγνώσθηκε στην Ταϊλάνδη). Συνολικάτην τελευταία δεκαετία καταγράφηκαν στη χώρα μας 32 κρούσματα, εκ των οποίων όλα συνδέονται με ταξιδιώτες από το εξωτερικό.
100 χρόνια πριν…
Περίπου έναν αιώνα μετά την επιδημία του δάγκειου πυρετού στην Αθήνα, το εφιαλτικό αυτό σενάριο επιστρέφει, όπως προειδοποίησε πρόσφατα ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σωτήρης Τσιόδρας. Ο ίδιος ανέτρεξε στο μακρινό 1927, όταν ξέσπασε στην Αθήνα η μεγαλύτερη επιδημία δάγκειου πυρετού, κοστίζοντας τη ζωή χιλιάδων ασθενών.
Μάλιστα, εκείνη την περίοδο και ενώ οι πολίτες αναζητούσαν γιατρειά, φημολογούνταν πως μια ειδική λεμονάδα «καθάριζε» τον οργανισμό από τον ιό, με αποτέλεσμα η τιμή των συγκεκριμένων εσπεριδοειδών να εκτοξευτεί στα ύψη. Επειτα ο κ. Τσιόδρας επιστρέφοντας στο σήμερα εστίασε σε όσα εξελίσσονται στα νοσοκομεία της Βραζιλίας. Σε αυτά κάθε κρεβάτι προστατεύεται από μία κουνουπιέρα, ως ύστατη προσπάθεια οχύρωσης των νοσηλευόμενων ασθενών από την απειλή εκδήλωσης δάγκειου πυρετού.
«Δεν μπορώ να φανταστώ μια τέτοια εικόνα στα ελληνικά νοσοκομεία» σχολίασε ο κ. Τσιόδρας, χωρίς εν τούτοις να είναι σε θέση να αποκλείσει το ενδεχόμενο, αναγνωρίζοντας πως η κλιματική αλλαγή έχει ανοίξει πολλά μέτωπα στη δημόσια υγεία.
Αντίστοιχη ήταν άλλωστε και η τοποθέτηση της διευθύντριας του ECDC, Andrea Ammon: «Η Ευρώπη βλέπει ήδη πως η κλιματική αλλαγή δημιουργεί ευνοϊκότερες συνθήκες για τα χωροκατακτητικά κουνούπια να εξαπλώνονται σε περιοχές που προηγουμένως δεν είχαν επηρεαστεί και να μολύνουν περισσότερους ανθρώπους με ασθένειες όπως ο δάγκειος πυρετός. Τα αυξημένα διεθνή ταξίδια από χώρες που ενδημούν στον δάγκειο πυρετό θα αυξήσουν επίσης τον κίνδυνο εισαγόμενων κρουσμάτων, και αναπόφευκτα και τον κίνδυνο τοπικών κρουσμάτων».
Και πρόσθεσε με νόημα: «Τα μέτρα ατομικής προστασίας σε συνδυασμό με μέτρα ελέγχου των φορέων, η έγκαιρη ανίχνευση των κρουσμάτων, η έγκαιρη επιτήρηση, η περαιτέρω έρευνα και οι δραστηριότητες ευαισθητοποίησης είναι υψίστης σημασίας στις περιοχές της Ευρώπης που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο».